Του Φίλιππου Ζάχαρη
Την τρίτη θέση εξακολουθεί να κρατά η Χρυσή Αυγή, παρά τις διώξεις και προφυλακίσεις του ηγετικού πυρήνα της, παρά την τηλεοπτική διαπόμπευση και τις αλλεπάλληλες εκπομπές για την δράση της, αλλά και την δικαστική μεταχείριση. Τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων που την φέρνουν στην τρίτη θέση με 7,8% δείχνουν πως ένα μεγάλο κομμάτι των πολιτών έχει ταυτισθεί με την ακροδεξιά και την νεοναζιστική βία ή πρακτικές και πως από ένα σημείο και μετά δεν ευσταθεί η όποια δικαιολογία περί κάθαρσης στο κοινοβούλιο.
Όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά σε σχετική εκπομπή, όσοι πλέον υποστηρίζουν την Χρυσή Αυγή «έχουν περάσει στην απέναντι πλευρά», γνωρίζοντας πολύ καλά ποιους πριμοδοτούν και πάνω απ΄ όλα ποιες ποινικές πράξεις υιοθετούν. Παρά το γεγονός αυτό όμως και με δεδομένη την φραστική καταδίκη της ακροδεξιάς βίας, τα κόμματα δεν μπορούν να βρουν κοινή πλατφόρμα ούτως ώστε να βρεθούν απέναντι από αυτό το μόρφωμα. Τουναντίον, μετά και τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που παγιώνουν την Χρυσή Αυγή, το κοινοβουλευτικό σύστημα παρουσιάζεται ευάλωτο όσο κάθε άλλη φορά, αφού οι αναλυτές αδυνατούν να πιστέψουν πως μετά από όλα αυτά υπάρχουν ακόμη πολλές χιλιάδες συμπολιτών μας που δίνουν τη ψήφο τους στην Χρυσή Αυγή.
Και όμως, τα κακά νέα έρχονται από το παρελθόν. Την στιγμή που μέσα σε τόσο λίγο καιρό έφτανε δημοσκοπικά το 10,5% και κανείς από την κυβέρνηση δεν έπαιρνε πρωτοβουλία για την καταπολέμηση του ρατσιστικού μίσους που είχε διασπαρεί απροκάλυπτα στην ελληνική κοινωνία, αλλά πολλάκις υιοθετούνταν και πρακτικές της εν λόγω οργάνωσης από την ίδια την αστυνομία στις περίφημες επιχειρήσεις «σκούπα» κατά αλλοδαπών και μεταναστών, την στιγμή που ο πρόσφυγας και ο αιτών άσυλο θεωρείτο περίπου ως υπάνθρωπος από μερίδα βουλευτών του κοινοβουλίου και σιωπηρά έμπαινε στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών, ήταν περίπου φυσιολογική η εξέλιξη κάποιοι να θεωρούν εαυτούς προστάτες και νονούς της ελληνικής κοινωνίας.
Η ακροδεξιά βία και οι νεοναζιστικές πρακτικές δεν εμφανίστηκαν τώρα αλλά εδώ και πολύ καιρό, συνεπικουρούμενες από κόμματα και μηχανισμούς μέσα στο ίδιο το κράτος. Από την άλλη πλευρά, βέβαια, ορθώς η Λιάνα Κανέλλη δήλωσε σε εκπομπή ότι μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας ενστερνίζεται φασιστικές πρακτικές. Αυτό μπορεί να το παρατηρήσει κανείς από την πτώση της χούντας και μετά όπου δειλά – δειλά ομάδες ακροδεξιών συσπειρώνονταν τις δεκαετίες ΄80 και ΄90 υπό την προκλητική ανοχή του επίσημου κράτους.
Και φτάσαμε δυστυχώς στο σήμερα όπου το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω και παρά τις όποιες τυμπανοκρουσίες, η Χρυσή Αυγή εξακολουθεί να είναι τρίτο κόμμα. Σήμερα που κάποιοι τηλεοπτικοί αστέρες απορούν που τόσοι πολλοί την πριμοδοτούν. Θα έλεγε κανείς ότι βιώνουμε τη υποκρισία στο μεγαλείο της, μη εξαιρουμένου του γεγονότος της χρονικής στιγμή που επιλέγονται να βγουν στον αέρα αυτές οι δημοσκοπήσεις. Γιατί και αυτό είναι περίεργο, γιατί δηλαδή τώρα πρέπει να βγει προς τα έξω ότι το εν λόγω μόρφωμα δεν έχει απολέσει παρά ελάχιστο από την δύναμή του.
Παράλληλα, είναι απορίας άξιο πως μέχρι τώρα από το τμήμα εσωτερικών υποθέσεων της ελληνικής αστυνομίας, έχουν βρεθεί τόσοι λίγοι αστυνομικοί που είχαν στενές σχέσεις με την Χρυσή Αυγή. Μάλλον πολλές υποθέσεις κουκουλώνονται και ονόματα δεν αποκαλύπτονται, ενώ ήταν σε όλους γνωστό πόσο είχε απλώσει τα πλοκάμια της η εν λόγω οργάνωση.
Οι απορίες λοιπόν δίνουν και παίρνουν και όλοι όσοι μέχρι χθες βρίσκονταν εν υπνώσει, τώρα τρέχουν και δεν φτάνουν, ειδικά όταν το θέμα εξακολουθεί να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Δεν ήλθε λοιπόν ουρανοκατέβατη η Χρυσή Αυγή, ούτε θα μειωθεί η δύναμή της με ευκολία. Ήδη από το κόμμα αυτό μιλούν για «μάρτυρες» και «πολιτική δίωξη», ενώ αρκετοί πολίτες την θεωρούν ακόμη ως το κόμμα εκείνο που θα βάλει τάξη στο κοινοβούλιο.
Όμως το ζητούμενο με τις δημοσκοπήσεις δεν είναι τόσο αυτό που αποκαλύπτουν, αλλά το πώς και πότε. Θα έλεγε κανείς ότι σε πολύ κακή περίοδο βγήκαν όλα αυτά. Αλλά πάνω απ΄όλα ότι για το μόρφωμα ως μάννα εξ΄ ουρανού ήλθε η σταθεροποίηση περίπου στο 8% για την συνέχεια. Εν ολίγοις, περισσότερο κακό κάνουν ενίοτε οι δημοσκοπήσεις, παρά απεικονίζουν τον πολιτικό καθρέφτη της ελληνικής κοινωνίας. Πιο πολύ πριμοδοτούν σε αυτό το χρονικό σημείο τις νεοναζιστικές πρακτικές παρά εφησυχάζουν τον πολίτη, όταν π.χ ένα ποσοστό της τάξης του 20% των ερωτηθέντων στις δημοσκοπήσεις δείχνει να αδιαφορεί για όσα συνέβησαν τελευταία μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, που άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου για την αποκάλυψη της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής. Αδιαφορία που ενίοτε μεταφράζεται και σε στυγνή υιοθέτηση νεοφασιστικών πρακτικών.