Από τον Γιάννη Μήτσιου
Βγήκαν, λοιπόν, και τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων, βγήκαν και οι βάσεις εισαγωγής των διαφόρων σχολών και οι στήλες της «Ελευθερίας» πλημμύρισαν από συγχαρητήρια προς τους επιτυχόντες. Ευχαριστήρια προς τους καθηγητές και από διαφημίσεις φροντιστηρίων. Ολα αυτά εκφράζουν ασφαλώς την κοινωνική καταξίωση της μόρφωσης και την ελπίδα, αν όχι τη βεβαιότητα, των νέων φοιτητών και των γονέων τους ότι έτσι ανοίγει ο δρόμος με αίσιες προοπτικές και επιτυχίες στη ζωή.
Πολλοί, ωστόσο, χαρακτηρίζουν τα φετινά αποτελέσματα απογοητευτικά. Ο λόγος είναι ότι το 35,35% των υποψηφίων έχουν εισαχθεί σε διάφορες σχολές συγκεντρώνοντας μέσο όρο βαθμολογίας κάτω από 10. Και προτείνουν την επαναφορά της βάσης του 10, το δε υπουργείο Παιδείας ετοιμάζει νόμο με σκοπό την αυστηροποίηση των προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων στο Λύκειο σε αντικατάσταση, νομίζω, της επαναφοράς της βάσης του 10.
Αν ρίχναμε μια ματιά στον τρόπο επιλογής φοιτητών στα πανεπιστήμια άλλων χωρών θα βλέπαμε τα εξής: Στη Φινλανδία ο αριθμός των εισακτέων καθορίζεται από το υπουργείο Παιδείας σε συνεννόηση με τα πανεπιστήμια τα οποία καθορίζουν διαφορετικά κριτήρια εισαγωγής. Στη Βρετανία ο αριθμός των εισακτέων ορίζεται από το κάθε ίδρυμα το οποίο κάνει και την επιλογή. Στη Γερμανία η επιλογή γίνεται με βάση τη μέση βαθμολογία του υποψηφίου στο Abitur, που είναι αντίστοιχο με το απολυτήριο Λυκείου. Στη Γαλλία η πρόσβαση είναι ελεύθερη στις γενικές πανεπιστημιακές σχολές, ενώ στην περίπτωση που έχουν Baccalareaut η επιλογή βασίζεται σε προφορική συνέντευξη. Στις ΗΠΑ η επιλογή των φοιτητών γίνεται με βάση τη βαθμολογία τους σε διάφορα τεστ, καθώς και τη βαθμολογία όλων των ετών στο Λύκειο.
Γενικό χαρακτηριστικό πάντως όλων των χωρών είναι η αποφοίτηση τόσων πτυχιούχων όσους μπορεί να απορροφήσει η αγορά εργασίας. Μάλιστα κάποτε τολμούν να κλείσουν κάποιες σχολές που τα πτυχία τους δεν έχουν επαγγελματικό αντίκρισμα όπως έγινε με τις ιατρικές και οδοντιατρικές σχολές στη Σουηδία και με τις σχολές Κοινωνιολογίας και Ψυχολογίας στις ΗΠΑ. Βασικό, επιπλέον, κριτήριο για την απόφαση των αποφοίτων του Λυκείου να σπουδάσουν και την επιλογή της σχολής είναι η σκέψη για το πώς και πότε θα μπορέσουν να αποσβέσουν το κόστος των σπουδών, όχι μόνο το οικονομικό αλλά και το πνευματικό και ηθικό. Είναι, πράγματι, πολύ βαρύ να παίρνεις με κόπο ένα πτυχίο και να σε τρώει το άγχος και η απαξίωση της ανεργίας στη συνέχεια ή έστω να βρίσκεις δουλειά ως ντελιβεράς, σεκιουριτάς ή κάτι ανάλογο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα δύο βασικά κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη στην κατάταξη στον αξιολογικό πίνακα των πανεπιστημίων είναι το ποσοστό των υποψηφίων που κατάφεραν να εισαχθούν και το ποσοστό των πτυχιούχων που βρήκαν δουλειά στο αντικείμενο των σπουδών τους αμέσως μετά τη λήψη του πτυχίου. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν νομίζω ότι ασχολήθηκε κάποιος με το τι συμβαίνει με όλους αυτούς τους πτυχιούχους που βγαίνουν από τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Δεκαετίες κομματοκρατίας, πελατοκρατίας, ρουσφετολογίας, πλαστογραφίας πτυχίων και αναξιοκρατίας διαμόρφωσαν νοοτροπίες και συμπεριφορές που δεν έχουν καμία σχέση με την ευγενική άμιλλα, την αξιοκρατία και την πρόοδο. Αρκετοί, μάλιστα, αντιμετωπίζουν το θέμα της εκπαίδευσης με ιδεοληπτικά και λαϊκίστικα κλισέ, όπως όχι φραγμοί στη μόρφωση, όχι στο αίσχος των εξετάσεων κ.λπ.
Οποιαδήποτε αυστηροποίηση και έλεγχος της λειτουργίας των σχολείων και των πανεπιστημίων θεωρείται πράξη αντιδημοκρατική που ευνοεί τους πλούσιους και καταδικάζει τον λαό στην αμορφωσιά, σαν να μην είναι πασίγνωστο ότι κανένας πλούσιος δεν έχει ανάγκη να σπουδάσει για βιοπορισμό. Αν θελήσει κάποιος να σπουδάσει για γόητρο ή κάποιον άλλο λόγο υπάρχει και το εξωτερικό: Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ κ.λπ. έχουν ανοιχτές τις πόρτες.
Μετά από τόσα χρόνια οικονομικής χρεοκοπίας, ανεργίας και πτώσης του βιοτικού επιπέδου δικαιούται κάποιος να υποστηρίζει ότι χρειάζεται και στην Ελλάδα να γίνει κάποια μεταρρύθμιση σε ό,τι αφορά τις σπουδές σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, την πρόσβαση και τον αριθμό των εισαγομένων φοιτητών και των πτυχιούχων. Χρειάζεται να αποκτήσουμε ατομική και εθνική αυτογνωσία: Ποιοι είμαστε, τι θέλουμε και τι μπορούμε να κάνουμε. Επιβάλλεται να μην σπαταλούμε το σημαντικότερο κεφάλαιο που διαθέτουμε, το ανθρώπινο δυναμικό. Είναι καιρός να αντικρίσουμε κατάματα την πραγματικότητα. Οχι για να την αποδεχτούμε, αλλά για να την ανατρέψουμε. Είναι δυνατόν, μπορούμε...
* Ο Γιάννης Μήτσιου είναι φυσικός - νομικός