Του Κώστα Γιαννούλα
Είναι πανθομολογούμενο ότι ζούμε σε μια χώρα, που ο Θεός την προίκισε με εξαιρετικές ομορφιές και όποιος την επισκέπτεται, έχει να λέει γι’ αυτήν τα καλύτερα. Βουνά, ποτάμια, όμορφες παραλίες, ήλιος φωτεινός και χρώματα διάφορα απαρτίζουν πίνακα ζωγραφικής, ικανό να φτιάξει τη διάθεση κάθε ευαίσθητης ψυχής, που αναζητά την ηρεμία αλλά και το γλέντι και το ξεφάντωμα.
Εν τούτοις η συντριπτική πλειοψηφία των ιθαγενών, μεταξύ των οποίων και πολλοί που κλαίνε άδαρτοι, ίσως γιατί όλα αυτά και άλλα τα θεωρούμε δεδομένα, ίσως γιατί έτσι έχουμε μάθει, παρότι μας ομορφαίνουν και νοστιμίζουν τη ζωή μας, τα προσπερνούμε τις περισσότερες φορές αδιάφορα και απ’ το πρωί ως το βράδυ ομφαλοσκοπούμε και γκρινιάζουμε βλέποντας μόνο την αρνητική πλευρά της ζωής και μεγεθύνοντας κάθε τι, που μας ενοχλεί όχι μόνο τώρα, που η οικονομία μας και εμείς μαζί της πάμε από το κακό στο χειρότερο αλλά ανέκαθεν, λες και αυτό είναι μόνιμο χαρακτηριστικό γνώρισμα της φύσης μας.
Κι όμως! Οι Έλληνες απ’ τη φύση μας είμαστε λαός αισιόδοξος, χαρούμενος και γλεντζές και επιπροσθέτως πρώτος αυτός διετύπωσε το «παν μέτρον άριστον» αλλά και το «ουδέν κακόν αμιγές καλού» και τανάπαλιν. Ως εκ τούτου δεν του ταιριάζει η απόγνωση, η μιζέρια και η γκρίνια σε μόνιμη βάση αλλά χρειάζεται και λίγο γέλιο και αισιοδοξία στη ζωή του. Παρ’ όλα αυτά το πρόβλημα υπάρχει.
Στη δημιουργία του συμβάλλουν, βεβαίως και με το παραπάνω, η στάση της εκάστοτε αντιπολίτευσης, που μηδενίζει τα πάντα, αλλά και τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα και ο Τύπος, που αναπαράγει μονομερώς και μεγεθύνει κάθε αρνητικό γεγονός, σημαντικό ή ασήμαντο, και σπάνια προβάλλει και τη θετική και φωτεινή πλευρά της ζωής. Φόνοι, κλοπές, τρομοκρατικές ενέργειες, συμπλοκές μεταξύ απεργών και ΜΑΤ, καβγάδες εντός και εκτός Κοινοβουλίου αλλά και στα τηλεοπτικά παράθυρα, διαμαρτυρίες αγανακτισμένων πολιτών, προπηλακισμοί και ύβρεις σε βάρος πολιτικών, πείνα, εξαθλίωση, σεισμοί, καταποντισμοί, δυστυχήματα βουτηγμένα στο αίμα και τόσα άλλα, συνθέτουν ένα μίγμα ικανό να σου αφαιρέσει το γέλιο απ’ τα χείλη και να σε βυθίσει μαζί με την ανεργία σε μελαγχολία και απόγνωση.
Αντίθετα, αν δεν απουσιάζουν εντελώς, δεν προβάλλονται, όσο τους αξίζουν, προτάσεις, γεγονότα, δράσεις και πρόσωπα άξια προς μίμηση απ’ όλους μας, ίσως γιατί η κακή είδηση μαγνητίζει και πουλά περισσότερο από μια καλή τέτοια. Προκάλεσε, μάλιστα, έκπληξη σε πολλούς το γεγονός ότι πρόσφατα τηλεοπτικός σταθμός επέλεξε να προβάλει σε ορισμένα επεισόδια ήρωες, που βρίσκονται ανάμεσά μας και πάνε κόντρα στην γκρίνια και στη μιζέρια και επιτυγχάνουν στη ζωή, χωρίς να επηρεάζονται ιδιαίτερα απ’ την αρνητική περιρρέουσα ατμόσφαιρα, που επικρατεί στη χώρα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να περάσουμε απ’ το ένα άκρο στο άλλο και στρουθοκαμηλίζοντας να κλείνουμε τα μάτια και τ’ αυτιά μας σ’ ό,τι δυσαρεστεί και στενοχωρεί, γιατί τότε θα κινδυνεύουμε να κατηγορηθούμε, ότι ζούμε εκτός πραγματικότητας, μοιραίοι, άβουλοι και ανισόρροποι αντάμα.
Το σωστό είναι να βλέπουμε τη ζωή και να τη ρουφούμε, όπως είναι, μαζί με τα καλά της και τα κακά της, δίνοντας στο κάθε τι την πραγματική του διάσταση και να παλεύουμε για το καλύτερο, αν θέλουμε να συμβάλουμε στην πρόοδο και στη διατήρηση της ισορροπίας και αρμονίας του κόσμου, που είναι γεμάτος από αντιθέσεις και αντιφάσεις.