* Του Απόστολου Κακλαμάνη - βουλευτή Β’ Αθηνών
πρώην υπουργού Παιδείας και προέδρου της Βουλής
Επί 25 και πλέον χρόνια, πλείστοι όσοι ειδικοί και «ειδικοί» κατά την περίοδο και μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων των εισαγωγικών εξετάσεων για τα Πανεπιστήμια και τα Τ.Ε.Ι. (και όχι «ΑΕΙ και ΤΕΙ» όπως γράφουν ή λένε κάποιοι ανενημέρωτοι «ενημερωτές» μας) ασχολούνται με τις αδυναμίες του ισχύοντος συστήματος διεξαγωγής τους.
Ως συνακόλουθες αυτού του συστήματος πανθομολογούνται, αφενός η αποδιοργάνωση της τρίτης, αν όχι και των άλλων τάξεων του λυκείου και αφετέρου η υποκατάστασή του από πολυδάπανα «ιδιαίτερα» μαθήματα και από το πλήθος των φροντιστηρίων.
Όντως αυτή είναι η «μοίρα» επί 10ετίες τώρα, του λυκείου, ενώ η εισαγωγή σ’ ένα τμήμα Πανεπιστημίου ή Τ.Ε.Ι. μπορεί να εξαρτηθεί από ένα τυχαίο γεγονός κατά το 3ωρο των εξετάσεων ενός, έστω, μαθήματος. Ο πανικός μιας πρόσκαιρης αδιαθεσίας ή αντιθέτως μια έμπνευση της στιγμής ή ένα θέμα που διδάχθηκε ή όχι ως «S.O.S.» στο ...φροντιστήριο, αποτελούν κάθε χρόνο την αιτία θριάμβων ή θρήνων χιλιάδων παιδιών μας.
Είναι, λοιπόν θετικό το γεγονός ότι, έστω και εν μέσω πλείστων εσφαλμένων μέτρων, που κατέφεραν αντίστοιχα πλήγματα ιδιαιτέρως στη δευτεροβάθμια τεχνική – επαγγελματική (αυθαίρετες καταργήσεις τμημάτων ΕΠΑ.Σ) και στην τριτοβάθμια τεχνολογική (καταργήσεις και συγχωνεύσεις τμημάτων Τ.Ε.Ι.) εκπαίδευση, το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε την εφαρμογή πλέον του συστήματος των γενικών εξετάσεων ή «δεσμών» του νόμου 1351/1983 «εισαγωγή σπουδαστών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση» (ΦΕΚ Α’56).
Ο νόμος και το σύστημα εκείνο καταργήθηκαν διότι υποστηρίχτηκε ότι κάποιοι καθηγητές θα βαθμολογούσαν κάποιους μαθητές τους με υποκειμενικά κριτήρια.
Αν και εξακολουθώ να πιστεύω, ότι θα πρέπει να εμπιστευόμαστε πιο πολύ τη μικρή κοινωνία της τάξης όπου τα παιδιά «κράζουν» τέτοια φαινόμενα, και όταν μάλιστα χαρακτηρίστηκε ως ιδιώνυμο αδίκημα απειλούμενο με ποινή φυλάκισης και απόλυση, η παράδοση «ιδιαίτερων» μαθημάτων από καθηγητή στους μαθητές του, θεωρώ ορθή χάριν της αξιοπιστίας του συστήματος τη ρύθμιση που εισηγείται τώρα το υπουργείο Παιδείας. Είναι η σχετική προσαρμογή του βαθμού του καθηγητή μέσα στην τάξη προς τον βαθμό των εξετάσεων, που θα γίνονται πανελληνίως και κατά 50% από ειδική «τράπεζα θεμάτων».
Πρέπει, όμως, να παρατηρηθεί ότι στο πλαίσιο της «εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης 1982-86», είχαν εισαχθεί αφενός ο θεσμός της εσωσχολικής βοήθειας, ώστε και οι καθηγητές να μην εξωθούνται εξ ανάγκης στην παράδοση «ιδιαιτέρων» και αφετέρου ο θεσμός των Μεταλυκειακών Προπαρασκευαστικών Κέντρων για την προετοιμασία των μαθητών της Γ’ λυκείου και εκείνων, επίσης, που σε περίπτωση αποτυχίας επιθυμούσαν να ξαναδώσουν εξετάσεις για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Έτσι πλείστα όσα ιδιωτικά φροντιστήρια έκλεισαν και οι διδάσκοντες σ’ αυτά προσήλθαν στα Μ.Π.Κ.
Προκειμένου όμως, ν’ αποκτήσει πλήρη αυτοτέλεια το Λύκειο, όπως επιβάλλεται για κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης και κάθε κύκλο ή κατεύθυνση σπουδών, πρέπει να διορθωθεί και ένα άλλο πολύ σοβαρό λάθος. Πρόκειται για τον συντελεστή βαρύτητας καθενός από τα κρίσιμα μαθήματα. Ουσιαστικά με τον περίφημο αυτόν συντελεστή αποδεχόμαστε και ενθαρρύνουμε τη νοσηρή αντίληψη πολλών γονιών, ιδιαιτέρως, όσων «αποφασίζουν» πριν καν φοιτήσουν στο λύκειο τα παιδιά τους «τι θα γίνουν», όταν... μεγαλώσουν!
Έτσι αυτά εξαναγκάζονται ή προσανατολίζονται έστω, πολύ νωρίς, και παγιδεύονται σε επιλογές που συχνά, μεταβάλλονται και μάλιστα πολλές φορές, μέχρι να ‘ρθει ο περίφημος Ιούνιος των εισαγωγικών εξετάσεων. Στο μεταξύ εγκαταλείπονται όλα τα άλλα μαθήματα ενός ολοκληρωμένου προγράμματος που πρέπει να υπηρετεί κάθε βαθμίδα της εκπαίδευσης και «εναγκαλίζεται» ο φροντιστής των συγκεκριμένων θετικών ή θεωρητικών μαθημάτων.
Έτσι βρισκόμαστε ενίοτε μπροστά σε διδακτορούχους θετικούς επιστήμονες, που είναι τόσο «βάρβαρα τα ελληνικά τους» ή θεωρητικούς επιστήμονες που δεν μπορούν να κάνουν μια διαίρεση, αν ο διαιρέτης έχει δεκαδικά στοιχεία!
Στη Βουλή, ελπίζω, ότι θα γίνει ουσιαστική συζήτηση, πολύ πιο χρήσιμη στα παιδιά από το να τα «βγάλουμε στο κλαρί» πριν καν αρχίσουν την Α’ λυκείου, με αφορμή τις εξετάσεις, που θα προβλέπει ο νέος νόμος.