Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
Ολοένα και σφίγγει ο κλοιός γύρω από τα νοικοκυριά που από φτωχά έγιναν φτωχότερα και που πλέον καλούνται να επιβιώσουν σε οικτρές οικονομικά συνθήκες. Πρόκειται για τις οικογένειες εκείνες που δεν μπόρεσαν ποτέ – ακόμη και την εύρωστη οικονομικά περίοδο για τη μεσοαστική τάξη στην Ελλάδα – να αποταμιεύσουν ούτε να φυλαχτούν από τη σημερινή κατάσταση, που κάποιους ευνοεί και κάποιους καταστρέφει συστηματικά. Τα νοικοκυριά για τα οποία μιλώ βρίσκονται στις παρυφές των μεγαλουπόλεων, σε γειτονιές που επισκέπτονται οι πολιτικοί μόνο για φιλανθρωπικούς σκοπούς, σε φαβέλες που κάποιοι ευυπόληπτοι καλλιτέχνες εξαιρούν από τη δημιουργική τους κατά τα άλλα δουλειά.
Ο κόσμος αυτός είναι και παραμένει ξεχασμένος από τα κρατικά προγράμματα και μόνο κάποιες οργανώσεις τον θυμούνται ενίοτε όταν τα στατιστικά τον φωτογραφίζουν. Η υποκρισία περισσεύει για τους πολίτες αυτούς που γίνονται βορά των ακροδεξιών για ψηφοθηρικούς λόγους. Η Πολιτεία τους αφήνει στο έλεος όπως έκανε πάντα, γιατί υποτίθεται πως η ασκούμενη πολιτική δεν αφορά το Underground.
Την ίδια πορεία ακολουθούν και οι εκάστοτε διανοούμενοι που εξαντλούν την ικανότητα της πένας τους σε τυποποιημένους μικροαστισμούς ή διηγήματα για μια κοινωνία σε παρόμοιο μοτίβο. Είναι τόσο μεγάλη η υποκρισία όλων αυτών των κύκλων που μια απλή βόλτα στις γειτονιές αυτές αρκεί για να αποδείξει του λόγου το αληθές. Απομακρυσμένα από τα κέντρα των αποφάσεων, ετούτα τα νοικοκυριά καταφεύγουν σε δανεικά και αγύριστα ή απλά αγωνίζονται να μην κοπεί το ρεύμα και το νερό. Και αυτό δεν συμβαίνει τώρα που κάποιοι μικρομεσαίοι ωρύονται για τις όποιες μειώσεις και περικοπές αλλά ανέκαθεν.
Τις εποχές της ευημερίας, για παράδειγμα, η ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη στο Πέραμα ήταν πεθαμένη. Στο Κερατσίνι, τη Δραπετσώνα, τα Ταμπούρια, την Α. Βαρβάρα το Περιστέρι, τα Σεπόλια και την Κοκκινιά, η ανεργία έφτανε από τότε σε πολύ μεγάλα ύψη, οι ναυτικοί τα είχαν παρατήσει γιατί δεν υπήρχαν πλοία για να μπαρκάρουν και τα τάνκερ συνωστίζονταν από χρόνια στην ευρύτερη περιοχή του λιμανιού του Πειραιά.
Τις εποχές του Χρηματιστηρίου, όταν σύσσωμοι σχεδόν οι εκπρόσωποι της μικρομεσαίας τάξης ανέμιζαν τις μετοχές με περηφάνια και τζογάριζαν με τους κωδικούς, υπήρχε το λούμπεν προλεταριάτο που αδυνατούσε να αντεπεξέλθει στην καταναλωτική αφθονία και τις προκλήσεις. Τότε ήταν που κάποιες χιλιάδες πλούτιζαν και αδιαφορούσαν όπως πάντα για την εν λόγω τάξη. Πολύ απλά γιατί κάποιοι πάντα έπρεπε να συλλέγουν τα σκουπίδια του άκρατου υπερκαταναλωτισμού.
Σήμερα λοιπόν, που οι μικρομεσαίοι, υποφέρουν, σήμερα που ο τζόγος αφορά μόνο τα πλούσια τζάκια, σήμερα που οι διαμαρτυρίες παρουσιάζουν εξισωτικές τάσεις, οι φτωχοί των προηγούμενων δεκαετιών απλά έγιναν φτωχότεροι και το δράμα καλά κρατεί. Και μιλάμε για ανθρωπιστικό δράμα και όχι για το αν κάποιος δεν έχει να πληρώσει την δόση της πιστωτικής κάρτας. Το δράμα αυτό εστιάζεται και πάλι σε αυτές τις γειτονιές όπου κάποιοι πλέον βγαίνουν από τα σπίτια τους και καταφεύγουν στην ελεημοσύνη.
Και πάλι όμως η Πολιτεία είναι απούσα. Και πάλι προσπαθεί να δημιουργήσει τις θέσεις εργασίας για τους νεοάνεργους και όχι για τους χρόνια εξαθλιωμένους. Κανένα κόμμα δεν μιλά γι΄ αυτούς, κανένας περιφερειάρχης δεν γνωρίζει το μέγεθος της τραγωδίας. Τα δε εναπομείναντα «κοινωνικά» ντοκιμαντέρ εξαντλούνται στις επιβαλλόμενες καταγραφές ιστοριών ανθρώπων που από πλούσιοι ή ευημερούντες έγιναν φτωχοί και όχι για όσους που από φτωχοί έγιναν φτωχότεροι. Είναι όμως κάτι παραπάνω από αληθινό ότι η λούμπεν αυτή τάξη ουδέποτε ενδιέφερε τη μικροαστική κοινωνία και αν ποτέ αυτό γινόταν, είχε τις ευλογίες των τραπεζικών χορηγιών και των οικονομικών αιμοδοσιών από τις πολυεθνικές με το τεχνητό ανθρωπιστικό ή οικολογικό προσωπείο.
Με λίγα λόγια, όλα στο βωμό του καπιταλιστικού κέρδους και μην συγχέεται αυτό που λέω με τη γραφειοκρατική φρασεολογία των υποτιθέμενων αριστερών κομμάτων. Οι φτωχοί λοιπόν έγιναν φτωχότεροι και η Πολιτεία απλά μιλά για κρίση που δεν θα διαρκέσει πολύ. Μιλά για ανάπτυξη και ανάταξη του ασθενούς, για δημιουργία θέσεων εργασίας, και αν μη τι άλλο για υποτιθέμενη αλληλεγγύη μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων.
Φανταστείτε λοιπόν τον επί χρόνια άνεργο εργάτη της ναυπηγοεπισκευαστικής να εξισώνεται με το απολυμένο golden boy ή τον κρατικό υπάλληλο που συρρικνώθηκε ο μισθός του. Ή τον επί πολλά συναπτά έτη εξαθλιωμένο κάτοικο της Δραπετσώνας με τον μόλις πρότινος μετακομίσαντα κάτοικο του Χαλανδρίου που δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στο ενοίκιο λόγω των περικοπών και που αναπολεί τα ένδοξα χρόνια της υπερκαταναλωτικής μανίας. Αυτό μόνο σκεφθείτε και κάντε τις δέουσες συγκρίσεις, με την Πολιτεία παντελώς απούσα και τους μικρομεσαίους να ωρύονται γιατί απώλεσαν τα οφίτσια. Με λίγα λόγια αυτούς που θρηνούν και αγανακτούν για την ταλαιπωρία τους τα τελευταία τρία έτη και αυτούς που από δάκρυα έχουν στερέψει.