Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
«Τώρα το φίδι έχει βγει από το αυγό και πρέπει να πολεμήσουμε με τα πολιτικά όπλα που έχουμε», δήλωσε ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης την επαύριον της νέας προκλήσεως εκ μέρους της «Χρυσής Αυγής», η οποία (Χ.Α.) παρά την απαγόρευση που είχε αποφασίσει το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, προχώρησε σε μοίρασμα τροφίμων «μόνο σε Έλληνες», την ίδια δε στιγμή κλιμάκωσε τις επιθέσεις της κατά του πολιτεύματος και αυτό ανήμερα της 39ης επετείου από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα, το καλοκαίρι του 1974.
Ωστόσο, η δημόσια παραδοχή από το δήμαρχο Αθηναίων του υπαρκτού κινδύνου για τη δημοκρατία και τους θεσμούς από την ενδυνάμωση της «Χρυσής Αυγής» (μια ενδυνάμωση η οποία καταγράφεται στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, στις οποίες το κόμμα του κ. Νίκου Μιχαλολιάκου βρίσκεται σταθερά στην τρίτη θέση των «προτιμήσεων» των πολιτών) δεν αρκεί προκειμένου να υπάρξει λύση στο πρόβλημα, όπως δεν αρκεί για να αποκρύψει τις αιτίες που το έχουν προκαλέσει, αλλά και την ανικανότητα των δυνάμεων του αποκαλούμενου συνταγματικού τόξου να το αντιμετωπίσουν, ούτε φυσικά τις ευθύνες, πρωτίστως όσων κυβέρνησαν και κυβερνούν τη χώρα, για τη δυναμική την οποία, όπως όλα δείχνουν, το εν λόγω κόμμα έχει αποκτήσει στην ελληνική κοινωνία.
Τόσο οι κυβερνώντες όσο και τα κυρίαρχα ΜΜΕ όλο το προηγούμενο διάστημα, κυρίως μετά τις εκλογές του 2012, προχωρούσαν απλά και μόνο σε διαπιστωτικές παρατηρήσεις σχετικά με την άνοδο των δυνάμεων του ναζιστικού κόμματος, εκδήλωναν την ανησυχία τους για την ύπαρξη του «αυγού του φιδιού», αλλά, ταυτόχρονα, προσποιούνταν πως δεν αντιλαμβάνονται ότι το πρόβλημα έχει δημιουργηθεί από τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιαχθεί η κοινωνία.
Και επέλεγαν (συνεχίζουν δε να το πράττουν) να αναδεικνύουν ως μοναδική του αιτία το υπαρκτό ζήτημα με την παράνομη μετανάστευση και εν προκειμένω να «φορτώνουν» τις ευθύνες στην Αριστερά, η οποία ναι μεν αντιτίθεται στις απελάσεις και στα περιβόητα στρατόπεδα συγκεντρώσεως (τα οποία έχουν «στήσει» για τους ανθρώπους αυτούς, οι κ.κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και Νίκος Δένδιας, πρώην και νυν υπουργοί Δημοσίας Τάξεως) αλλά ταυτόχρονα δεν διαθέτει συγκροτημένη και πειστική εναλλακτική πρόταση, για την αντιμετώπιση του φαινομένου των παράνομων μεταναστών.
Όμως, το υπαρκτό αυτό πρόβλημα με τους παράνομες μετανάστες, έχει αποτελέσει το βολικό, αλλά όχι και επαρκές, άλλοθι για τη δικομματική κυβέρνηση, προκειμένου να «εξηγεί», σύμφωνα με τη λογική της, την αύξηση της δυναμικής και της απηχήσεως της «Χρυσής Αυγής» στην κοινωνία (το δε ανησυχητικό είναι πως αυτή η απήχηση βρίσκεται κυρίως στις ηλικίες 18- 44) και συνεπώς να αποκρύπτει τη γενεσιουργό του αιτία, που δεν είναι άλλη από την πολιτική των μνημονίων, τα οποία έχουν τσακίσει την κοινωνία και τους πολίτες, οι οποίοι ευρίσκονται, πλέον, στα όρια ανθρωπιστικής κρίσεως.
Και αυτήν την ανθρωπιστική κρίση, την οποία (υποτίθεται ότι) δεν βλέπει η κυβέρνηση (και μάλιστα την ύπαρξή της αρνείται πεισματικά, με τα ανύπαρκτα success stories τα οποία προβάλλει) η «Χρυσή Αυγή» προσπαθεί (και προσώρας το πράττει επιτυχώς, εκμεταλλευόμενη την παντελή απουσία του κράτους και των δομών του, αλλά και την αδυναμία της Αριστεράς, η οποία υποτίθεται πως θα έπρεπε να εμπνέεται από τον ύμνο του ΕΑΜ, το οποίο (ΕΑΜ) «μας έσωσε από την πείνα») να κάνει τη δική της παρέμβαση και να εδραιώσει, διά της «φιλανθρωπίας μόνο για Έλληνες», τα ερείσματά της στα πενόμενα και ανυπεράσπιστα λαϊκά στρώματα και να ασκήσει ρατσιστική πολιτική εκμεταλλευόμενη τον ανθρώπινο πόνο.
Ταυτόχρονα, όμως, παίζοντας καθαρά το παιχνίδι του συστήματος, αλλά και της κυβερνήσεως, ένα παιχνίδι το οποίο στηρίζεται στην ανιστόρητη «θεωρία των δύο άκρων» (με την οποία επιδιώκεται να εξισωθεί ο ναζισμός με την Αριστερά και, εν προκειμένω, η «Χρυσή Αυγή» με τον ΣΥΡΙΖΑ) οι χρυσαυγίτες βουλευτές έχουν κυριολεκτικά ξεσαλώσει στη Βουλή εναντίον του κόμματος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως και των βουλευτών του, με τελευταίο κρούσμα την επίθεση (με βάση τη ναζιστική λογική περί «συλλογικής ευθύνης») που εξαπέλυσε η κ. Ελένη Ζαρούλια, σύζυγος του «αρχηγού» Νίκου Μιχαλολιάκου, κατά του επιφανούς στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ και αντιπροέδρου της Βουλής Γιάννη Δραγασάκη για την κόρη του και το ποινικό της μητρώο, μια επίθεση την οποία αντιμετώπισε με πλήρη ανικανότητα ο προεδρεύων εκείνη τη στιγμή της συνεδριάσεως αντιπρόεδρος Γιώργος Καλαντζής.
ΤΟ ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΣΙΤΙΟ
Ειδικότερα, ανήμερα της επετείου της αποκαταστάσεως της Δημοκρατίας στην Ελλάδα (την οποία, ήδη, διά του εκπροσώπου τους Χρήστου Παππά, οι χρυσαυγίτες είχαν αμφισβητήσει στη Βουλή, χαρακτηρίζοντας την αλλαγή της 24ης Ιουλίου του 1974, ως πραξικόπημα) η «Χρυσή Αυγή» οργάνωσε «συσσίτιο μόνο για Έλληνες» και αυτό παρά τη σχετική απαγόρευση που είχε εκδώσει ο Νίκος Δένδιας.
Επρόκειτο σαφώς για ένα ρατσιστικό συσσίτιο (ήταν ένα «σκηνικό κατοχής», έγραψαν «Τα Νέα») το οποίο μετατράπηκε σε εκδήλωση βεβηλώσεως της επετείου και το οποίο εξελίχθηκε, με το κράτος να είναι ουσιαστικά ανύπαρκτο και να μην υλοποιεί ούτε καν τις δικές του απαγορευτικές (έστω και αν η συγκεκριμένη απαγόρευση θεωρήθηκε από ορισμένους ως αντιδημοκρατική) αποφάσεις.
Ουρές από χιλιάδες πεινασμένους, τους οποίους εξαιτίας της απουσίας του κράτους πρόνοιας, το οποίο έχουν καταλύσει τα Μνημόνια των συγκυβερνώντων κομμάτων και της Τρόικας, εκμεταλλεύεται η ναζιστική «Χρυσή Αυγή», δημιουργήθηκαν έξω από τα γραφεία του εν λόγω κόμματος και περίμεναν να σιτιστούν, με τις ταυτότητές τους στο χέρι (για να αποδείξουν ότι είναι Έλληνες) και αυτό έστω κι αν τελικώς έγιναν «ντεκόρ» της πολιτικής των ναζιστών.
Ταυτόχρονα, όμως, μια ομάδα από τα «παιδιά με τις μαύρες μπλούζες», περιφρουρούσε το ναζιστικό σόου, στα δε μεγάφωνα των γραφείων της «Χρυσής Αυγής», έπαιζε ο ύμνος του κόμματος, καθώς και (σύμφωνα με μαρτυρίες που έχουν καταγραφεί στον Τύπο) ναζιστικά εμβατήρια, κατά διαστήματα δε κάποιος από το πλήθος ξεκινούσε το σύνθημα «αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή» και ακολουθούσαν οι υπόλοιποι.
Ανάμεσά τους βρίσκονταν άνθρωποι όλων των ηλικιών, στους οποίους ο φανατισμός ήταν έκδηλος, η δε ανταλλαγή ναζιστικών χαιρετισμών έμοιαζε κάτι αυτονόητο, έγραψαν σχετικά ρεπορτάζ στον Τύπο.
Ωστόσο, η αστυνομική παρουσία ήταν μικρή, καθώς υπήρχαν μόνο λίγοι αστυνομικοί, οι οποίοι έκλεισαν τον δρόμο, τοποθετώντας μια κόκκινη κορδέλα και παρά τις δηλώσεις του Νίκου Δένδια ότι «οι φιλεύσπλαχνοι νεοναζί θα κληθούν να εξαντλήσουν αλλού τον φιλανθρωπικό οίστρο τους» και του Γιώργου Καμίνη ότι η διανομή τροφίμων «μόνο για Έλληνες» είναι «παράνομη» και «πολιτικά απαράδεκτη», τίποτα δεν έδειχνε ότι αυτό θα αποφευχθεί.
Κι όχι μόνο δεν αποφεύχθηκε, αλλά ο αρχηγός της «Χρυσής Αυγής» Νίκος Μιχαλολιάκος δήλωσε πως το φαγητό είναι «μόνο για Έλληνες, δεν είναι ούτε για μαύρους, ούτε για Πακιστανούς», στο δε άκουσμα της κάθε διαφορετικής φυλής, οι οπαδοί του κόμματος αποδοκίμαζαν. Ακόμα σημείωσε ότι δεν επέλεξαν τυχαία τη συγκεκριμένη μέρα για να πραγματοποιήσουν την εκδήλωσή τους, αφού «είναι 24 Ιουλίου και γιορτάζουν τον ερχομό της Δημοκρατίας». Όταν δε είπε τη λέξη Δημοκρατία, πάλι οι οπαδοί του ξέσπασαν σε αποδοκιμασίες, τον επικρότησαν όταν χαρακτήρισε τον Αντώνη Σαμαρά «προδότη» κι όταν πρόσθεσε ότι το 1974 «αποκαταστάθηκε η κλεπτοκρατία και το καθεστώς που υπέστειλε τη σημαία στα Ίμια και υπέγραψε τα Μνημόνια».
ΣΤΑ ΝΑΖΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ
Είναι εμφανές ότι οι χρυσαυγίτες μιμούνται τον προσηλυτισμό διά «κοινωνικών δράσεων» που είχαν εφαρμόσει οι Γερμανοί νεοναζί, δηλαδή ακολουθούν τη στρατηγική των συσσιτίων, προκειμένου να διεισδύσουν στον, ούτως ή άλλως, ήδη, διαλυμένο, εξαιτίας των Μνημονίων, κοινωνικό ιστό.
«Είναι μια παλιά, δοκιμασμένη τακτική, που βρήκε μιμητές σε αρκετές εξτρεμιστικές ομάδες, με πιο πρόσφατους θιασώτες στο γερμανικό νεοναζιστικό κόμμα NPD. Από τις αρχές του 2000, οι Γερμανοί ομοϊδεάτες της «Χρυσής Αυγής» προπαγάνδιζαν τις ιδέες τους με κοινωνικές παροχές μόνο για συμπατριώτες τους. Ανάλογες ενέργειες αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της δράσης του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος στα χρόνια του Χίτλερ. Ήταν το πρώτο βήμα, το πρώτο σκαλοπάτι για την ενίσχυσή τους, παρατηρεί ο Ντάνιελ Κέλερ, διευθυντής έρευνας στο Ινστιτούτο Μελέτης Εξτρεμιστικών Κινημάτων στο Βερολίνο», αναφέρει σχετικό αποκαλυπτικό ρεπορτάζ στα «Νέα».
Ο κ. Κέλερ σημειώνει επίσης ότι «επειδή κάποιος συμμετέχει σε αυτά τα συσσίτια, δεν σημαίνει ότι ενστερνίζεται τη νεοναζιστική ιδεολογία. Όμως, με αυτές τις πρακτικές, το NPD κι άλλες αντίστοιχες οργανώσεις, απενοχοποιούνται και δημιουργούν μια βάση, που τους δέχεται ως πολιτικό κόμμα. Αργότερα, μπορεί να δεχτούν και τις ιδέες τους».
Υπενθυμίζεται ότι πριν από τις δημοτικές εκλογές του 2010, η «Χρυσή Αυγή» εστίαζε τη δράση της σε γειτονιές και πλατείες του αθηναϊκού Κέντρου, ο δε Ηλίας Παναγιώταρος είχε δηλώσει τότε, στην πλατεία του Αγίου Παντελεήμονα, ότι αν η οργάνωσή του αναδείκνυε δημοτικό σύμβουλο «θα ακολουθούσαν πογκρόμ εναντίον των μεταναστών».
Μετά τις βουλευτικές εκλογές του 2012, η στόχευση της «Χρυσής Αυγής» άλλαξε και τον περασμένο Οκτώβριο ίδρυσε 15 νέους πυρήνες σε διάφορα μέρη της Ελλάδος, αυξάνοντας τον συνολικό αριθμό τους στους 43, μέσω των οποίων μοιράζει τρόφιμα και εφαρμόζει το ίδιο σχέδιο, δηλαδή αυτές τις ξενοφοβικές και ρατσιστικές δράσεις (υποτιθέμενης) αλληλεγγύης, που απευθύνονται «μόνο σε Έλληνες», προς τους οποίους, όμως, μαζί με τις σακούλες της ελεημοσύνης, μοιράζουν και προπαγανδιστικό υλικό.
Ο κ. Κέλερ είναι σαφής: «Πού βρίσκονται οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις; Πώς αντιμετωπίζουν τις τακτικές των εξτρεμιστών; Κόμματα που ασκούν περισσότερη επιρροή και έχουν μεγαλύτερη οικονομική επιφάνεια, πρέπει να επέμβουν, να γεμίσουν το κενό στους τομείς πρόνοιας, να κερδίσουν και πάλι την εμπιστοσύνη των πολιτών».
ΣΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙ;
Το πρόβλημα της διεισδύσεως της «Χρυσής Αυγής» στον κοινωνικό ιστό και η απόκτηση ερεισμάτων (τα οποία πιθανώς στο εγγύς μέλλον θα αποδειχθούν δυναμικά, όπως, τουλάχιστον, έχει αποδείξει η ιστορική πείρα) στην κοινωνία είναι το μείζον, αλλά εξίσου σημαντικό, το οποίο «βαδίζει» παράλληλα με τη συγκεκριμένη στόχευση, είναι και η κλιμάκωση της επιχειρήσεως απαξιώσεως του Κοινοβουλίου, επιχείρηση, όμως, στην οποία, είναι αλήθεια, έχουν συμβάλει τα μέγιστα, διά της πολιτικής τους πρακτικής και της στάσεώς τους, σχεδόν σύμπαντα τα πολιτικά κόμματα, το καθένα, βεβαίως, με το δικό του μερίδιο ευθύνης.
Τα κρούσματα είναι πολλά και τα καταγράφουμε, στο μέτρο του δυνατού, κατά καιρούς από τις στήλες της «Ε», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου, όχι τόσο στους πολιτικούς μας ταγούς, αλλά πρωτίστως στην κοινωνία, η δε τελευταία επίθεση που εξαπέλυσε η σύζυγος του αρχηγού της «Χρυσής Αυγής» εναντίον της κόρης πολιτικού της αντιπάλου, «κατέδειξε», σύμφωνα με την «Καθημερινή», ότι «δεν απομένουν πολλά σκαλοπάτια έως το τέλος, στην καθοδική πορεία στην οποία έχει εισέλθει η υπόθεση “κύρος του κοινοβουλευτισμού”».
Τα δείγματα της συμπεριφοράς των χρυσαυγιτών στη Βουλή δεν ξαφνιάζουν, όπως δεν ξαφνιάζει και η φρασεολογία ορισμένων εξ αυτών, μια φρασεολογία που ταιριάζει απόλυτα, λένε πολλοί αναλυτές, σε νταβατζήδες και νονούς της νύχτας, όπως για παράδειγμα η λέξη «μπουζού» (σ.σ. φυλακή) η οποία προφανώς δεν χρησιμοποιείται παρά από ανθρώπους που αν μη τι άλλο γνωρίζουν πώς να συνεννοούνται με ποινικούς...
Ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτό το λεξιλόγιο, αλλά και οι (πολλάκις με παρεμφερές λεξιλόγιο) ιδεολογικού χαρακτήρα επιθέσεις (που θυμίζουν τα πρώτα μετεμφυλιακά χρόνια) εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ, από τους χρυσαυγίτες μέσα στο Κοινοβουλίο, επιθέσεις, με τη συνοδεία λάσπης, που, όμως, βρίσκονται στην ίδια ιδεολογική γραμμή με αυτήν ορισμένων γαλάζιων βουλευτών και κυρίως του περί τον πρωθυπουργό «σκληρού πυρήνα» και στηρίζονται τόσο στη λογική της «συλλογικής ευθύνης» όσο κυρίως στη «θεωρία των δύο άκρων».
Και φυσικά αξιοποιείται στο έπακρο η λογική της προβοκάτσιας κατά του ΣΥΡΙΖΑ, τους βουλευτές του οποίου θεωρούν «γιαλαντζί κομμουνιστές», σε αντίθεση με τους «κανονικούς» του ΚΚΕ, τους οποίους, όπως λένε οι χρυσαυγίτες, «σέβονται» (!), αλλά, όπως προσφυώς τόνισε ο έμπειρος κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Θανάσης Παφίλης «δεν μας σέβεστε, μας φοβάστε», δίχως να δώσει άλλες εξηγήσεις. Ο Θανάσης Παφίλης μάλιστα «προειδοποίησε» τους χρυσαυγίτες (αποδοκιμάζοντας την επίθεση κατά του Γιάννη Δραγασάκη) ότι «αν κανείς επιλέξει να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο που κάνουν οι βουλευτές του ακροδεξιού κόμματος, τότε έχουμε να δούμε πολλά πράγματα»...
Η ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ωστόσο, αυτές οι αντιδημοκρατικές, ρατσιστικές και αντικοινοβουλευτικές συμπεριφορές, που προκαλούν το δημόσιο αίσθημα, δεν έχουν τύχει των αντιδράσεων που θα έπρεπε, κυρίως από την κυβέρνηση, η οποία πράττει ό,τι μπορεί, έστω κι αν διαστρεβλώνει την πραγματικότητα, ή και την ιστορία, για να εξισώσει τους χρυσαυγίτες με το ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως επιχειρεί να καταδείξει ότι ναζιστικές προκλήσεις στη Βουλή είναι (τις περισσότερες φορές) η «δικαιολογημένη» αντίδρασή τους σε ανάλογες προκλήσεις εκ μέρους βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ...
«Παίζουμε στο δικό σας γήπεδο, με τους δικούς σας κανόνες, με τους δικούς σας διαιτητές, με όλα κομμένα και ραμμένα στα μέτρα σας και σας κερδίζουμε κατά κράτος. Αυτή είναι η ουσία του πράγματος και θα καταλάβετε τι συμβαίνει, αν δεν το έχετε ήδη πάρει χαμπάρι», δήλωσε, κάνοντας εμφανείς τις διαθέσεις της «Χρυσής Αυγής» για το επόμενο διάστημα ο Ηλίας Παναγιώταρος, στον απόηχο των προσκλήσεων, από άλλο βουλευτή του ιδίου κόμματος, «πάμε έξω, να τα πούμε», που απηύθυνε προς εκείνους, οι οποίοι δεν κρύβουν την αντίθεσή τους προς το ναζιστικό κόμμα.
Παρ’ όλα η κυβέρνηση (πρωτίστως οι «γαλάζιοι») με τη στήριξη των κυρίαρχων ΜΜΕ, συνεχίζει να ρέπει σε αυταρχικές και (ακρο)δεξιές πολιτικές και τακτικές, να μην αντιστέκεται στα Μνημόνια, να βυθίζει περαιτέρω την κοινωνία στη φτώχεια και την εξαθλίωση, να μην αντιμετωπίζει το πρόβλημα της παράνομης μεταναστεύσεως, κι έτσι βάζει «βούτυρο στο ψωμί» των νεοναζί, η Αριστερά παραμένει αμήχανη και επί της ουσίας απούσα (ή έστω ελλιποβαρής...) από αναγκαίες δράσεις κοινωνικής αλληλεγγύης, ενώ η πολιτική του μίσους της «Χρυσής Αυγής» «επιβραβεύεται» τις δημοσκοπήσεις, καθώς παραμένει σταθερά τρίτη δύναμη στην πολιτική σκηνή.
Ο διχασμός κι οι συνεχιζόμενες κοκορομαχίες μεταξύ της κυβερνώσας πλειοψηφίας και αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, ακόμη και για το θέμα της «Χρυσής Αυγής», συνιστά επικίνδυνη εξέλιξη, που αποτρέπει την όποια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η ναζιστική πρόκληση, η δε στάση του Ευάγγελου Μεϊμαράκη, στο πλευρό του Γιάννη Δραγασάκη στη Βουλή έδειξε τουλάχιστον έναν δρόμο.
Το δρόμο της συνεννοήσεως των δυνάμεων του αποκαλουμένου δημοκρατικού τόξου για την ανακοπή της δυναμικής της «Χρυσής Αυγής», αν και σε τελευταία ανάλυση, το κλειδί βρίσκεται στα χέρια της κυβερνήσεως, η οποία θα πρέπει, διά της αλλαγής πολιτικής, αν μη τι άλλο να μειώσει τις αιτίες που τροφοδοτούν την άνοδο του ναζισμού.