Γράφει ο Στέφανος Γ. Κούτρας*
Εξήντα χρόνια πέρασαν από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο μεγάλος αγωνιστής, ο οραματιστής, ο γενναίος πολεμιστής και ο αγνός άνθρωπος Νικόλαος Πλαστήρας. Υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο και πέθανε στην Αθήνα στις 26 Ιουλίου 1953 κρατώντας στην τσέπη του μόνο 53 δραχμές.
Πέθανε φτωχός, αγωνιζόμενος τον υπέρ βωμών και εστιών αγώνα, τον αγώνα της εθνικής ανεξαρτησίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Σ' όλες τις φάσεις της ιστορικής του πορείας διεκδίκησε το στεφάνι της νίκης για τη δόξα της Ελλάδας και το κατέκτησε. Καβάλα στο άλογό του, αγέρωχος, άκαμπτος, άτρωτος από τα βόλια των εχθρών του, με την αετίσια του ματιά και με υψωμένο το σπαθί της γενναιότητας άνοιξε καινούργιες σελίδες δόξας για τον Ελληνισμό.
«Ο Πλαστήρας δύναται τις να ειπή ότι εφώτησε το στερέωμα του Ελληνικού ουρανού διάπλετου φωτός και ότι απέδωκεν εις το έθνος την αυτοπεποίθησιν ητίς επί κινδύνως είχε κλονιστεί μετά την καταστροφίν της Μικράς Ασίας. Έθνος το οποίον εις κρισίμους στιγμάς εμφανίζει τοιούτους άνδρας δύναται να αποβλέπει μετ΄εμπιστοσύνης εις το μέλλον» Αναφέρει σε σχετική επιστολή του ο Ελευθέριος Βενιζέλος. “
Ήρωες υπήρξαν πολλοί στην ιστορία μας, αλλά πάντοτε με κάποιο ελάττωμα ο καθένας τους. Έντιμοι και ευθείς επίσης, άλλα όχι πάντοτε με την ανάλογη ευψυχία. Πολύ σπάνια οι δύο αυτές αρετές συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο. Και όταν αυτό συμβεί, τότε αλήθεια του προσδίδουν κάτι σαν αγιότητα. Μια τέτοιου είδους αγιότητα, πιστεύω, απέπνεε ο Νικόλαος Πλαστήρας, ο φαινομενικά σκληρός αυτός άντρας που έσωσε την τιμή μας στη Μικρασία. Τουλάχιστον εγώ έτσι τον έχω διατηρήσει μέσα στο μικρό Πάνθεον του Βενιζελισμού όπου μεγάλωσα: μισοπραγματικόν και μισομυθικόν πάνω στο μαύρο του άλογο, να προχωρεί ασυμβίβαστος, θεληματικός, προσηλωμένος αποκλειστικά και μόνον σ' ό,τι ζητά η πατρίδα.
Εάν έπρεπε να ευχόμαστε κάτι για τον εαυτό μας εμείς οι Έλληνες, σημερινοί και μελλοντικοί, θα ήταν να τείνουμε προς αυτή την καθαρότητα ψυχής που εκείνος την έφτασε και την κράτησε ψηλά σ' όλο το μάκρος της ζωής του, σαν ατίμητο αγαθό, σαν καθαρό χρυσάφι”. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο αείμνηστος νομπελίστας λογοτέχνης Οδυσσέας Ελύτης.
Γεννήθηκε στην Καρδίτσα στις 17 Νοεμβρίου 1883. Οι γονείς του, Χρήστος και Στυλιανή, παρά τις αντίξοες συνθήκες πέτυχαν να δώσουν καλή ανατροφή στο γιο τους. Από μικρό παιδί έδειξε τις ηγετικές του ικανότητες και το ταλέντο του για τα πολεμικά πράγματα.
Το 1904 κατατάχθηκε ως δεκανέας στο πεζικό Σύνταγμα των Τρικάλων ενώ το 1905, ως λοχίας, έλαβε μέρος στα ανταρτικά σώματα στην περιφέρεια των Γρεβενών. Τον Οκτώβριο του 1909 εισήχθη κατόπιν εξετάσεων στο Σχολείο των Υπαξιωματικών, από το οποίο αποφοίτησε τον Ιούλιο του 1912 με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού.
Οι πόλεμοι του '12 τον βρήκαν Ανθυπολοχαγό καβάλα στο άλογό του σκορπώντας τον πανικό και τη σύγχυση στις εχθρικές τάξεις.
Τον Ιούνιο του 1913 αρχίζει ο Βουλγαρικός Πόλεμος. Στις μάχες του Κιλκίς και του Λαχανά πηδάει στη φωτιά του πολέμου και αψηφώντας κάθε κίνδυνο τρέπει σε άτακτη φυγή τους Βουλγάρους. Οι Βούλγαροι, αδύναμοι να αντικρούσουν την ορμητικότητα του Μαύρου Καβαλάρη, αναγκάζονται να υπογράψουν εκεχειρία. Για τα ανδραγαθήματά του αυτά πήρε προαγωγή.
Αλλά ο Πλαστήρας και μετά τις νίκες αυτές δεν εφυσυχάζει, γιατί βλέπει μαύρα σύννεφα στον ελληνικό ορίζοντα.
Από τη μια μεριά βλέπει τους Τούρκους να σχεδιάζουν την κατάληψη των νησιών και της Θράκης και από την άλλη μεριά τους Βουλγάρους να οραματίζονται την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια που απηύθυνε στον Πρωθυπουργό Βενιζέλο: «όποιος βλέπει την πατρίδα του να καταστρέφεται και κάθεται αδρανής, είναι το ίδιο σαν να την καταστρέφει ο ίδιος με τα χέρια του». Η νίκη στο Σκρα, που ανήκει αποκλειστικά στον Πλαστήρα, αλλάζει τον ρουν του Βουλγαρικού Πολέμου. Τον Μάρτιο του 1919 με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη μετέβη στην Ουκρανία, επικεφαλής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων. Σε αλλεπάλληλες μάχες κατατρόπωσε τους Μπολσεβίκους βγάζοντας από το αδιέξοδο το Σύνταγμα του Κονδύλη, τους Γάλλους και τους Λευκορώσους. Στα μέσα Μαΐου του 1919 το σώμα της Ουκρανίας διατάχτηκε να κατέβει στη Μικρά Ασία. Ο Πλαστήρας τοποθετήθηκε στη Μαγνησία όπου δημιούργησε έναν ολόκληρο πολιτισμό. Με τις φιλανθρωπικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις αιχμαλώτισε τις ψυχές του ελληνικού πληθυσμού της Μικράς Ασίας. Δίνει άλλη όψη στον πόλεμο, τον τοποθετεί σε βάση εκπολιτιστική στην υπηρεσία της ειρήνης και της συναδέλφωσης των λαών.
Οι εκλογές του Νοέμβρη του 1920 γκρέμισαν το μεγαλείο της Ελλάδας. Ο Πλαστήρας μένει στη θέση του Διοικητή του 5/42 ηρωικού Συντάγματος.
Πολεμάει ασταμάτητα όχι για το χαμένο όνειρο της Μεγάλης Ελλάδας αλλά για να σώσει την τιμή των ελληνικών όπλων και περισσότερο να σώσει τα ελληνικά νιάτα που οραματίζονται στο πρόσωπό του τη σωτηρία και την επιστροφή τους στη Μητέρα Ελλάδα.
Πολεμάει και ταυτόχρονα επιβιβάζει τον άμαχο πληθυσμό της Μικράς Ασίας και το στρατό στα πλοία για να τους μεταφέρει σώους στην πατρίδα.
Ένα εκατομμύριο τριακόσιες χιλιάδες άμαχο πληθυσμό επιβίβασε στα πλοία.
Ο Πλαστήρας αποβιβάστηκε στη Χίο στις 2 Σεπτεμβρίου 1922 βρίσκοντας την Ελλάδα βυθισμένη στο πένθος και την καταστροφή. Την επανάσταση αυτή ο Πλαστήρας την κήρυξε στη Χίο στις 11 Σεπτεμβρίου 1922 βρίσκοντας σύμφωνο στρατό και λαό. Η επανάσταση του 1922 συνέβαλε αποφασιστικά στην ανασύνταξη του στρατού, στην αποκατάσταση των προσφύγων, στην απαλλοτρίωση των τσιφλικιών και στη ρύθμιση των συνόρων. Στις 2 Ιανουαρίου 1924 ο αρχηγός της επανάστασης εμφανίστηκε ενώπιον της Συνέλευσης που συνήλθε στην Αθήνα και παρέδωσε την εξουσία. Η εθνική συνέλευση τον προήγαγε σε αντιστράτηγο και τον ανακήρυξε Άξιο της Πατρίδας. Έκτοτε ο Πλαστήρας ζούσε ως ιδιώτης πότε στην Καρδίτσα και πότε στο εξωτερικό, ικανοποιημένος ότι η επανάστασή του έβγαλε την Ελλάδα από το χάος και την οδήγησε στο δρόμο της ευημερίας και της προόδου. Η Ελλάδα όμως δεν άργησε να εκτραπεί από την πορεία της δημιουργίας που την οδήγησε η επανάσταση του ’22. Η περίοδος αυτή μέχρι το 1951 είναι γνωστή ως θυελλώδης εποχή του εμφυλίου σπαραγμού, εποχή που δεν έχει ζήσει άλλη φορά η Ελλάδα.
Ο Πλαστήρας το 1950 ίδρυσε την ΕΠΕΚ. Το 1951 σχημάτισε κυβέρνηση με αντιπρόεδρο τον Σοφοκλή Βενιζέλο. Έβαλε σε εφαρμογή το μεγαλόπνοο πρόγραμμα που είχε ως βάση «Ειρήνη, Δημοκρατία, Εθνική Ανεξαρτησία Κοινωνική Δικαιοσύνη».
Προώθησε το ειρηνευτικό του πρόγραμμα με την κατάργηση των ξερονησιών. Χιλιάδες Έλληνες αποφυλακίστηκαν και επέστρεψαν στα σπίτια τους.
Προχώρησε σε απαλλοτριώσεις τσιφλικιών σε μια εποχή που η Ελλάδα αμερικανοκρατούνταν και κανείς δεν τολμούσε να κάνει λόγο για τέτοιου είδους κοινωνικές μεταρρυθμίσεις.
Προχώρησε με γοργούς ρυθμούς στην κατασκευή αποστραγγιστικών έργων και έργων οδοποιίας.
Αμέριστο ήταν το ενδιαφέρον του για τον τόπο όπου γεννήθηκε.
Συνέλαβε το σχέδιο για την κατασκευή του φράγματος Ταυρωπού.
Επιτάχυνε τις διαδικασίες για την υδροηλεκτρική αξιοποίηση του ποταμού Μέγδοβα. Έτσι λοιπόν άρχισαν οι εργασίες για τη δημιουργία του υδροηλεκτρικού εργοστασίου για να μεταβληθεί λίγο αργότερα η άλλοτε άγονη έκταση της περιοχής σε Γη της Επαγγελίας.
Ο Πλαστήρας με τη ρωμαλέα φιλολαϊκή πολιτική του άρχισε να γίνεται πόλος έλξης των μικρών κοινωνικών τάξεων και να ενοχλεί πολλούς. Ως Πρωθυπουργός της περιόδου 1951 - ’52 χάραξε μια ελληνοπρεπή και ακηδεμόνευτη πολιτική. Συγκρούεται με τους Αμερικανούς, γι' αυτό ο Πιουριφόι δραστηριοποιήθηκε για να απαλλαγεί από τον Πλαστήρα. Ο Αμερικανός εκμεταλλεύτηκε την ασθένεια του Αρχηγού και πέτυχε με τη βοήθεια του παλατιού να εκτελέσει τον λαϊκό αγωνιστή Νίκο Μπελογιάννη. Έτσι, ύστερα από ένα χρόνο διακυβέρνησης, έπεσε η κυβέρνηση Πλαστήρα για να προκηρυχθούν οι εκλογές για τις 16 Νοεμβρίου 1952. Το αντιπλαστηρικό κλίμα παίρνει διαστάσεις. Οι Αμερικανοί αγοράζουν εκλογικά βιβλιάρια δημοκρατικών πολιτών. Στις κάλπες προσέρχονται να ψηφίσουν μόνο οι μισοί. Έτσι λοιπόν ο Πλαστήρας έχασε τις εκλογές.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες έκλεισε το σκηνικό του δημόσιου βίου αυτού του γίγαντα της Νεοελληνικής Ιστορίας, για να κλείσουν ύστερα από λίγο μια για πάντα και τα μάτια του Μαύρου Καβαλάρη. Ο λαός της Θεσσαλίας άλλα και ολόκληρης της Ελλάδας ας τιμήσει τη μνήμη του ρίχνοντας ένα λουλούδι στον έφιππο ανδριάντα του στην ομώνυμη πλατεία της Καρδίτσας. Ο Νικόλαος Πλαστήρας ανανέωσε την εθνική μας ταυτότητα και πέρασε θριαμβευτικά στο θρύλο, γενόμενος σύμβολο φιλοπατρίας, τιμιότητας και παλικαριάς.
* Ο Στέφανος Γ. Κούτρας είναι πρόεδρος της Ομοσπονδίας Θεσσαλικών Σωματείων Αττικής “Η Πανθεσσαλική Στέγη” , διδάκτορ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων