Του Γιάννη Μήτσιου, φυσικού - νομικού
Μία γερμανική παροιμία λέει τα εξής «Οσα δεν έχει μάθει ο Γιαννάκης δεν θα τα μάθει ποτέ ο Γιάννης». Η αντίστοιχη ελληνική παροιμία είναι γνωστή: «Τώρα στα γεράματα μάθε γέρο γράμματα». Είναι, πράγματι, οδυνηρή αλήθεια πως γράμματα μετά την ενηλικίωση του ανθρώπου δύσκολα μαθαίνονται. Οσα μαθαίνονται, κακομαθαίνονται και γρήγορα λησμονούνται. Το ανθρώπινο μυαλό παύει να λειτουργεί σαν σφουγγάρι που ρουφάει τα νάματα της γνώσης και η μνήμη διαρκώς εξασθενεί.
Όλα αυτά τονίζουν την αναγκαιότητα της σωστής εκπαίδευσης μέχρι την ενηλικίωση των νέων ανθρώπων. Αν πάρουμε ως παράδειγμα τη γλώσσα, που τη διδασκόμαστε 6 χρόνια από τη μητέρα μας, 6 χρόνια στο Δημοτικό και 6 χρόνια στο Γυμνάσιο και Λύκειο, αν δεν τη μάθουμε σωστά δεν θα τη μάθουμε ποτέ. Το πανεπιστήμιο δεν προσφέρει βασική μόρφωση, εξειδίκευση παρέχει. Αυτά τα απλά και κατανοητά απ΄ όλους μοιραία σε οδηγούν να αναρωτηθείς: Αραγε, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην αποστολή του; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Σύμφωνα με τον διαγωνισμό του ΟΟΣΑ (PISA), που γίνεται κάθε τρία χρόνια, πρώτη έρχεται η Φινλανδία όπου, σημειωτέον, η αναλογία καθηγητών προς μαθητές είναι 1:18 και από τις τελευταίες η Ελλάδα, όπου η αντίστοιχη αναλογία είναι 1:8!
Ας ξεκινήσουμε από κάπου: Το 1976, με υπουργό Παιδείας τον Ράλλη και Αρχιτέκτονα τον Παπανούτσο, έγινε μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση η οποία επικυρώθηκε με τον νόμο 309/1976. Το κομβικό σημείο αυτής της μεταρρύθμισης ήταν το εξής: Όλα τα Ελληνόπουλα θα φτάνουν υποχρεωτικά μέχρι την Γ΄ τάξη του Γυμνασίου. Στο τέλος αυτής της τάξης θα γίνονται πανελλαδικές εξετάσεις ώστε ένα 35 - 40% να συνεχίζει στο Λύκειο και στα ΑΕΙ και ΤΕΙ και οι υπόλοιποι να στρέφονται σε καλά οργανωμένες τεχνικές και επαγγελματικές σχολές.
Η μεταρρύθμιση αυτή εφαρμόστηκε για τρία μόλις χρόνια. Στη συνέχεια γελοιοποιήθηκε με επανειλημμένες εξετάσεις και το 1982 καταργήθηκε. Ηταν η εποχή που αιωρούνταν στην ελληνική περιρρέουσα ατμόσφαιρα τα συνθήματα «Όχι στο αίσχος των εξετάσεων», «Όχι φραγμοί στη μόρφωση», «Ανωτατοποίηση χωρίς εντατικοποίηση» και άλλα παρόμοια. Αρχισαν να ιδρύονται νέα πανεπιστήμια για να φτάσουμε σήμερα να έχουμε 40 ΑΕΙ και ΤΕΙ με 500 τμήματα διασκορπισμένα σε 74 πόλεις και κωμοπόλεις. Εγινε έτσι η Ελλάδα ένα απέραντο εργοτάξιο μαζικής παραγωγής πτυχιούχων.
Εγραψε τότε (1984) ο Παπανούτσος ένα άρθρο στο οποίο τόνιζε ότι αυτό που γίνεται είναι έγκλημα κατά της νεολαίας. Σήμερα αυτό είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού. Η φούσκα έσκασε. Το πτυχίο, κατά κανόνα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από εισιτήριο για την ανεργία. Αν είναι κάποιος θαρραλέος μπορεί να βρει κάποιο διέξοδο στη μετανάστευση, στην υποαπασχόληση και στην ετεροαπασχόληση. Όλα αυτά ήταν επόμενο να επηρεάσουν βαθύτατα όλο το εκπαιδευτικό σύστημα και, ιδιαίτερα, τη ραχοκοκαλιά του, τη Μέση Εκπαίδευση. Για να απορροφηθεί ένα μέρος, έστω, των πτυχιούχων άρχισαν να διορίζονται αθρόως καθηγητές σε Γυμνάσια και Λύκεια, εισήχθησαν μάλιστα και νέα μαθήματα όπως Θεατρολογία, Τεχνολογία κ.λπ. Σε εφαρμογή τέθηκε η αρχή «λιγότερη δουλειά για περισσότερους ανθρώπους». Χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι η «συνταγή» αυτή της λιγότερης δουλειάς έχει σαν συνέπεια και τις μικρότερες αποδοχές: Όταν η πίτα χωρίζεται σε πολλά κομμάτια τότε το μέγεθος των κομματιών, δυστυχώς, μικραίνει.
Ηταν φυσικό, με όλα τα παραπάνω, το επίπεδο της προσφερόμενης παιδείας να πέσει χαμηλά. Οι έννοιες πειθαρχία, ευγενική άμιλλα, απορριφθέντες, ανεξεταστέοι κ.λπ. ήταν άγνωστες λέξεις. Η διδακτική μεθοδολογία περιορίζεται σε δύο λέξεις: Παπαγαλία και ασκησιολογία. Η αξιολόγηση και η αξιοκρατία έχουν τεθεί στο ψυγείο. Τα πρόσωπα που κυριαρχούν στο προσκήνιο είναι οι συνδικαλιστές, οι φροντιστές και οι «καλοθελητές». Μερικοί μάλιστα πουλούσαν και θέματα sos για τις πανελλαδικές εξετάσεις.
Εχω την ακράδαντη γνώμη ότι το εκπαιδευτικό αυτό οικοδόμημα θα είχε καταρρεύσει αν δεν υπήρχε η μεγάλη πλειονότητα των καθηγητών, οι οποίοι παρ΄ όλα όσα υφίστανται συνεχίζουν να φυλάγουν με θέρμη Θερμοπύλες…
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι τι πρέπει να γίνει. Το ερώτημα είναι καίριο αλλά και δύσκολο επειδή έχουμε να κάνουμε με μια κοινωνία απροστάτευτη απέναντι στη λαίλαπα του λαϊκισμού και με μια πολιτική τάξη η οποία μόνο παραδείγματα προς αποφυγήν παρουσιάζει. Δεν είμαστε π.χ. Σουηδία, που έκλεισε τις ιατρικές και οδοντιατρικές σχολές μέχρις ότου απορροφηθούν οι άνεργοι πτυχιούχοι. Προσωπικά, νομίζω, ότι έτσι θα σέρνεται, για να αντιγράψω τον Μακρυγιάννη. Εκτός αν πολιτική ηγεσία και κοινωνία θελήσουν να δουν κατάματα την πραγματικότητα με σκοπό να την ανατρέψουν.