Από τον Κων/νο Οικονόμου
Η Εκκλησία διακηρύσσει ότι το σώμα αποτελεί Ναό του Αγίου Πνεύματος, κατοικητήριο της αθανάτου ψυχής και προβολή της αιωνιότητας στον φθαρτό κόσμο. Η καύση του σώματος, συνεπώς, προσβάλλει την πίστη στην αιωνιότητα. Η διαδικασία της φθοράς του σώματος πρέπει να είναι φυσική και ποτέ εξαναγκασμένη. Καύση σημαίνει τέλος του ανθρώπου, ενώ ταφή σημαίνει προσδοκία Ανάστασης. Η ταφή στηρίζεται στην Αγία Γραφή σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος «χους εστί και εις χουν απελεύσεται». Ο Χριστιανισμός είναι αντίθετος με την καύση των νεκρών και τάσσεται υπέρ της ταφής, συναρτώντας ιερότητα ψυχής και σώματος.Ο σεβασμός στον άνθρωπο οφείλεται και μετά θάνατον και αποδίδεται με την ταφή και όχι με καύση. Η καύση είναι βίαιη επέμβαση στη φυσιολογική φθορά.
ΟΙ ΥΠΕΡΜΑΧΟΙ ΤΗΣ ΚΑΥΣΗΣ: Πρόσφατα, δήμαρχος έθεσε σε ... πρώτη προτεραιότητά τη δημιουργία κλιβάνων αποτέφρωσης των νεκρών. Οικονομική κατάσταση, ανεργία, βουνά απορριμμάτων, κυκλοφοριακό, φαίνεται ότι έχουν μικρότερη σημασία γι’ αυτόν από την καύση των νεκρών! Είναι γεγονός ότι διάφορα πρόσωπα, διαπνεόμενα από αθεϊστικές και μηδενιστικές αντιλήψεις, προβάλλουν έωλα επιχειρήματα για τα οποία “επιβάλλεται” η πρακτική αυτή. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι τα κοιμητήρια και ο απαράδεκτος τρόπος ταφής στις μεγαλουπόλεις δημιουργεί οικολογικά προβλήματα! Άλλοι προβάλλουν λόγους οικονομικούς. Το κόστος ταφής είναι δυσβάστακτο για φτωχούς πολίτες. Κάποιοι άλλοι προβάλλουν λόγους συνειδησιακούς. Θεωρούν τον τρόπο διάθεσης του σώματός τους προσωπική τους υπόθεση, ακόμη και μετά θάνατον. Χαρακτηρίζουν την καύση της σορού των ως αξιοπρεπή πράξη, σε σχέση με την ταφή και γι’ αυτό υπεραμύνονται της καύσεως.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ: Από ιστορικής άποψης, η καύση των νεκρών είναι παλιά συνήθεια, απαντώμενη σε πρωτόγονες-απολίτιστες κοινωνίες. Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης ατένιζαν περιδεείς το γεγονός του θανάτου, ενώ πίστευαν πως ο νεκρός μπορούσε να ασκήσει επιρροή στους ζωντανούς. Η πίστη αυτή υιοθετήθηκε από διάφορες θρησκείες, που συνέχισαν να καίνε τους νεκρούς. Η πρακτική επικράτησε από ανατολικά θρησκεύματα (Ινδουϊσμός, Βουδισμός), λόγω της αλλόκοτης πίστης στην μετενσάρκωση που δημιουργεί αποστροφή για το νεκρό σώμα. Η σκιώδης και ακαθόριστη αντίληψη για τη μεταθανάτια ζωή δημιούργησε συνθήκες για την καταστροφή του σώματος των νεκρών και στο αρχαιοελληνικό περιβάλλον. Πάντως κατά κανόνα στην αρχαιότητα εφαρμοζόταν η ταφή, σε αντίθεση με ό,τι υποστηρίζουν οι θιασώτες της καύσεως. Απόδειξη τα αρχαιοελληνικά νεκροταφεία όλων των εποχών, που αποδεικνύουν την διαδεδομένη πρακτική της ταφής των νεκρών από τους προγόνους μας. Ανάλογη πρακτική εφάρμοζαν και οι Ρωμαίοι. Σε Αιγυπτίους και Εβραίους εφαρμοζόταν αποκλειστικά η ταφή. Το ανθρώπινο σώμα θεωρείτο θείο δημιούργημα και γι’ αυτό τύγχανε ιδιαίτερου σεβασμού. Πρέπει, όμως, να σκεφτούμε ότι στους χρόνους της Π. Διαθήκης μόνο το σώμα καθόριζε την ανθρώπινη υπόσταση. Ο Χριστιανισμός, αντίθετα, έδωσε μεγάλη σημασία στην ψυχοσωματική ενότητα του ανθρώπου. Η νέα θρησκεία απέδωσε μια πρωτόγνωρη τιμή για το σώμα, ως δημιούργημα του Θεού, που έχει βαθύτερη οντολογική σημασία για τον άνθρωπο, διότι μαζί με την ψυχή αποτελούν βασικά στοιχεία της ανθρώπινης φύσεως. Ενώ η ψυχή είναι ο «έσω άνθρωπος» (Ρωμ.ζ΄22), το σώμα είναι ο «έξω ημών άνθρωπος» (Β΄Κορ.δ΄16). Εάν λείπει ένα από αυτά τα δύο στοιχεία δε λογίζεται άνθρωπος.
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΣΩΜΑ: Η μεγάλη τιμή του ανθρωπίνου σώματος αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο Υιός του Θεού «σάρξ εγένετο». To ανθρώπινο σώμα, συνεπώς, καθαγιάστηκε στο Θείο Πρόσωπο του Λυτρωτή. Από τη στιγμή της Θείας Ενανθρωπήσεως το ανθρώπινο σώμα παραμένει ενωμένο με τη θεία φύση στο Πρόσωπο του Θεανθρώπου. Το ανθρώπινο σώμα έχει πια θεωθεί, διά της του Κυρίου Αναλήψεως. Χάρις στην Ανάσταση του Χριστού, ο βιολογικός θάνατος δεν επηρεάζει την οντολογική σύσταση του ανθρώπου. Ο θάνατος, προσωρινός χωρισμός της ψυχής από το σώμα, κατάλοιπο της αμαρτίας, χαρακτηρίζεται ως ύπνος (Μάρκ.ε΄40). Στα έσχατα της ανθρώπινης ιστορίας, θα γίνει ανάσταση των νεκρών, δηλαδή επανένωση ψυχών και σωμάτων (Α΄Θεσ.δ΄16), όπως έγινε και με το αναστημένο σώμα του Χριστού. To ανθρώπινο σώμα θα συνδοξασθεί με την ψυχή, επειδή «δει το φθαρτόν τούτο ενδύσηται αφθαρσίαν» (Α΄Κορ. ιε΄52). Γι’ αυτό η Εκκλησία υιοθέτησε από την αρχή την ταφή των κεκοιμημένων. Μάρτυρας οι κατακόμβες της αρχαίας Εκκλησίας που ήταν, ουσιαστικά, υπόγεια κοιμητήρια. Τα σώματα των κεκοιμημένων αναπαύονται στα κοιμητήρια, λογιζόμενα από τους πιστούς ως “εν υπνώσει”, μέχρι να ηχήσει η έσχατη σάλπιγγα και να αναστηθούν εν Κυρίω. Τα κοιμητήρια είναι τόποι σημαντικοί για τους πιστούς, εκεί βρίσκονται τα σώματα των προσφιλών τους προσώπων. Οι τάφοι είναι μικροί «οίκοι» που στεγάζουν αυτά τα σώματα και τους οποίους φροντίζουν επιμελώς. Οι επιμνημόσυνες τελετές έχουν μεγάλη θεολογική σημασία, διότι εκτός από ικεσίες στο Θεό για την ανάπαυση της ψυχής του κεκοιμημένου, υπενθυμίζουν στους ζώντες συγγενείς το συγκλονιστικό γεγονός του θανάτου και τη θεία δικαοσύνη. Συμπερασματικά, η διαδικασία καύσης των νεκρών σωμάτων είναι πρακτική ξένη με την Ορθόδοξη παράδοσή μας. Το ανθρώπινο σώμα αξίζει τιμής και φροντίδας και όχι βίαιης καταστροφής. Όσο για το κόστος, αυτό μπορεί να μειωθεί με την αποφυγή πολυτελών και επιδεικτικών κηδειών, καθώς και την ανέγερση πολυτελών τάφων. Άλλωστε ο πιστός πρέπει να είναι λιτός και η ματαιοδοξία δεν “χωρεί” στα κοιμητήρια, στους κατ’ εξοχήν τόπους αυτοσυνειδησίας.
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ ΣΤΟΥΣ ΚΛΙΒΑΝΟΛΑΓΝΟΥΣ: Στους αρνητές της ταφής και υπερμάχους της καύσης, που ομιλούν περί ελευθέρας βούλησης, θυμίζουμε πως κυρίαρχοι σε κάποιο πράγμα, το σώμα μας, θεωρούμαστε εφόσον αυτό το κατασκευάσαμε και το κατέχουμε οι ίδιοι. Το σώμα μας δεν είναι δική μας δημιουργία. Είναι ποίημα του Θεού και ανήκει σε Εκείνον. Συνεπώς δεν έχουμε δικαίωμα να το διαθέσουμε όπως θέλουμε, πόσο μάλλον να το καταστρέψουμε δια της πυράς. Ακόμη ας αναρωτηθούμε: είναι δυνατόν ένα πρωτόγονο και βάρβαρο έθιμο, όπως η καύση των νεκρών, να τηρείται στην πολιτισμένη εποχή μας; Πώς θα μπορούσε να δεχτεί μια μητέρα να αντικρίσει την απανθράκωση του παιδιού της ή την συντριβή μέχρι κονιορτοποιήσεως των οστών του, καθώς αυτά είναι άκαυτα; Μ' όλα αυτά, είναι πασιφανές ότι η καύση των νεκρών εντάσσεται σε ένα γενικότερο σχέδιο περιθωριοποίησης κάθε χριστιανικής πρακτικής, που απορρέει από την μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας μας. Τα τελευταία χρόνια δρομολογείται η περιθωριοποίηση της Εκκλησίας και του Χριστού. Άλλωστε η καύση των νεκρών εντάσσεται στα πολλά «αιτήματα» αντιθέων παραγόντων, που αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στην κοινωνία, επιθυμούν να πλήξουν την Εκκλησία!
Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας