Από Αχιλλέα Πιτσίλκα, Διδάκτορα Θεολογίας
Τη Μ. Τρίτη η Εκκλησία μας υπενθυμίζει στους πιστούς την παραβολή των 10 Παρθένων, για να παρακινήσει τον καθένα μας στην εγρήγορση και ταυτόχρονα να προετοιμάσει στην αντάξια «απάντηση» του Κυρίου με τη σωστή συμμετοχή μας στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Από την όλη δε διήγηση της παραβολής αυτής, που είναι ένα ηχηρό εγερτήριο σάλπισμα και μια πάρα πολύ δυνατή προτροπή για φρόνιμη επαγρύπνηση σε όσα αφορούν στην πνευματική καλλιέργεια και τη σωτηρία, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν κυρίως τα εξής:
Όλοι καλούνται στους γάμους
Όλοι οι άνθρωποι, που παρομοιάζονται στην παραβολή αυτή με 10 παρθένες, κλήθηκαν στους γάμους του Νυμφίου (Υιού) με την Εκκλησία, γιατί ο Τριαδικός Θεός όλους τους αγαπά δωρεάν και θέλει να τους καταστήσει μετόχους των αγαθών της αιώνιας βασιλείας του. Κάποιοι όμως από τους ανθρώπους έχουν «βεβυσμένας τας ακοάς» (βουλωμένα τα αυτιά της ψυχής) και για τούτο δεν ακούν το «δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι», που βροντοφώναξε ο Κύριος (Βλ. Ματθ. 11,28 κα)
Ο Νυμφίος έρχεται ξαφνικά
Ο Νυμφίος σύμφωνα με τη διήγηση της παραβολής, χρόνιζε να έλθει. Για τούτο όλες οι Παρθένες «ενύσταξαν και εκάθευδον» (Ματθ 25,5). Καθώς όμως όλες ήταν κοιμισμένες, μια κραυγή ακούσθηκε ξαφνικά στο μέσο της νύκτας, που έλεγε: -«Ιδού ο Νυμφίος, εξέρχεσθε εις απάντησιν αυτού» (Ματθ. 25,6). Με τα λόγια δε αυτά ο Κύριος δίδαξε το αιφνίδιο της Β' Παρουσίας του, το χρόνο της οποίας «ουδείς οίδεν» (Ματθ. 24,36) παρά μονάχα ο Θεός. Για τον λόγο αυτό πρέπει κάθε άνθρωπος να γρηγορεί και να είναι έτοιμος κάθε ώρα να δώσει τον λόγο της οικονομίας του, εφόσον δεν γνωρίζει όχι μονάχα τον χρόνο της Β' Παρουσίας του Κυρίου, αλλά ούτε και τον χρόνο που θα τον καλέσει ο Θεός.
Οι μωρές Παρθένες μένουν έξω από τον νυμφώνα του Χριστού
Όταν ακούστηκε η κραυγή «ιδού ο Νυμφίος έρχεται», οι φρόνιμες Παρθένες, κατά την παραβολή, «εκόσμησαν τας λαμπάδας αυτών» και «εισήλθον μετά του Νυμφίου εις τους γάμους», ενώ οι μωρές, που έτρεξαν εκείνη την ώρα να προμηθευτούν το «έλαιον» για τα λυχνάρια τους, κλείστηκαν έξω. Όταν δε ξαναγύρισαν και κτυπούσαν τη θύρα, φωνάζοντας το «άνοιξον ημίν», ο Νυμφίος διαβεβαίωσε τις μωρές Παρθένες ότι δεν τις αναγνωρίζει, αφήνοντας αυτές «έξω του Νυμφώνος» της βασιλείας (Βλ. Ματθ 25,12)
Τα πιο πάνω βέβαια λόγια του Χριστού οι ωριγενίζοντες αιρετικοί δεν τα παραδέχονται και υποστηρίζουν ότι δήθεν «όλοι οι άνθρωποι μια ημέρα στον Παράδεισο θα πάμε». Με τον τρόπο όμως αυτό αρνούνται στην πραγματικότητα τη Θεία φύση του Χριστού, που διακήρυξε ξεκάθαρα ότι «απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ. 25,46), βάζοντας τον εαυτό τους πάνω από τον Χριστό και δεχόμενοι ως θεό τον «θεό» του αιώνος τούτου, που στη ζωή αυτή υπηρετούν. Οι άγιοι Πατέρες όμως κατέστησαν την εσχατολογία του Κυρίου (στον οποίο πίστευαν ακράδαντα ως ομοούσιο με τον Πατέρα) αφόρμηση της πνευματικής ζωής. Για τούτο τόνισαν όχι μονάχα με τους λόγους τους, αλλά και με την ανεπανάληπτη Υμνολογία της Μ. Εβδομάδος την αναγκαιότητα της εγρήγορσης ώστε να «μην μείνουμε έξω του Νυμφώνος Χριστού» «Την ώραν ψυχή του τέλους εννοήσασα» λέγει ένα από τα τροπάρια αυτά, το δοθέν σοι τάλαντον φιλοπόνως έργασαι, ταλαίπωρε, γρηγορούσα και κράζουσα, μη μείνωμεν έξω του νυμφώνος Χριστού».
Για να μην μείνουμε όμως έξω από τον νυμφώνα της ουράνιας βασιλείας, οι άγιοι πατέρες μάς προτρέπουν να σπεύδουμε έγκαιρα προς τους πωλούντας το «έλαιον» της Χάρης του Θεού, δηλ. τους πνευματικούς, να εξομολογούμεθα, σαν τον άσωτο που ξαναγύρισε στον Πατέρα, και να καλλιεργούμε τα τάλαντα που μας έδωσε ο Θεός, πτεροφυώντας και πετώντας προς τις κορυφές των χριστιανικών αρετών, γιατί ο άνθρωπος, που τρέχει, που ανατρέχει και που πετά πνευματικά, φθάνει στο πλατύσκαλο της απάθειας και της αγάπης και ενώνεται με την αιώνια αγάπη, δηλ. με τον Θεό.