Του Νικ. Αθ. Παπαδεοδώρου
Στη σημερινή συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου, μία από τις πλέον πυκνοκατοικημένες συνοικίες της Λάρισας, για αρκετά χρόνια μετά την απελευθέρωση δεν υπήρχε εκκλησία, ούτε και σχολείο, επειδή επί τουρκοκρατίας όλη αυτή η περιοχή της πόλης, που την ονόμαζαν Καραγάτς μαχαλά κατοικούνταν αποκλειστικά από οθωμανικές οικογένειες και θα μπορούσε να πει κανείς ότι ήταν δύσκολο και να την πλησιάσουν οι χριστιανοί. Εκεί είχαν κτίσει τα κονάκια τους πολλοί Τούρκοι μπέηδες, αρκετοί από τους οποίους παρέμειναν στη Λάρισα και μετά το 1881 που έγινε η ενσωμάτωση της Θεσσαλίας με την Ελλάδα. Τόπο λατρείας είχαν το Μπουρμαλί τζαμί(1) που βρισκόταν εκεί που σήμερα έχει κτισθεί ο κινηματογράφος Βικτώρια».
Στο κέντρο της συνοικίας αυτής κατείχε μία τεράστια οικοπεδική έκταση λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση ο Οθωμανός Χασάν Ετέμ Εφένδης(2).Ήταν ένας πλούσιος, φιλάνθρωπος και ευγενής στην ψυχή Λαρισαίος μεγαλοκτηματίας. Ήταν δήμαρχος της πόλης επί τουρκοκρατίας και χάρη στα έμπρακτα φιλελληνικά του αισθήματα θεωρήθηκε ικανός και έμπιστος από την ελληνική κυβέρνηση να καταλάβει τη θέση του προσωρινού υπηρεσιακού δημάρχου Λαρίσης κατά το πρώτο έτος μετά την απελευθέρωση (1881-1882). Το φθινόπωρο του 1882 παραιτήθηκε και στη θέση του διορίσθηκε ο μεγαλοεπιχειρηματίας Αργύριος Διδίκας. Με την πάροδο των ετών και έπειτα από την αποχώρηση πολλών Τούρκων από την περιοχή, οι Έλληνες που εγκαταστάθηκαν σ’ αυτήν στερούνταν ευκτήριου οίκου και ήταν αναγκασμένοι να καταφεύγουν σε ναούς γειτονικών συνοικιών (Αγ. Σαράντα, Αγ. Νικόλαος). Για τον λόγο αυτό πριν αποχωρήσει από τη Λάρισα ο Χασάν Ετέμ Εφέντης δώρισε στις 3 Ιουνίου 1887 ενώπιον του συμβολαιογράφου Λαρίσης Παναγιώτου Σκαμβούγερα «...έν οικόπεδον εκ μέτρων περίπου δύο χιλιάδων... και παρέδωκε αυτό προς τον έμπορον Διονύσιον Σ. Γαλάτην(3) αμετακλήτως, υπό τον όρον όπως εντός έξη μηνών από σήμερον τω χρησιμοποιήση ως οικόπεδον προς ανέγερσιν εκκλησίας εν τη συνοικία ταύτη του Καραγάτς...»(4). Τον Αύγουστο του 1899 θεμελιώθηκε στο χώρο του δωρηθέντος οικοπέδου που βρισκόταν στη θέση Πέντε Δρόμοι(5) ο πρώτος προσωρινός λιτός ναός του Αγίου Κωνσταντίνου.
Επειδή το οικόπεδο ήταν τεράστιο και ο ελεύθερος χώρος μετά την ανέγερση του ναού του Αγίου Κωνσταντίνου ήταν μεγάλος, ο Μιχαήλ Σάπκας στην προσπάθειά του να λύσει το στεγαστικό πρόβλημα των σχολικών κτιρίων κατά τη διάρκεια των δύο πολύ δημιουργικών δημαρχιακών θητειών του (1925-1934), σκέφθηκε να χρησιμοποιήσει τον ελεύθερο αυτό χώρο για την ανέγερση του διδακτηρίου του 5ου Δημοτικού Σχολείου. Έκανε πρόταση στα μέλη του εκκλησιαστικού συμβουλίου του ναού όπως μέρος του ακάλυπτου χώρου να χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση σχολικού συγκροτήματος που θα εξυπηρετούσε τις ανάγκες της συνοικίας, δοθέντος ότι δεν υπήρχε άλλος ελεύθερος χώρος στο κέντρο της συνοικίας. Όμως στην προσπάθειά του αυτή συνάντησε αρκετές αντιδράσεις. Ας παρακολουθήσουμε στη συνέχεια πώς περιγράφει τα γεγονότα αυτά όπως τα έζησε ο ίδιος, ιδωμένα βέβαια από τη δική του οπτική γωνία.
«Κατά το 1926 ο Δήμος απεφάσισε την ανέγερσιν ιδία δαπάνη δύο τετραταξίων Δημοτικών Σχολείων απαραιτήτων διά την στέγασιν των μαθητών της συνοικίας Φαλήρου(6) και Αγ. Κωνσταντίνου, ήτοι των 4ου και 5ου Δημοτικών Σχολείων. Διά την τοποθέτησιν του 5ου Δημοτικού Σχολείου υπό της αρμοδίας Σχολικής Επιτροπής και του μηχανικού του Δήμου εθεωρήθη ως το πλέον κατάλληλον και κεντρικόν διά την συνοικίαν το δημοτικόν γήπεδον το δωρηθέν υπό του Ετέμ Εφένδη, αρκετά ευρύ μετά την γενομένην διάθεσιν των 2.000 τ. μ. διά την ανέγερσιν της εκκλησίας, εμβαδού δε πλέον των 2.500 τ. μ.(7). Προς τετραγωνισμόν αυτού εγένετο τροποποίησίς τις του σχεδίου της πόλεως και μικρά μεταρρύθμισις. Περί την εκκλησίαν πλην των 2.000 τ. μ. έμεινε και περί πλέον εκτεταμένος περίβολος. Εγένετο υπό της τεχνικής υπηρεσίας του Δήμου πάσα η προκαταρκτική εργασία, μελέτη, σχέδιον, προϋπολογισμός, έγκρισις διά ψηφίσματος του Δημοτικού Συμβουλίου, Νομαρχίας, Υπουργείου κλπ. και επέκειτο η θεμελίωσις του Διδακτηρίου.
Όλως απροόπτως η Εκκλησιαστική Επιτροπή μοιεκοινοποίησεν αγωγήν προσωρινών μέτρων κατά του Δήμου, ως καταλαμβάνοντος οικόπεδον της Εκκλησίας. Εταράχθην πάρα πολύ διά το απροσδόκητον αυτό διάβημα της Εκκλ. Επιτροπής. Ενώ επερίμενα ευχαριστίας εκ μέρους της συνοικίας, ευρέθην κατηγορούμενος.
Κατά την ημέραν και ώραν της εκδικάσεως της αγωγής εσήμαναν οι καμπάνες της Εκκλησίας συναγερμόν και συνεκεντρώθησαν όλοι οι ενορίται, με την Εκκλ. Επιτροπήν επί κεφαλής και τον δικηγόρον των. Επλησίασα προς αυτούς και επεχείρησα να τους ομιλήσω, εξηγών ότι είναι άτοπον και ανίερον αυτό που κάμουν, επιδιώκοντες την ματαίωσιν της ανεγέρσεως του Σχολείου, προσέθηκα δε ότι εις πλείστας πόλεις και κωμοπόλεις τα Σχολεία ανεγείρονται πλησίον των Εκκλησιών. Άλλως τε η Επιτροπή του Σχολικού Ταμείου κατ’ επιλογήν προέκρινε το οικόπεδον τούτο ως το καταλληλότερον. Διαμαρτυρίαι και φωναί εκάλυψαν τους λόγους μου.
Η εκδίκασις εγένετο. Ο Δήμος επέδειξε τον τίτλον της δωρεάς όλου του γηπέδου του Ετέμ Εφένδη, μάρτυρες κατέθηκαν την ιστορίαν της υποθέσεως και η απόφασις εξεδόθη υπέρ του Δήμου. Το Σχολείον ανηγέρθη χωρίς να πάθη τι η εμφάνισις της Εκκλησίας ή περιορισθή η ευρύτης του περιβόλου αυτής. Κατά το 1929 ηυρύνθητο Σχολείον τούτο εις εξατάξιον και κοσμεί την συνοικίαν και τον περίβολον της Εκκλησίας.
Διεπιστώθη πλήρης έλλειψις κατανοήσεως εκ μέρους της Εκκλ. Επιτροπής και του νομικού συμβούλου των δικηγόρου. Δεν ελήφθη υπ’ όψιν η αξία ενός Σχολείου όπερ έλειπε και του οποίου η ανέγερσις θα εματαιούτο αν η δίκη απέβαινε υπέρ αυτής».
Τελικά το οικόπεδο αυτό των 2.500 τ. μ. περίπου παραχωρήθηκε στον Δήμο με την υπογραφή του Απόστολου Βακάλη, έμπορου, που ήταν τότε πρόεδρος του Εκκλ. Συμβουλίου του Αγίου Κωνσταντίνου και του Κλεομένη Ζαχαρακόπουλου, στρατιωτικού εν αποστρατεία, που ήταν πρόεδρος της σχολικής εφορείας του 5ου Δημοτικού Σχολείου(8). Όμως μετά από λίγο καιρό οι ενορίτες ζήτησαν από τον Δήμο σαν αντάλλαγμα οικονομική ενίσχυση για την ανακαίνιση του ναού τους, επειδή είχε καταστεί ετοιμόρροπη. Έπειτα από διάφορες διαβουλεύσεις, το Δημοτικό Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο και πιο συμφέρον να ενταχθεί το έργο ως δημοτικό και να γίνει εκ βάθρων ανοικοδόμηση νέου ευρύτερου ναού. Μεσολάβησαν όμως οι δημοτικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 1934, κατά τις οποίες ο Μιχ. Σάπκας δεν κατόρθωσε να εκλεγεί. Έτσι η κατασκευή του προπολεμικού ναού καθυστέρησε αρκετά και έγινε από τον νέο δήμαρχο Στυλιανό Αστεριάδη.
Η εικόνα που συνοδεύει το κείμενο παριστάνει τον Χασάν Εφέντη Ετέμ αγά, τον δωρητή του οικοπέδου και πρώτο δήμαρχο Λαρίσης.
(1). Το τζαμί με τον μιναρέ του ήταν εν χρήσει από τους μωαμεθανούς της Λάρισας μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924. Με τον σεισμό του 1941 ο μιναρές σωριάστηκε και γύρω στα 1960 το τζαμί κατεδαφίσθηκε.
(2). Το εν λόγω άτομο φέρεται με πολλές ονομασίες από τους ιστορικούς και τους δημοσιογράφους της εποχής: Χασάν Εφέντη Ετέμ αγάς, Χασάν Ετέμ Καντήρ αγάς, Χασάν Εφέντης, κ.λπ.
(3). Ο Διονύσιος Γαλάτης ήταν από την Ιθάκη. Εγκαταστάθηκε στη Λάρισα από πολύ νωρίς στη συνοικία Αρναούτ (Αγίου Αθανασίου) και ασχολήθηκε κυρίως με την εμπορία του σίτου. Το 1877 τον βρίσκουμε να είναι προξενικός πράκτορας της Γαλλίας. Ένα μήνα μετά το δωρητήριο συμβόλαιο, στις εκλογές της 5ης Ιουλίου 1887, εκλέχθηκε δήμαρχος Λαρίσης για δύο τετραετίες, μέχρι το 1895.
(4). Φαρμακίδης Επαμεινώνδας, Η Λάρισα, από των μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής εις την Ελλάδα (1881), Βόλος (1926) σ. 19.
(5). Ονομασία που προήλθε από τη συμβολή πέντε οδών. Αντίστοιχη ονομασία διατηρείται μέχρι και σήμερα, αλλά σαν Έξι Δρόμοι, στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου.
(6). Φάληρο ήταν η συνοικία που περίπου περιλαμβάνεται στο τετράγωνο που ορίζεται από τους σημερινούς δρόμους Ανθίμου Γαζή-Πολυτεχνείου-Καραθάνου-Κουμουνδούρου.
(7). Υπάρχει μια αναντιστοιχία όσον αφορά την έκταση του οικοπέδου που δωρίθηκε. Στο συμβόλαιο του 1887 αναφέρεται ότι έχε έκταση περίπου 2.000 τ. μ., ενώ ο Μιχ. Σάπκας το εκτιμά στα 2.000 + 2.500= 4.500τ. μ. Επειδή οι δύο εκτιμήσεις απέχουν χρονικά περίπου σαράντα χρόνια και η διαφορά είναι μεγάλη, η μόνη λογική εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι μήπως με την τροποποίηση του σχεδίου πόλεως στην περιοχή αυτή από την Τεχνική υπηρεσία του Δήμου και την διαρρύθμισή του ύστερα από πιθανές απαλλοτριώσεις αυξήθηκε το εμβαδόν του.
(8).Αρ. συμβολαίου 81644/8. 12. 1932 του συμβολαιογράφου Λαρίσης Ευστρατίου Νικ. Γεωργιάδου.