Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου
Στην «ιχνηλασία» της προηγούμενης Τετάρτης είδαμε ότι ο Λαρισαίος επιχειρηματίας Ρωμύλος Αβδής περί το 1915 κατασκεύασε ένα μικρό κομψό αναψυκτήριο στην περιοχή του σημερινού Κηποθέατρου, το «Αλκαζάρ». Η ζωή του εξοχικού αυτού κέντρου δυστυχώς υπήρξε σύντομη, μόλις μια δεκαετία περίπου. Το 1925 πυρκαγιά από άγνωστη αιτία κατέστρεψε το κτίριο και όλα τα εντός αυτού υπάρχοντα. Ο Αβδής μετά την καταστροφή αυτή έστρεψε τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του σε άλλο σημείο της πόλης, στο «Λούνα Παρκ», στην αριστερή όχθη του Πηνειού, απέναντι από τα Σφαγεία.
Πολύ σύντομα όμως, στις 15 Απριλίου 1926(1), το καφενεδάκι του Αλκαζάρ λειτούργησε πάλι. Ανοικοδομήθηκε από την αρχή από τον Νέστορα Αναστασίου με διαφορετική αρχιτεκτονική μορφή. Όπως φαίνεται και στη φωτογραφία που δημοσιεύεται και η οποία προέρχεται από το επιστολικό δελτάριο της ΔΕΛΤΑ, ήταν ένα μεγάλο και ευρύχωρο τετράγωνο κτίριο, υπερυψωμένο, είχε τετράριχτη σκεπή με κεραμίδια και διέθετε τεράστια ανοίγματα και μεγάλες βεράντες στις τρεις από τις τέσσερις πλευρές του. Περιβαλλόταν από πολλά και ψηλά δένδρα και μόνο στη δυτική πλευρά υπήρχε ανοικτός χώρος για την τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων κατά τις ηλιόλουστες ημέρες και χορευτικής πίστας για τις βραδινές διασκεδάσεις. Όπως αναφέρει ο Κώστας Περραιβός(2) στην αρχή το λειτούργησε σαν εξοχικό καφενεδάκι ο Ζαχαρός και αργότερα ο Αποστόλης Καραγιάννης με τον Τηλέμαχο Τρυφωνίδη το μετέτρεψαν σε κοσμικό κέντρο με μουσικά συγκροτήματα και διάφορα θεάματα. Μέχρι το 1940 το κέντρο έσφυζε από ζωή, ιδίως τα καλοκαιρινά βράδια.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής, μια περίοδος στερήσεων και υποταγής στον κατακτητή, ολόκληρη η περιοχή του Αλκαζάρ ερήμωσε στην κυριολεξία. Μια ιταλική μονάδα στρατού στρατωνίστηκε στο κέντρο και τον χειμώνα του 1941-42 για να τροφοδοτούν τις θερμάστρες του κέντρου με ξύλα, πριόνιζαν τα γύρω δένδρα. Από κοντά τους ακολούθησαν και πολλοί Λαρισαίοι, γιατί ο χειμώνας εκείνος ήταν αρκετά βαρύς και η ένδεια μεγάλη. Έτσι όταν κάποτε ο πόλεμος τελείωσε, ολόκληρος σχεδόν ο χώρος του Αλκαζάρ είχε αποψιλωθεί. Τα ψηλά δένδρα που στόλιζαν την περιοχή μέχρι το γήπεδο είχαν εξαφανισθεί και ο τόπος ξαναέγινε έρημος όπως πριν την απελευθέρωση του 1881. Το 1946, κατά την ολιγόμηνη δημαρχιακή θητεία του Αντ. Σιτρά και εν συνεχεία του Στυλ. Αστεριάδη (1946-1950) τέθηκαν οι βάσεις για την αναδημιουργία του κήπου στον χώρο του Αλκαζάρ, αρχίζοντας από τον ανθόκηπο στην αριστερή πλευρά προς την οδό Κοζάνης, γύρω από την πολυσύχναστη, κυρίως από παιδιά, προτομή του ποιητή Κρυστάλλη και πιο κάτω στο φυλάκιο του επιστάτη. Ακολούθησε εντατική δεντροφύτευση σε ολόκληρο τον χώρο από μαθητές και προσκόπους. Ο γράφων θυμάται ότι σαν μαθητής του Δ΄ Δημοτικού Σχολείου βοήθησε την άνοιξη του 1947 στην προσπάθεια αυτή, όταν ο διευθυντής του σχολείου Βασίλειος Μπαμπαλέτσος μαζί με τη δασκάλα μας Κική Δημητρίου μας οδηγούσαν εν είδει εκδρομής στο Αλκαζάρ.
Την ίδια περίοδο, άνοιξη του 1947, έπειτα από σχετική δημοπρασία ο Δήμος παραχώρησε στον επιχειρηματία Μήτσο Βρεττόπουλο την εκμετάλλευση επί 15ετία του χώρου του προπολεμικού κέντρου «Αλκαζάρ», με σκοπό την κατασκευή ενός νέου κτιρίου στη θέση του παλαιού και τη λειτουργία εξοχικού κέντρου. Συγχρόνως ανελάμβανε και την υποχρέωση να εξωραΐσει τον περιβάλλοντα χώρο. Η προηγούμενη εμπειρία του επιχειρηματία Μήτσου Βρεττόπουλου σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις προοιώνιζε την επιτυχία και της νέας. Έτσι τον Μάρτιο του 1947 άρχισε τις εργασίες κατασκευής με εντατικούς ρυθμούς, και χωρίς να υπολογίσει έξοδα και κόπο μεταμόρφωσε τον χέρσο αυτό τόπο σε μια πραγματική όαση ομορφιάς. Σε έξι μήνες, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, το νέο κέντρο «Αλκαζάρ» υπό τη διεύθυνση του Μήτσου Βρεττόπουλου υποδέχθηκε τους πρώτους θαμώνες.
Αρχιτεκτονικά το νέο κτίσμα ήταν μια ευρύχωρη και υπερυψωμένη κατασκευή από ενισχυμένο ξύλο, με μεγάλα ανοίγματα(3), τα οποία από τη μια διέχεαν το φως της ημέρας στο εσωτερικό του κτιρίου και από την άλλη έδινε τη δυνατότητα στον επισκέπτη να θαυμάσει την εξωτερική φυσική ομορφιά του κήπου και των δένδρων. Η σκεπή ήταν τετράριχτη, επικαλυμμένη με κεραμίδια και στο κέντρο της βόρειας και της δυτικής πλευράς δημιουργούσε τριγωνική αετωματική απόληξη. Στον εξωτερικό χώρο βόρεια του κτιρίου αναπτύχθηκαν τραπεζοκαθίσματα, πίστα χορού με σιντριβάνι και υπερυψωμένη σκηνή για την ορχήστρα.
Αρχικά λειτούργησε σαν χώρος αναψυχής για τους περιπατητές, όμως από τον Ιούνιο του επόμενου έτους (1948) πήρε τη μορφή κοσμικού κέντρου με ορχήστρα, τραγουδιστές και διάφορα θεάματα. Από το κέντρο αυτό παρέλασαν όλα τα μεγάλα ονόματα του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού εκείνης της περιόδου και οι Λαρισαίοι είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν από κοντά σπουδαία ονόματα καλλιτεχνών που γνώριζαν μόνο από τους δίσκους και το ραδιόφωνο.
Κοσμοπλημμύρα επικρατούσε στο κέντρο και τις ηλιόλουστες Κυριακές και γιορτές. Μετά την εκκλησία οικογένειες και φιλικές συντροφιές περνούσαν τη γέφυρα και κατηφόριζαν στον ευθύ δρόμο του Αλκαζάρ μέχρι το σημερινό στάδιο, για να καταλήξουν για καφέ ή τσίπουρο στο κέντρο. Χαρακτηριστική είναι η φωτογραφία που δημοσιεύεται από το αρχείο του Κώστα Βρεττόπουλου, με τον κόσμο να έχει κατακλύσει τις καρέκλες του Αλκαζάρ μετά την κατάδυση του Σταυρού την ημέρα των Θεοφανίων του 1949.
Το 1952 ο Μήτσος Βρεττόπουλος αρρώστησε και εκχώρησε την επιχείρηση σε άλλους. Το κέντρο σταμάτησε τη λειτουργία του το 1972 και στη συνέχεια το κτίριο κατεδαφίστηκε. Μετά τη Μεταπολίτευση δημιουργήθηκε στη θέση του το Κηποθέατρο.
(1). Ζιαζιάς Γεώργ., Αλκαζάρ..., εφ. «Ελευθερία», φύλλο της 4ης Ιανουαρίου 2009. Το δημοσίευμα αυτό μου το έθεσε υπ’ όψη ο συλλέκτης Θανάσης Μπετχαβές.
(2). Περραιβός Κώστας, Το Αλκαζάρ τον παλιό καιρό, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 6ης Αυγούστου 1979.
(3). Βλαχάκη Χαρίκλεια, Κοσμικόν Κέντρον Αλκαζάρ. Αναμνήσεις από τη Λάρισα της μεταπολεμικής περιόδου, περ. «In and Out» της εφημερίδας «Ελευθερία» φύλλο της 31ης Ιανουαρίου 2008. Ένα πολύ εμπεριστατωμένο άρθρο με αναμνήσεις και σπάνιο φωτογραφικό υλικό από το αρχείο του γιου του Μήτσου Βρεττόπουλου, Κώστα.
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ