Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Επανήλθαν τις τελευταίες ημέρες τα σενάρια περί επισπεύσεως των εκλογών, σενάρια τα οποία αν και διαψεύδονται είναι βέβαιο ότι θα παραμένουν στην επικαιρότητα, σενάρια στα οποία συντέλεσε (ηθελημένα ή μη) και ο Πρόεδρος Παπούλιας, όσο η κυβέρνηση είναι στριμωγμένη από την κοινωνία και τους βουλευτές που τη στηρίζουν, η δε στοχοποίηση του κύριου πολιτικού της αντιπάλου και η με κάθε τρόπο προσπάθεια αποδομήσεώς του, καταδεικνύουν, αν μη τι άλλο, τον πανικό και την αγωνία της.
Βεβαίως ο Α. Σαμαράς δεν θέλει εκλογές, όπως δεν τις θέλουν και οι δανειστές, ο Ευ. Βενιζέλος λέει πως δεν τις θέλει, αλλά μπορεί και να τις θέλει σε μια απέλπιδα προσπάθεια να περισώσει από το ΠΑΣΟΚ, ό,τι μπορεί να περισωθεί, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας που λέει ότι τις θέλει, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι κατά βάθος τις θέλει, ελπίζοντας ότι, προϊόντος του χρόνου, η κυβέρνηση θα έχει κι άλλη φθορά και συνεπώς ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει διαμορφώσει μια ενιαία εναλλακτική πρόταση εξουσίας, να αυξήσει την εκλογική του επιρροή και έτσι να αποκτήσει τη δυνατότητα να κυβερνήσει πιθανόν με αυτοδυναμία.
Άπαντες αντιλαμβάνονται ότι, εκτός απροόπτου, το σκηνικό θα αποσαφηνιστεί μετά τα μέσα Μαρτίου, όταν θα επιβεβαιωθεί ή όχι το περίφημο πρωτογενές πλεόνασμα, όταν ενδεχομένως θα υπάρξει κυβερνητικός ανασχηματισμός (με τον Γ. Στουρνάρα να αναλαμβάνει ενδεχομένως Διοικητής της Τραπέζης Ελλάδος, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Σταύρο Ψυχάρη στο «Βήμα», που ίσως να γνωρίζει κάτι παραπάνω...) εκτός κι αν στο μεταξύ διαφανεί ότι η ΝΔ μπορεί να κερδίσει τις ευρωεκλογές (όπως ισχυρίζεται ο Α. Σαμαράς) αν και αυτό, υπό τις παρούσες συνθήκες και με βάση τις δημοσκοπήσεις, δεν φαίνεται πιθανόν.
Αναλυτές προσκείμενοι στο Μέγαρο Μαξίμου, πιστεύουν ότι ο Α. Σαμαράς, ο οποίος φέρεται να έχει δηλώσει ότι «εγώ δεν θα χάσω από τον Τσίπρα» (σ.σ. αν και το ίδιο φέρεται να έλεγε και ο Κ. Καραμανλής για τον Γ. Παπανδρέου, αλλά τελικά έχασε), ακόμη κι αν ηττηθεί θα περιμένει να τελειώσει η «αριστερή παρένθεση», εκτιμώντας ότι ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αντέξει, καθώς οι δανειστές θα του επιβάλλουν ένα δυσβάσταχτο πλαίσιο και έτσι θα αναδειχθεί σύντομα η αδυναμία του να κυβερνήσει.
Επειδή, όμως, η κατάσταση είναι απολύτως ρευστή και ασφαλείς προβλέψεις δεν είναι εύκολο να υπάρξουν, η κυβέρνηση κλιμακώνει την πόλωση με την αξιωματική αντιπολίτευση με κάθε μέσο και με κάθε (ακόμη και κάτω από τη ζώνη) χτύπημα, προκειμένου να παρουσιάσει το ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο ως αντιευρωπαϊκή δύναμη και ως έχουσα σχέσεις με την τρομοκρατία, αλλά και ότι λειτουργεί ως 5η φάλαγγα εις βάρος της χώρας…
Ο Α. Σαμαράς χαρακτήρισε τον ΣΥΡΙΖΑ ως «κατ' εξοχήν αντιευρωπαϊκή δύναμη», η δε εκπρόσωπος της ΝΔ έφτασε στο σημείο να ισχυρισθεί ότι ο Α. Τσίπρας θα συγκροτήσει «επαναστατική κυβέρνηση» και θα βγάλει τη χώρα από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ...
Από κοντά ο Μάκης Βορίδης, με επιχειρηματολογία άλλων εποχών, ούτε λίγο ούτε πολύ, επέσεισε... κομμουνιστικό κίνδυνο, όταν δήλωνε για τον ΣΥΡΙΖΑ ότι «η καρδιά τους, η ψυχή τους είναι ζυμωμένη με τις αντιλήψεις μιας αντιευρωπαϊκής, κομμουνιστικής Αριστεράς».
Μετά το φιάσκο των αρχών με τη διαφυγή του Χριστόδουλου Ξηρού, μετά από στον Τύπο για τη «17 Νοέμβρη» και μετά από δημοσίως διατυπωθείσες αιτιάσεις κατά συναδέλφων του στο κόμμα από τον βουλευτή Πέτρο Τατσόπουλο σχετικά με το τρομοκρατικό φαινόμενο (αιτιάσεις που τον οδήγησαν εκτός του ΣΥΡΙΖΑ) η ΝΔ επεχείρησε να εμπλέξει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως με την τρομοκρατία, ισχυριζόμενη ότι «είναι γνωστές οι θέσεις (και οι σχέσεις) του ΣΥΡΙΖΑ με την τρομοκρατία» και καλώντας τον Α. Τσίπρα «να ξεκαθαρίσει το κόμμα του από τη «συνιστώσα της τρομοκρατίας».
Η ΝΔ ενέπλεξε στην πολεμική της και τον Ιταλό καθηγητή Τόνι Νέγκρι (που στηρίζει την υποψηφιότητα Τσίπρα για την Κομισιόν) ο οποίος είχε συλληφθεί το 1979 ως εγκέφαλος των «Ερυθρών Ταξιαρχιών», φυλακίστηκε, αθωώθηκε, εξελέγη βουλευτής το 1983, αλλά μετά από τέσσερις μήνες άρθηκε η ασυλία του, πήγε στη Γαλλία, όπου δίδαξε για 14 χρόνια σε πανεπιστήμια, μετά το πολιτικό άσυλο που του δόθηκε από την κυβέρνηση Μιτεράν.
Βεβαίως, οι ανωτέρω παλαιάς κοπής αιτιάσεις κατά του ΣΥΡΙΖΑ, που προφανώς θα επανέλθουν στο μέλλον, συνιστούσαν επικοινωνιακούς αντιπερισπασμούς στα αδιέξοδα που έχει επισωρεύσει η πολιτική της σημερινής κυβερνήσεως, πλην, όμως, καταδεικνύουν την πρόθεση των κυβερνώντων (με τη συνδρομή των κυρίαρχων ΜΜΕ) να αποδομήσουν περαιτέρω την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία προηγείται στις δημοσκοπήσεις.
Πολλοί αναλυτές λένε ότι αυτή η προσπάθεια η οποία επί της ουσίας αποσκοπεί στο να τρομάξει τους «νοικοκυραίους» να μην ψηφίσουν τον Α. Τσίπρα και με δεδομένη την απαξίωση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αν αποδειχθεί αποτελεσματική, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα οδηγήσει τους ψηφοφόρους στα κόμματα που κυβέρνησαν τη χώρα τα τελευταία 40 χρόνια, ίσως δε να συντελέσει στην ενδυνάμωση της ναζιστικής «Χρυσής Αυγής».
Άλλωστε, το κόμμα του εγκλείστου στον Κορυδαλλό Νίκου Μιχαλολιάκου, παρά τις φυλακίσεις βουλευτών του, δεν φαίνεται να χάνει στις δημοσκοπήσεις - το αντίθετο μάλιστα συμβαίνει και αυτό είναι ιδιαιτέρως ανησυχητικό για τη Δημοκρατία, έστω και αν υποτιμάται από τους κυβερνώντες και την εγχώρια και μη ελίτ.
Και για να «δέσουν» όλα αυτά και να εμφανιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως το απόλυτο κακό και ως αντεθνικώς δρών, ο Ευ. Βενιζέλος, δήλωσε προ ημερών ότι «δίνουμε μάχη (για τη σωτηρία της Ελλάδος) αλλά η 5η Φάλαγγα, δεν θέλει να βγει η χώρα από την κρίση»!
Ωστόσο, τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά για να μείνουμε στους εξωφρενικούς ισχυρισμούς της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, κατά της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, δηλαδή ουσιαστικά κατά του 27% που έχει επιλέξει τον ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές και ως εκ τούτου δεν είναι τυχαίο ότι η έγκυρη «Καθημερινή», με άρθρο του Αθανασίου Έλις (παλαιού ανταποκριτή της στις ΗΠΑ...) «τράβηξε το αυτί» στην κυβέρνηση.
«Αν αυτού του είδους η μετωπική, χωρίς όρια σύγκρουση, αποτελεί την προεκλογική στρατηγική της ΝΔ, είναι επικίνδυνη. Και αν ξεκινά τον Ιανουάριο με τέτοια άγρια πόλωση, τι θα κάνει σε τέσσερις μήνες; Η τρομοκρατία δεν αντιμετωπίζεται με ανοχή και παθητικότητα, αλλά ούτε και με διαστρεβλωτικές υπερβολές και δεν είναι δυνατόν να αποτελεί πεδίο κομματικής αντιπαράθεσης. Είναι προφανές ότι αν δεν επιτρέπεται λαϊκισμός για την οικονομία, σίγουρα δεν επιτρέπεται για την τρομοκρατία», έγραψε η «Καθημερινή».