ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

ΓΟΥΡΓΙΩΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Ο ευπατρίδης Λαρισαίος

Δημοσίευση: 29 Μαϊ 2024 7:00
Γιώργος Γουργιώτης (1919-1996). Υδατογραφία  της ζωγράφου Ντόρας Αντωνακάτου, φίλης του ζεύγους Γουργιώτη. 1997 Γιώργος Γουργιώτης (1919-1996). Υδατογραφία της ζωγράφου Ντόρας Αντωνακάτου, φίλης του ζεύγους Γουργιώτη. 1997

Με το φύλλο της Κυριακής 12 Ιουνίου 2005 της εφημερίδας «Ελευθερία» κυκλοφόρησε και το τεύχος 235 του ένθετου «Reporter», το οποίο ήταν αφιερωμένο στον Γιώργο Γουργιώτη και το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο Λάρισας, με επιμέλεια του δημοσιογράφου Αχιλλέα Τραγούδα.

Ήταν η εποχή που η εφημερίδα είχε σχεδόν κάθε Κυριακή κάποιο ένθετο. Απ’ αυτά, όμως, ιστορικά έμειναν τα ένθετα «Πολιτισμός» και «Reporter», τα οποία εξακολουθούν και σήμερα να αποτελούν βοήθημα σε φιλίστορες και ερευνητές και μάλιστα, έχω διαπιστώσει ότι ορισμένα εξ αυτών έχουν μπει και στο «χρηματιστήριο» των δημοπρασιών από διαφόρους οίκους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.
Ένα από τα κείμενα του ένθετου αυτού ήταν και το «Ο ευπατρίδης Γεώργιος Γουργιώτης». Το κείμενο αυτό αποτελούσε την προσωπική μου μαρτυρία από τη σύντομη γνωριμία μαζί του και σήμερα θεώρησα σκόπιμο να το παρουσιάσω και από την τακτική μου εβδομαδιαία στήλη του «Ιχνηλατώντας». Ο λόγος είναι γιατί πιστεύω ακράδαντα ότι αυτός ο άνθρωπος ήταν ο «Αναδρομάρης της Λάρισας», δηλαδή εκείνος ο οποίος διέσωσε την ιστορία, τα αρχεία της, δημόσια και ιδιωτικά, και μεγάλο μέρος από τα οικογενειακά κειμήλια γνωστών οικογενειών της παλιάς Λάρισας και μαζί με τη σύζυγό του, Λένα, δημιούργησαν το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο, ένα από τα πλουσιότερα, αν όχι το πλουσιότερο, σε συλλογές σε ολόκληρη τη χώρα μας. Μένω, όμως, πάντοτε με την απορία γιατί αυτό το ζευγάρι δεν τιμήθηκε όσο έπρεπε…
Το κείμενο στο περιοδικό «Reporter» παρουσιάζεται σε ορισμένα σημεία προσαρμοσμένο για τους σημερινούς αναγνώστες και έχει ως εξής:
«Έχει γραφεί εύστοχα ότι «η ιστορία πάσχει από πρεσβυωπία: όσο χρονικά μακρύτερα εντοπίζονται τα γεγονότα και τα πρόσωπα, τόσο καθαρότερα τα βλέπει και τα κρίνει». Και αυτή είναι η παραδεδεγμένη αλήθεια. Όμως, για τον Γιώργο Γουργιώτη η καθαρή κρίση της ιστορίας είναι έτοιμη εδώ και καιρό. Τον έχει τοποθετήσει εκεί που πρέπει, όπως του πρέπει. Δεν είναι ανάγκη να περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα για να αξιολογηθεί, ούτε ακόμη υπάρχει κάποιος φόβος μήπως αλλοιωθεί στο εγγύς μέλλον ή στο απώτερο.
Όταν σχεδιάζεις να γράψεις για κάποιον «προαπελθόντα» σημαντικό άνθρωπο, λογικά πρέπει να ξεκινήσεις από την αρχή του βίου του, όπως ακριβώς συμβαίνει όταν μελετάς ένα σημαντικό βιβλίο. Ξεκινάς από τις πρώτες του σελίδες και προχωράς, άλλοτε ευλαβικά, άλλοτε γοητευτικά ή συναρπαστικά, μέχρι τις τελευταίες του. Και όταν τελειώνει λυπάσαι, γιατί δεν ήθελες να σταματήσει ποτέ. Για μένα ο Γιώργος Γουργιώτης ήταν ένα σημαντικό βιβλίο, που όμως δεν είχα την τύχη να μελετήσω παρά μόνον ελάχιστες σελίδες του, αποσπασματικά.
Τον γνώρισα σε δύο φάσεις. Η πρώτη όσο ζούσε. Είχα μαζί του δύο μικρές συναντήσεις, με σημαντικές εμπειρίες. Η δεύτερη, από την κοίμησή του μέχρι σήμερα. Μέσα από το έργο που άφησε με τα γραπτά του και κυρίως με τις συλλογές του που κοσμούν το Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο, μου δόθηκε η δυνατότητα να προσεγγίσω τη χαρισματική προσωπικότητά του.
Οι προσωπικές μας συναντήσεις έγιναν και οι δύο στον «Ρυθμό» της οδού Κούμα. Τι ήταν ο «Ρυθμός»; Κατάστημα; Gallery; Ιδιωτική συλλογή έργων τέχνης; Γραφείο; Κέντρο μελέτης και έρευνας; Κυψέλη πολιτισμού και ιδεών; Χώρος συνάθροισης ανθρώπων του πολιτισμού και της τέχνης; Στην αρχή δεν μπορούσα να το ξεκαθαρίσω. Το συνειδητοποίησα αργότερα. Ήταν όλα αυτά, μα πάνω απ’ όλα ήταν η γη της επαγγελίας του ιδιοκτήτη του, ο ζωτικός του χώρος, χώρος λατρείας της τέχνης.
Η πρώτη μας συνάντηση ήταν επαγγελματική, εκεί γύρω στα 1990. Αναζητούσα για το ιατρείο μου κάποιο ειδικό έπιπλο και όλοι, φίλοι και γνωστοί, με παρέπεμπαν στον «Ρυθμό». Όταν πήγα ήταν, θυμάμαι, βραδάκι. Συνομιλούσε με δυο-τρεις φίλους. Δε βιάσθηκε να έρθει κοντά μου. Εν τω μεταξύ, εγώ παρατηρούσα με προσοχή τα εκθέματα. Ήταν όλα όμορφα, παλιά, πολύ καλά συντηρημένα και τακτοποιημένα με επιμέλεια. Στους τοίχους ήταν κρεμασμένοι πίνακες επώνυμων ζωγράφων, όμορφα σχέδια και παλιά χαρακτικά. Όταν με πλησίασε, η πρώτη καλή εντύπωση που σχημάτισα ήταν ότι κατάλαβε αμέσως τι ζητούσα. Το βρήκαμε εύκολα. Και σαν τελειώσαμε τις δοσοληψίες, δε δίστασε να με ξεναγήσει με προθυμία σε όλους τους χώρους του καταστήματος. Θυμάμαι με πόσο ενθουσιασμό μιλούσε για κάθε αντικείμενο, σαν να ήταν κάτι δικό του. Είχε περάσει η ώρα, τα άλλα καταστήματα είχαν ήδη κλείσει, αλλά ο Γιώργος Γουργιώτης ήταν ακόμη εκεί μαζί μου. Πρέπει να αγαπάει πολύ τη δουλειά του, αναλογίστηκα τότε. Την επόμενη ημέρα πήγα να πάρω το έπιπλο. Με το καλημέρα διέκρινα κάτι διαφορετικό στο πρόσωπό του. Δεν έδωσα σημασία, καθώς ήταν έτοιμο και αμπαλαρισμένο. Το τοποθέτησα στο αμάξι και αποχαιρετιστήκαμε. Εκείνη τη στιγμή ήταν που ένιωσα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τον καταστηματάρχη. Μια αδιόρατη πίκρα, μια λύπη, μια στεναχώρια ενδόμυχη διέκρινα στη συμπεριφορά του. Μου φάνηκε σαν να του στέρησα κάτι. Μπα! Ιδέα μου είναι, σκέφθηκα. Και καθώς οι επαγγελματικές και βιοτικές μέριμνες με περίμεναν αδυσώπητες, απομακρύνθηκα.
Τη δεύτερη συνάντησή μας τη θυμάμαι χαρακτηριστικά. Ήταν άνοιξη του 1992, πάλι στο γραφείο του στον «Ρυθμό» της Κούμα. Είχα πάει για να του προσφέρω ένα αντίτυπο του βιβλίου «Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία» του Ιωάννη Λεονάρδου, που είχα χρηματοδοτήσει την επανέκδοσή του εκείνη την εποχή. Ευχαριστήθηκε πολύ που πήγα και τη χαρά του μου την έδειξε. Το ήξερε το βιβλίο, γιατί το είχε μελετήσει, όπως μου είπε, από την παλιά έκδοση του 1836. Το ξεφύλλισε, όπως μόνον ένας ειδικός του βιβλίου ξέρει να το κάνει. Του άρεσε πολύ και μου ευχήθηκε να συνεχίσω τις εκδόσεις με τον ίδιο ζήλο. Και όταν ήλθε η χειραψία του αποχαιρετισμού μας, που ήταν ασυνήθιστα θερμή, αισθάνθηκα, το θυμάμαι καλά, μια παράξενη μετάγγιση δύναμης και θάρρους να με διαπερνά ολόκληρο. Νεοσσός τότε στις ιστορικές και συλλεκτικές μου αναζητήσεις, συγκλονίστηκα. Σήμερα, μετά από τριάντα δύο ολόκληρα χρόνια που τα αναπολώ και τα γράφω, ριγώ. Δεν το είχα πει σε κανέναν τότε και ούτε είχα σκοπό να το αποκαλύψω, μέχρι την ημέρα που ο φιλότεχνος και εραστής του ωραίου δημοσιογράφος Νίκος Νάκος μού πρότεινε να γράψω κάτι για τον Γιώργο Γουργιώτη. Δίστασα στην αρχή. Τι γνώριζα εγώ γι’ αυτόν τον σημαντικό άνθρωπο; Δύο φευγαλέες συναντήσεις είχαμε όλες και όλες, ουσιαστικά δύο χειραψίες. Καθώς αναπόλησα την τελευταία μας συνάντηση ο δισταγμός αυτόματα υποχώρησε. Και δέχθηκα.
Περισσότερο, όμως, γνώρισα τον Γιώργο Γουργιώτη μετά τον θάνατό του, όσο και αν αυτό ηχεί περίεργα. Το 1999 ο καλός Θεός οδήγησε τα βήματά μου στις αίθουσες του Λαογραφικού Μουσείου. Εκεί γνώρισα τους ανθρώπους του, εντυπωσιάστηκα με την επιστημονική επιμέλεια στη δουλειά τους, βίωσα τη μεγάλη αγάπη τους για το Μουσείο και τα εκθέματά του και την ιερή προσήλωση στις παρακαταθήκες του ιδρυτού του. Η κ. Λένα μόνη, χωρίς τον Γιώργο της τώρα, συνέχιζε το μεγάλο έργο που μαζί είχαν ξεκινήσει. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον είχα την τύχη να γνωρίσω όλο το ανυπολόγιστο έργο του σπουδαίου αυτού επιστήμονα. Φαινόταν καθαρά ότι σε όλη του τη ζωή έτρεξε, ανέτρεξε, ερεύνησε, μελέτησε, παρατήρησε και αποθησαύρισε παλιά μουσειακά αντικείμενα. Χάρη στην κοφτερή μνήμη του συγκρατούσε ημερομηνίες, κατέγραφε γεγονότα, αναζητούσε πρωτογενές ιστορικό υλικό. Σ’ αυτό τον βοηθούσε και το γεγονός ότι είχε στενές φιλικές σχέσεις και συναναστρεφόταν με αξιόλογους ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης.
Προσωπικά θα τον αγναντεύω σαν λαογράφο και σαν πρωτεργάτη στη διαρκή αναζήτηση, την αποκάλυψη, την αναβίωση και την επιβίωση της ελληνικής λαϊκής κληρονομιάς. Θα τον αγναντεύω ακόμα σαν άνθρωπο με υψηλή αισθητική αντίληψη, που είχε το χάρισμα να διακρίνει το ωραίο, το αληθινό, το μνημειακό, χάρη σε μιαν έμφυτη ικανότητα που η φύση γενναιόδωρα τον προίκισε. Με τη μακροχρόνια και αδιάκοπη έρευνά του μας αποκάλυψε τον ανεκτίμητο πλούτο και την εξέχουσα σημασία της λαϊκής μας παράδοσης, με τις μελέτες του διακήρυξε την αδήριτη ανάγκη και την ιδιαίτερη σημασία της συνέχισης και της αναβίωσής της και με τη συγκέντρωση αρχαιολογικού, λαογραφικού και πάσης φύσεως υλικού που είχε σχέση με την πόλη και την περιοχή της, μας παρέδωσε έναν πλούτο ανεκτίμητο, που ένα μικρό του μέρος εκτίθεται στο Μουσείο. Ακόμα, κατέγραψε με απαράμιλλο πάθος και εξιστόρησε ολόκληρο τον πλούτο της πόλης που ο χρόνος εξαΰλωσε, οι πόλεμοι και οι σεισμοί αφάνισαν, η άγνοια τα επικάλυψε και τα συμφέροντα και οι αυθαιρεσίες ανεπανόρθωτα τα κατέστρεψαν. Συγχρόνως, όμως, διαμήνυσε σε αρμόδιους και διαλάλησε στον κόσμο πόσο μεγάλη σημασία έχει να διασωθούν τα παραδοσιακά μνημεία του τόπου μας, κατορθώνοντας έτσι να αποτρέψει σε μεγάλο βαθμό την ολοκληρωτική καταστροφή τους.
Τελικά, αν αποκαλούσαμε τον Γιώργο Γουργιώτη λαογράφο θα ήταν λίγο. Ήταν μαζί αρχαιολάτρης, ερευνητής, μελετητής, παρατηρητής, αποθησαυριστής μουσειακών αντικειμένων, οραματιστής και φανατικός Λαρισαίος. Πέρα, όμως, απ’ όλα αυτά ήταν ακόμη και κάτι περισσότερο, ένας έντιμος, ευγενής και μοναδικός άνθρωπος».

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass