Φυσικά, η διαφορά στις έννοιες «πρόσφυγας» και «μετανάστης» είναι μεγάλη, ακόμη κι αν πολλές φορές τις συγχέουμε. Η μεν πρώτη χαρακτηρίζει όσους, παρά τη θέλησή τους, εγκαταλείπουν τη χώρα τους φοβούμενοι για την ασφάλειά τους ή ακόμα επειδή τους διώχνουν σε περιόδους έκρυθμων κοινωνικών καταστάσεων. Η δε δεύτερη αφορά όσους ηθελημένα αποφασίζουν τη μετακίνησή τους τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό. Η ατέρμονη μετακίνηση προς την Ελλάδα, αλλά και από αυτή, πηγάζει κυρίως από τη γεωγραφική της θέση, καθώς αποτελεί το φυσικό σύνορο της Ευρώπης, αλλά και την οδό που ενώνει την Ανατολή με τη Δύση. Γι’ αυτό, άλλωστε, έκπαλαι εκδηλώθηκε τεράστιο ενδιαφέρον για τη χώρα μας από άλλους λαούς.
Το πρώτο μεγάλο κύμα μαζικής μετακίνησης προς την Ελλάδα έγινε από το Κίνημα των Νεοτούρκων το 1908 μέχρι με τη Σύμβαση της Λοζάνης, όπου η χώρα ως το 1923 δέχθηκε πάνω από 1,5 εκατομμύριο Έλληνες που διέμεναν στη Μικρά Ασία. Με τον τίτλο του πρόσφυγα κλήθηκαν να δημιουργήσουν απ’ το μηδέν μια νέα ζωή, χωρίς περιουσία και χωρίς τη συμπαράσταση όσων κάποτε νόμιζαν συμπατριώτες τους. Και δυστυχώς, ακόμη και η κρατική αρωγή ήταν πενιχρή ή και ανύπαρκτη, παρά τα τεράστια ποσά που δανείστηκε η Ελλάδα για την αποκατάστασή τους. Έτσι, οι Έλληνες Μικρασιάτες έγιναν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα, την Ελλάδα, γιατί πάνω απ’ όλα λογάριαζαν τους εαυτούς τους για Έλληνες.
Μπορεί η άφιξη των Μικρασιατών να αποτελεί σημείο τομής για τη χώρα μας, αλλά από αρχαιοτάτων χρόνων η χώρα έχει ζήσει την προσφυγιά, δημιουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Η αρχή έγινε στα τέλη της εποχής του χαλκού, όπου ξεκίνησαν μεγάλες μετακινήσεις, όπως η κάθοδος των Δωριέων, αλλά και από τον 11ο αι. π.Χ. και έπειτα, με τον Α’ και Β’ Αποικισμό, που τα ελληνικά φύλα εγκαθίστανται στα νησιά του Αιγαίου, την Κρήτη, την Κύπρο, τη Μικρά Ασία και τον Εύξεινο Πόντο. Σημαντικές μετακίνησες υπήρξαν και την περίοδο του Μεσαίωνα, με την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και την άνοδο της Οθωμανικής και των άλλων αυτοκρατοριών. Όμως, στη νεότερη ελληνική ιστορία αφετηρία των μαζικών μετακινήσεων υπήρξε η Επανάσταση του 1821, όπου οι επαναστατικές εστίες ήταν σε κάθε γωνιά της υποδουλωμένης Ελλάδας, με τους Έλληνες να διεκδικούν την ελευθερία τους. Και παρά τις νίκες των επαναστατών, ο πληθυσμός των σκλαβωμένων περιοχών αναγκάζονταν σε εσωτερική μετακίνηση προς την καρδιά της Επανάστασης.
Ας μείνουμε, όμως, στους Έλληνες της Μικράς Ασίας… Στις αρχές του 1923, η Ελλάδα και η Τουρκία αποφάσισαν την αμοιβαία ανταλλαγή των Ελλήνων ορθόδοξων της Μικράς Ασίας και των Τούρκων μουσουλμάνων της Ελλάδας. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η ανταλλαγή βασίστηκε αποκλειστικά στη θρησκευτική ταυτότητα, παραβλέποντας την εθνικότητα και τη γλώσσα των πληθυσμών. Έτσι, στην Ελλάδα δεν ήρθαν μόνο τα ελληνικά φύλα της Ανατολής, αλλά και οι τουρκόφωνοι και αρμενόφωνοι χριστιανοί, ενώ για την Τουρκία έφυγε πολύ μικρότερος αριθμός προσφύγων. Και η χώρα μας, έχοντας να αντιμετωπίσει το δύσκολο έργο της αποκατάστασης, απέκτησε σε βάθος χρόνου τον νέο αέρα που έφεραν μαζί τους οι Μικρασιάτες. Όμως, χρειάστηκαν πολλά χρόνια και πολλές προσπάθειες για να τους αποδεχθεί η ελλαδική κοινότητα, ώστε σήμερα να θαυμάζουμε τη συμβολή τους στην κοινωνία και τον πολιτισμό μας, όπως για παράδειγμα τη μουσική και τη λογοτεχνία τους, μέσα απ’ τις οποίες μπορούμε να νιώσουμε τον πόνο του ξεριζωμού τους και τη δυσκολία της προσαρμογής τους στην Ελλάδα. Γιατί, αναμφισβήτητα, για τους ντόπιους, δεν ήταν παρά οι «τουρκόσποροι», όπως τους αποκαλούσαν. Αλλά στην πραγματικότητα, οι πρόσφυγες ήταν στο σύνολό τους κοσμοπολίτες και άνθρωποι των γραμμάτων.
Η Ελλάδα, όμως, ναι μεν είναι μια χώρα με πολλούς πρόσφυγες, αλλά έχει και πάρα πολλούς προσφυγόμενους. Την περίοδο του Εμφυλίου, αλλά και αργότερα, υπήρξαν πολλοί Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες που μετακινούνταν διωγμένοι, κυρίως προς τις χώρες του τότε Ανατολικού Μπλοκ, στις λεγόμενες λαϊκές δημοκρατίες, έχοντας βέβαια την ελπίδα της επιστροφής. Πέρα, όμως, από τους πρόσφυγες, το ελληνικό κράτος ήρθε πολλές φορές αντιμέτωπο και με τη μετανάστευση. Οι Έλληνες οικονομικοί μετανάστες, τόσο στο παρελθόν όσο και σήμερα, δεν είναι λίγοι. Οι νέοι της χώρας μας, που φεύγουν για να εργαστούν στο εξωτερικό, προσδοκώντας σε καλύτερες συνθήκες εργασίας και μισθούς, διαρκώς αυξάνονται, καθώς η Ελλάδα είναι από τις χώρες με τα υψηλοτέρα επίπεδα ανεργίας. Ωστόσο, ξένοι μετανάστες πολλές φορές αναζήτησαν στη χώρα μας νέες ευκαιρίες. Μετά τη Μεταπολίτευση, και ιδιαίτερα στις δεκαετίες του ‘80 και ’90, η οικονομική εξέλιξη της χώρας ήταν ραγδαία, ενώ η είσοδός της στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτέλεσε πόλο έλξης για μετανάστευση. Επιπλέον, με την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ και τα αυταρχικά καθεστώτα της Αφρικής και της Ασίας, πολλοί κατέφυγαν στην τότε ακμάζουσα Ελλάδα.
Σήμερα, η Ελλάδα δέχεται ακόμη πρόσφυγες και μετανάστες, εξαιτίας των πολέμων και της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης, γι’ αυτό η 5η Απριλίου έχει αναγνωριστεί ως Πανελλήνια Ημέρα Προσφύγων, και αν κάποιες χώρες πρέπει να αφιερώσουν μία ημέρα στους πρόσφυγες και μετανάστες, τότε σίγουρα η Ελλάδα πρέπει να είναι μία απ’ αυτές.