Έχουμε καθήκον ευγνωμοσύνης να αναγνωρίσουμε την υπέρμετρη προσφορά τους και να καταθέσουμε στεφάνι τιμής στη μνήμη αυτών που αναπαύονται τα μαρτυρικά σώματά τους στην αιματοβαμμένη γη. Στη γη αυτή δεν πατούμε πάνω σε χώματα και πέτρες. Πατούμε πάνω σε Άγιο αίμα και Άγια λείψανα. Χώρος ιερός, εκεί που ο Άγνωστος Έλληνας Στρατιώτης άφησε το παγωμένο και χιλιοτρυπημένο κορμί του. Ήταν ασυνήθιστο αυτό που κατόρθωσαν στα ηπειρωτικά βουνά και στα δύσβατα φαράγγια της Πίνδου. Ήταν ασύλληπτη εποποιία που ανέβασε το κύρος της Ελλάδας παγκοσμίως. Όλοι, ραδιόφωνα, εφημερίδες, συγγραφείς, πολιτικοί και στρατιωτικοί, μιλούσαν με θαυμασμό για την Ελλάδα.
Σε αντίθεση με όλη την Ευρώπη, οι Έλληνες πρόβαλαν την πρώτη γενναία αντίσταση, καταφέρνοντας πραγματική ήττα στις δυνάμεις του Άξονα αλλάζοντας έτσι την έκβαση του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Μέχρι τότε η ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ και η φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι ήταν αήττητες. Απειλούσαν με τις σιδηρόφρακτες στρατιές τους και την ασύγκριτη υπεροπλία τους να υποτάξουν όλα τα Έθνη. Αρκετά κράτη, όπως η Σουηδία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία, η Τουρκία, η Ισπανία, η Γιουγκοσλαβία, κράτησαν ουδετερότητα ή συνθηκολόγησαν με τον Άξονα χωρίς καθόλου να πολεμήσουν. Άλλα κράτη, όπως η Τσεχοσλοβακία, η Πολωνία, η Νορβηγία, η Δανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Γαλλία, υπέκυψαν στον πάνοπλο εχθρό με ανύπαρκτη αντίσταση. Η Ρωσία έτρεχε να συνάψει «σύμφωνο μη επιθέσεως».
Μόνο η Ελλάδα αντιστάθηκε. «Ὄχι, δέν δύναται οὐδέ λόγος κἂν να γίνῃ περί ἐλευθέρας διαβάσεως τῶν στρατευμάτων σας» βροντοφώναξε με το στόμα του κυβερνήτη μας Ιωάννη Μεταξά. «Ὴ Ἑλλάς εἶναι ἀποφασισμένη… να ὑπερασπίσῃ τά ἐδάφη της, ἒστω κι ἂν πρόκειται να πέσῃ… Ὑπάρχουν στιγμές κατά τίς ὁποῖες ἓνας λαός ὀφείλει, ἂν θέλῃ να μείνῃ μεγάλος, να εἶναι ἱκανός να πολεμήσῃ, ἒστω καί χωρίς καμμίαν ἐλπίδα νίκης».
Αυτό που έκαναν οι Έλληνες του 1940, το κάνουν μόνο οι λίγοι. Αυτοί που έμαθαν να φυλάνε Θερμοπύλες. Το έκανε η μικρή σε έκταση και πληθυσμό Ελλάδα, με αριθμό μόλις επτά εκατομμύρια και τολμώντας να αντισταθεί σε εχθρούς με εικοσαπλάσιο πληθυσμό. Το έκανε η φτωχή Ελλάδα, που είχε υποδεέστερο οπλισμό και καταντρόπιασε εχθρούς που έλεγαν ότι μπορούν με τις λόγχες τους να κρύψουν και τον ήλιο. Κατάφερε σε 6,5 μήνες όχι απλά να καθηλώσει έναν πανίσχυρο εχθρό, αλλά να περάσει και στην αντεπίθεση. Ο μεγαλόστομος Χίτλερ υποκλίθηκε λέγοντας: «Χάριν τῆς ἱστορικῆς δικαιοσύνης εἶμαι ὑποχρεωμένος νά διαπιστώσω ὅτι ἐκ τῶν ἀντιπάλων οἵτινες μᾶς ἀντιμετώπισαν, ὁ Έλλην στρατιώτης ἐπολέμησε με παράτολμον θάρρος και ὑψίστην περιφρόνησιν προς τόν θάνατον».
Είναι φανερό ότι και σήμερα βρισκόμαστε σε κρισιμότατη περίοδο όσον αφορά το μέλλον της πατρίδας μας. Στους διαταραγμένους καιρούς που ζούμε όπου για πολλούς οι αξίες τείνουν να γίνουν ένας φευγαλέος καπνός και τα ιδανικά της ζωής απομυθοποιούνται και ξεθωριάζουν είναι απαραίτητο να αναβαπτιζόμαστε στα ορθόδοξα και ηρωικά νάματα για να έχουμε οδηγητικό αστέρα όταν οι δυσκολίες μας θολώνουν το τοπίο και δεν μας αφήνουν να δούμε καθαρά τα πράγματα.
Κοινά χαρακτηριστικά προσανατολισμού των Ελλήνων, κάθε φορά, που με τη βοήθεια του Χριστού μας και την σκέπη της Παναγίας μας, μεγαλουργούσαμε ήταν:
Η ακλόνητη πίστη στο Θεό, συνοδευόμενη όμως και από την ανάλογη θεάρεστη ζωή.
Η υπέρβαση του πνεύματος του «εμείς», αντί του «εγώ». Αυτή η υπέρβαση δυνάμωνε πάντα την εθνική ενότητα και την ομοψυχία και έδιωχνε «τη διχόνοια τη δολερή» (Διονύσιος Σολωμός).
Το έθνος των Ορθοδόξων Ελλήνων δοξάσθηκε, διότι πάντοτε στις κρίσιμες στιγμές, «τότε που πρέπει να πεις το μεγάλο «Ναι» ή το μεγάλο «Όχι», δεν προχώρησε με την ψυχρή λογική των αριθμών και τον φόβο των δειλών και μικρόψυχων, αλλά πίστεψε στο θαύμα. Τότε ακριβώς η πίστη και η ψυχή με τη βοήθεια του Θεού έκαναν το θαύμα τους. Παρομοίως και σήμερα οι Άγιοι και οι Ήρωες θα μας δείξουν τον δρόμο.
Όταν στο ηρωικό Μεσολόγγι, λίγο πριν την Έξοδο, συσκέπτονταν οι οπλαρχηγοί για το τι να πράξουν και παντού υπήρχε αδιέξοδο, σηκώθηκε ο νεαρός φρούραρχος, μόλις 26 ετών, ο Θανάσης Ραζής-Κότσικας και τους φώναξε: «Ὑπάρχει δρόμος, ὼρέ». Ποιος είναι, καπετάνιε, και δεν μας τον λες; «Εἶναι, τους λέει, ὁ δρόμος τῆς θυσίας!».
Μακάρι και σήμερα να μπορέσουμε να το πούμε αυτό έμπρακτα. Έτσι όχι μόνο θα τιμήσουμε όλους τους «υπέρ Πίστεως και Πατρίδος νεκρούς» μας και θα βροντοφωνάξουμε με την καρδιά και την ψυχή μας, ως ΠΕΡΗΦΑΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ, τον Εθνικό Ύμνο «Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα Ιερά», αυτά που βρίσκονται στο Καλπάκι, στο 731, στην Γκραμπάλα, στην Κλεισούρα, στη Χειμάρρα και όχι μόνον, αλλά και όλα θα αλλάξουν. Αμήν!