Στην πρώτη περίπτωση θα συναντήσεις ανθρώπους με καθαρό μυαλό, λόγο κρυστάλλινο, εκτίμηση και σεβασμό στην ανθρώπινη ύπαρξη. Θαλπωρή και αγάπη. Και στη δεύτερη ανθρώπους, αδιάφορους, σκυθρωπούς, χωρίς λαλιά, οκνηρούς.
Τι είναι, λοιπόν, η οκνηρία; Είναι η κακία, η οποία κάνει τους ανθρώπους να αποφεύγουν την εργασία, τους κόπους, τους μόχθους, τους αγώνες τους, μέσα στον κοινωνικό ιστό, για μια καλύτερη, έντιμη ζωή και να αποδίδονται στην αργία, στην τεμπελιά, στην αδιαφορία, στην αποφυγή και ενασχόληση με την εργασία, που είναι η πνοή και η χαρά της ζωής, με όλα τα άλλα κακά επακόλουθα που μπορούν εύκολα να προκύψουν από τη στάση αυτήν.
Ωστόσο, οι παράγοντες που φωτίζουν το ανθρώπινο πρόσωπο και μελωδούν τον ύμνο στην «υπερέχουσα» αξία του σβήνουν αμέσως τους προβολείς, όταν πρόκειται να ασχοληθούν με τους οκνηρούς ανθρώπους, αφού γνωρίζουν πόσο επιζήμιοι είναι για το κοινό, αυτό το τελευταίο είναι εκείνο που αναλαμβάνει το βάρος και την ευθύνη, το δικό τους φορτίο πίπτει στις πλάτες και τους ώμους των άλλων. Ρέπουν προς την οκνηρία, τα παιδιά, μια μερίδα ανθρώπων, οι γυναίκες και οι άνδρες που πάσχουν από μελαγχολία.
Η «ξάπλα» και η ευμάρεια είναι το παν για τους ανθρώπους αυτούς. Και από κει και πέρα, το αδιαπέραστο σκοτάδι και το εξουθενωτικό μηδέν. Αυτά είναι τα οράματα των οκνηρών. Τίποτα δεν ανοίγει τα φτερά της ψυχής τους, και τίποτα δεν τους κολπώνει για ωραίους αγώνες ερευνητικούς του ανθρώπινου μεγαλείου και υπηρετικούς της ψυχικής καλλιέργειας.
Αλήθεια, ποιος ή ποίοι θα θερμάνουν τις σκληρόκαρδες και απογοητευμένες καρδιές των οκνηρών προσώπων, για να τις ανασύρουν από το χάος της κατάθλιψης, της αδιαφορίας και του σκοταδισμού και να τους οδηγήσουν σε σώμα αδελφοσύνης, δημιουργίας και αγάπης; Να καταστεί διακριτή η πορεία, από την οκνηρία και τη βαρβαρότητα, στην αδελφική προσέγγιση και στην οικοδόμηση σχέσης εξαγιασμένης «κοινωνίας». Εις τους παλαιούς Αιγυπτίους ήταν επιστάτες διορισμένοι να παρατηρούν όλες τις οικίες, αν οι πολίτες εργάζονται και τι εργασία κάνουν ακριβώς, όταν εύρισκαν κ.ά.
Ποιον οκνηρό ή ασχολούμενο με έργο ανωφελή τον παρατηρούσαν αυστηρά και τον υποχρέωναν να εργαστεί σε σωστές εργασίες. Ο δε Σόλων είχε ψηφίσει και νόμο, τα τέκνα να μην έχουν υποχρέωση να τρέφουν τους γονείς, αν οι τελευταίοι δεν μάθαιναν κάποια τέχνη στα παιδιά τους.
Σήμερα δεσπόζει, στις συνειδήσεις και στην πρακτική, το δόγμα των ατομικών δικαιωμάτων. Η απόλυτη ελευθερία επιλογής στόχων και ποιότητα ζωής. Και η διασφάλιση της ανεμπόδιστης κίνησης και πραγμάτωσης των οποιονδήποτε, ακόμη και των εκκεντρικών προσωπικών οραμάτων. Μη μου πείτε, πως αυτή η μετακίνηση των ενδιαφερόντων και των επιδιώξεων έφερε και τρόπο αλλαγής της συμπεριφοράς και των επιδιώξεων των οκνηρών προς μία καλύτερη ενεργητική και εργασιακή ζωή, μακριά από την τεμπελιά και την αργία; Όχι βέβαια. Η ζωή τους και ο χαρακτήρας τους παραμένει ο ίδιος και τίποτε δεν αλλάζει προς το καλύτερο. Ο οκνηρός αποφεύγει τις καλές και ωφέλιμες πράξεις που μπορούν να τον οδηγήσουν στην αποφυγή της αργίας και της αηδίας. Ασχολείται με πράξεις ανάξιες για κάθε πολίτη, σε παιχνίδια, σε διασκεδάσεις, σε ξενύχτια, σε συναναστροφές με γυναίκες υπόπτου ηθικής υποστάσεως κ.λπ.
Δεν νομίζω ότι παραδίδομαι σε σχήμα υπερβολής αν χαρακτηρίσω την οκνηρία ως τη «μητέρα πάσης κακίας και πάθους». Όπως πολύ σωστά λέγει ο λαός μας. Η γεύση, που απομένει στα χείλη και τις καρδιές μας είναι πικρή, από τη στάση και τη συμπεριφορά των οκνηρών ανθρώπων. Ευελπιστώ, πως όλοι αυτοί κάποια στιγμή θα τολμήσουν να κρατήσουν σφιχτά την αξιοπρέπειά τους. Και θα τολμήσουν με την αντίδρασή τους και τη μαχητικότητά τους το πνεύμα της ελευθερίας και της υπευθυνότητας να επανακάμψουν στην πραγματική ζωή.
Από τον Αθανάσιο Φώτο,
επί τιμή δικηγόρο