Στο μυθιστόρημα του Τσέχου συγγραφέα Μπόχουμιλ Χράμπας «Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν» ο συγγραφέας περιγράφει την ιστορία ενός νεαρού, του Μίλας, ο οποίος εργάζεται ως μαθητευόμενος στο σιδηροδρομικό σταθμό ενός χωριού. Του αρέσει να βλέπει τα τρένα να περνούν και να κάνει όνειρα.
Ο μεγάλος Τσέχος συγγραφέας προφανώς γνώριζε γράφοντας αυτό το μυθιστόρημα ότι σ’ όλο τον κόσμο ο σιδηρόδρομος ασκεί στους ανθρώπους μεγάλη έλξη, με τη γοητεία και τη μαγεία που αποπνέει.
Από το μακρινό 1681 που στο Πεκίνο ένας Ιησουίτης Ιεραπόστολος παρουσίασε ένα ατμήλατο όχημα ως την ανάπτυξη των Αγγλικών σιδηροδρόμων του 1825 που άρχισαν να τρέχουν με 8 έως 16 χιλιόμετρα την ώρα, οι ράγες των σιδηροδρόμων κατόρθωσαν να ενώσουν μεγάλες χώρες. Ο Καναδάς ενώνει τους δύο Ωκεανούς, τον Ειρηνικό και τον Ατλαντικό με τις σιδηροτροχιές που διασχίζουν την τεράστια αυτή χώρα. Κατασκευάζονται γιγαντιαίοι σιδηρόδρομοι όπως ο Υπερσιβηρικός που ενώνει τη Μόσχα με το Βλαδιβοστόκ. Σήμερα φτάσαμε στις Γαλλικές και στις Ιαπωνικές αμαξοστοιχίες που τρέχουν με εκατοντάδες χιλιόμετρα την ώρα.
Στην Ελλάδα ο πατέρας των ελληνικών σιδηροδρόμων Χαρίλαος Τρικούπης ξεκινά τα μεγάλα έργα το 1882 μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος. Ο μεγάλος πολιτικός ο οποίος χρειαζόταν τρεις μέρες να πάει από την Αθήνα στην πατρίδα του, το Μεσολόγγι, οραματίστηκε και εκτέλεσε τεράστια έργα. Η ανάπτυξη της συγκοινωνίας, η κατασκευή του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου, η διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου, η διεύρυνση του Πορθμού του Ευρίπου, η κατασκευή των λιμανιών των γεφυρών και των φάρων, οι ταχυδρομικές και τηλεγραφικές υπηρεσίες, όλα τα έργα άρχισαν και ολοκληρώθηκαν επί της πρωθυπουργίας του και πάντως όλα φέρουν την προσωπική του σφραγίδα.
Είναι φυσικό τα τρένα που ενώνουν λαούς και πολιτισμούς να πρωταγωνιστούν στις τέχνες όπως ο κινηματογράφος και η λογοτεχνία. Το Όριαν Εξπρές είναι το τρένο που δρομολογήθηκε το 1883 και ενώνει την Κωνσταντινούπολη με το Παρίσι. Το 1934 η Αγκάθα Κρίστι κυκλοφορεί το βιβλίο «Έγκλημα στο Όριαν Εξπρές». Είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς, το δημοφιλέστερο έργο της Αγγλίδας συγγραφέως. Πούλησε και πουλάει εκατομμύρια αντίτυπα σε όλο τον κόσμο. Το μυθιστόρημα είναι εμπνευσμένο από την ιστορία της απαγωγής του μωρού του διάσημου αεροπόρου Τσάρλς Λίντεμπερκ, μιας υπόθεσης που συγκλόνισε τον κόσμο.
Το 1981 κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Εξάντας» το μυθιστόρημα του Βασίλη Αλεξάκη με τον τίτλο «Τάλγκο». Το Τάλγκο είναι το τρένο που ενώνει το Παρίσι με τη Βαρκελώνη. Αυτό το τρένο παίρνει ο Έλληνας Καθηγητής από το Παρίσι για να συναντηθεί στη Βαρκελώνη με την αγαπημένη του.
Στις εκδόσεις «Κέδρος» κυκλοφορεί ένα θαυμάσιο βιβλίο με τον τίτλο «Η ιστορία ενός αιχμαλώτου» του Στρατή Δούκα. Είναι ένα βιβλίο που ξεχωρίζει για την απλότητα της γραφής. Ένα θαυμάσιο υπόδειγμα γλώσσας. Το βιβλίο αυτό πρότεινα στους αναγνώστες του Βιβλιοπωλείου μας, περισσότερο από κάθε άλλο βιβλίο. Ο νεαρός Μικρασιάτης ήρωας προσπαθώντας να διαφύγει από τα βάθη της Τουρκίας, άλλοτε ως εργάτης, άλλοτε ως βοσκός, φτάνει από την Προύσα στη Σμύρνη με το τρένο, προσποιούμενος τον Τούρκο επιβάτη. Είναι ένα συγκλονιστικό οδοιπορικό.
Ο Λαρισαίος Αντώνης Αγγελούλης ή Βρατσάνος επικεφαλής του μηχανικού του Ολύμπου στις 23 Φεβρουαρίου 1944 στα Τέμπη, ανατινάζει την αμαξοστοιχία 53 η οποία ήταν γεμάτη με Γερμανούς αξιωματικούς και στρατιώτες, που μεταβαίνουν στο Ανατολικό μέτωπο. 450 νεκροί Γερμανοί. 50 από αυτούς ήταν αξιωματικοί της Βέρμαχτ. Θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα σαμποτάζ της Ευρώπης κατά των Ναζί. Είχα την τύχη ως Βιβλιοπώλης να γνωρίσω τον θρυλικό Μπουρλοτιέρη των Τεμπών, Αντώνη Βρατσάνο. Το βιβλίο του «Βροντάει ο Όλυμπος» είχε εξαντληθεί. Δεν μας έδωσε δυστυχώς την άδεια να το επανεκδώσουμε. Έλεγε ότι το βιβλίο του ανήκει στον λαό. Δεν επιθυμεί να γίνει προϊόν εμπορικής εκμετάλλευσης. Δεν έπαιρνε σύνταξη ως αντιστασιακός γιατί αρνούνταν να αιτηθεί συνταξιοδότησης βάσει του νόμου 1285/1982. Αυτό είναι χρέος της πολιτείας έλεγε, και όχι καθήκον των αγωνιστών. Ξεχωριστοί άνθρωποι. Πέθανε πάμπτωχος. Δεν είναι ο μόνος στην ελληνική ιστορία που το τέλος του βίου του δεν ήταν ανάλογο της προσφοράς του.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Νικηταράς, ο «Τουρκοφάγος» ζητιάνευε για να ζήσει, έξω από την εκκλησία της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά. Το βιβλίο του Μπορίς Παστερνάκ «Δόκτωρ Ζιβάγκο» παραμένει μια μοναδική αφήγηση των γεγονότων της Ρωσικής ιστορίας των πρώτων δεκαετιών του αιώνα. Μια μεγάλη ερωτική ιστορία και ένα χρονικό εντάσεων, απογοητεύσεων, αλλά και ελπίδας, που μόνο η οξυδερκής συνείδηση ενός σπουδαίου συγγραφέα μπορεί να συλλάβει. Στις σελίδες του βιβλίου, αλλά και στη γνωστή κινηματογραφική ταινία, με πρωταγωνιστή τον Ομάρ Σαρίφ, το τρένο διασχίζει την απεραντοσύνη της Ρωσικής γης. Οι τοποθεσίες, οι πεδιάδες, οι λόφοι, οι βουνοπλαγιές, τα δάση, τα υψίπεδα, περνούν στα μάτια και στο μυαλό του θεατή ή του αναγνώστη, μέσα από τα παράθυρα του τρένου. Όλα αυτά τέρπουν την ψυχή του ανθρώπου. Εδώ η τέχνη της γραφής και του κινηματογράφου φτάνουν σε μεγάλα και υψηλά επίπεδα. Όμως στη λογοτεχνία πέρασε και η περιγραφή των δραματικών γεγονότων που ήρθαν στην ανθρωπότητα στις σκοτεινές μέρες της ανθρώπινης περιπέτειας.
Διαβάζω στο βιβλίο του Λεόν Σαλτιέλ «Μη με ξεχάσετε», εκδόσεις Αλεξάνδρεια: «Στις 15 Μαρτίου 1943 αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη ο πρώτος συρμός που μετέφερε 2.400 Έλληνες Εβραίους στο Άουσβιτς –Μπιρκενάου. Έως τις 10 Αυγούστου 1943 είχαν αναχωρήσει άλλα 17 κομβόι μεταφέροντας συνολικά περίπου 43.000 ψυχές. Από αυτούς ελάχιστοι γύρισαν ζωντανοί».
Γράφει ο Βασιλί Γκρόσμαν στο βιβλίο του «Η κόλαση της Τρεμπλίνκα»: «Εδώ στο σιδηροδρομικό δίκτυο του Σέντλετς βρίσκεται ο μικρός επαρχιακός σταθμός της Τρεμπλίνκα. Πολλοί από όσους μεταφέρθηκαν στην Τρεμπλίνκα το 1942 είχε τύχει, εν καιρώ ειρήνης να περάσουν από εδώ, να διατρέξουν με αφηρημένο βλέμμα το μελαγχολικό τοπίο, τα πεύκα, την άμμο, την άμμο και πάλι τα πεύκα, τους χερσότοπους, τους ξερούς θάμνους και τα πληκτικά κτίρια του σταθμού, τις διακλαδώσεις των σιδηροδρομικών σταθμών».
Ο Πρίμο Λέβι στο βιβλίο του «Αν αυτό είναι άνθρωπος» περιγράφει την πορεία των τρένων που φεύγουν από την Ιταλία διασχίζοντας την Ευρώπη έως τα στρατόπεδα Κολάσεως στην Πολωνία: «Και όλοι αυτοί οι χιλιάδες, οι δεκάδες, οι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωπο, όλα αυτά τα φοβισμένα γεμάτα ερωτηματικά μάτια, όλα τα νεανικά και γερασμένα πρόσωπα, οι καλλονές με τις μαύρες μπούκλες και τα χρυσά μαλλιά, οι καμπουριασμένοι και ακατάστατοι, οι καραφλοί γέροι, οι δειλοί έφηβοι, όλοι ενώνονταν σε ένα μοναδικό ποτάμι που κατάπινε και την λογική και την υπέροχη ανθρώπινη επιστήμη και την αγάπη των κοριτσιών και την απορία των παιδιών και τον βήχα των γερόντων και την ανθρώπινη καρδιά».