Για τη χώρα μας το πρόβλημα αναφέρεται συγκεκριμένα στα αυξομειούμενα μεταναστευτικά κύματα από τη γειτονική χώρα προς την Ελλάδα ανθρώπων που προέρχονται από κράτη με ανελεύθερα καθεστώτα που δεν εξασφαλίζουν στοιχειώδεις ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης. Με αφορμή αυτό το σοβαρό πρόβλημα, νομίζουμε ότι είναι επίκαιρο να αναδειχθεί και το πρόβλημα των «περιβαλλοντικών μεταναστών», το οποίο θα γίνει μόνιμη κατάσταση τα επόμενα χρόνια λόγω της κλιματικής αλλαγής (ΚΑ) σε αντίθεση με το σημερινό πρόβλημα, το οποίο μπορεί θεωρητικά να τερματιστεί, εάν αποφασίσουν οι κυβερνήσεις των δύο χωρών.
Ας δούμε όμως τι είναι και ποια έκταση έχει το πρόβλημα της περιβαλλοντικής μετανάστευσης. Και κατ’ αρχάς ας ξεκαθαρίσουμε την έννοια των «μεταναστών». Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό για τη Μετανάστευση (ΙΟΜ) του ΟΗΕ δεν υπάρχει ένας διεθνώς αποδεκτός ορισμός του «μετανάστη» που για την κοινή γνώμη σημαίνει ένα πρόσωπο που διαμένει εκτός της χώρας του εντός μιας άλλης χώρας ή σε διεθνή σύνορα προσωρινά ή μόνιμα για μια σειρά λόγους, όπως αναζήτηση εργασίας, καλύτερων συνθηκών υγειονομικής περίθαλψης, αποφυγή πείνας, πολέμων ή φυσικών καταστροφών και αναζήτηση πολιτικών και θρησκευτικών ελευθεριών. Μεταξύ όλων αυτών των κατηγοριών «μεταναστών» υπάρχει μία σαφής διάκριση, αυτοί που φεύγουν από τη χώρα τους με τη θέλησή τους (μετανάστες-migrants) και αυτοί που αναγκάζονται να φύγουν (πρόσφυγες-refugees). Λόγω της μη ύπαρξης (ακόμα) ενός νομικού ορισμού όλων αυτών των περιπτώσεων διεθνώς, στην κάθε χώρα χρησιμοποιούνται διάφορες ορολογίες, όπως για παράδειγμα στη δική μας «μετανάστες», «λαθρομετανάστες», «πρόσφυγες», «οικονομικοί μετανάστες» κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση στις χώρες που εισέρχονται μετανάστες ή πρόσφυγες δημιουργούνται προβλήματα, που ανάλογα με τον αριθμό των προσφύγων/ μεταναστών και τη συχνότητα μπορεί να παίρνουν μεγάλες διαστάσεις εξελισσόμενα σε «κρίσεις». Αυτό συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με τους πρόσφυγες ή/και μετανάστες από χώρες της Ασίας (Συρία, Ιράκ, Αφγανιστάν), οι οποίοι μέσω της Τουρκίας καταλήγουν στη χώρα μας, δημιουργώντας τα γνωστά προβλήματα που στην τρέχουσα περίοδο περιλαμβάνονται με έντονο τρόπο στο δημόσιο διάλογο λόγω (και) του ότι η χώρα βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο. Ένας τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος που επιλέχτηκε από την ελληνική πολιτεία ήταν η κατασκευή «φράχτη» που άρχισε να κτίζεται κατά μήκος του Έβρου το 2012 και έκτοτε επεκτείνεται με εθνικά κονδύλια λόγω της άρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης να χρηματοδοτεί την κατασκευή «φραχτών».
Ας έρθουμε όμως στο θέμα του προβλήματος της μετανάστευσης που αναμένεται να κορυφωθεί στο κοντινό μέλλον λόγω της ΚΑ και της επερχόμενης επισιτιστικής κρίσης. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΙΟΜ ο αριθμός των διεθνών μεταναστών αυξάνεται σταθερά και από 85 περίπου εκατ. το 1970 έφτασε τα 280 εκατ. το 2020 που αντιστοιχεί στο 3.6% του παγκόσμιου πληθυσμού. Στην Ευρώπη ο αριθμός αυτός από 51 περίπου εκατ. το 1995 αυξήθηκε σε 82 περίπου εκατ. το 2020.
Ένα σημαντικό ποσοστό των μεταναστών προέρχεται από περιβαλλοντικές αιτίες που σχετίζονται με την ΚΑ, η οποία επηρεάζει όλες τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων, που καθορίζουν την επισιτιστική ασφάλεια, την ασφάλεια του νερού, την οικονομική, την προσωπική και πολιτική, την ενεργειακή και την παγκόσμια περιβαλλοντική ασφάλεια. Οι περιβαλλοντικές αιτίες που προκαλούν τη μετακίνηση των ανθρώπων είτε στο εσωτερικό της χώρας τους είτε εκτός αυτής είναι γεγονότα που εξελίσσονται με βραδύ ρυθμό και γι’ αυτό θεωρούνται ύπουλα, όπως η ξηρασία και ερημοποίηση. Μερικοί αριθμοί αρμόδιων οργανισμών δείχνουν το μέγεθος του προβλήματος στο άμεσο ή μακρινότερο μέλλον.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας μόνο σε τρεις περιοχές του κόσμου, στην Υποσαχάρεια Αφρική, στη Νότια Ασία και στη Λατινική Αμερική πρόκειται να μεταναστεύσουν εντός των περιοχών τους περίπου 143 εκατ. μέχρι το 2050. Η Επιτροπή του ΟΗΕ για την καταπολέμηση της Ερημοποίησης (UNCCD) αναφέρει σε πρόσφατη έκθεσή της ότι μέχρι τέλους του 2020 μετανάστευσαν 20 εκατ. άνθρωποι λόγω της ερημοποίησης, μεταξύ των οποίων ένας σημαντικός αριθμός ήταν πρόσφυγες που μετακινήθηκαν εκτός των χωρών τους. Σύμφωνα με την υπεύθυνη για τους πρόσφυγες υπηρεσία του ΟΗΕ (ΙΟΜ) από το 2008 μετανάστευσαν λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως πλημμύρες, καταιγίδες, πυρκαγιές και ακραίες θερμοκρασίες, 21.5 εκατ. άνθρωποι και εκτιμάται ότι μέχρι το 2050 θα μεταναστεύσουν παγκοσμίως λόγω της ΚΑ και των φυσικών καταστροφών 1.2 δισεκατομμύρια άνθρωποι, οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί ως τα «ξεχασμένα θύματα του κόσμου» εξαιτίας της ΚΑ.
Μετά τα παραπάνω εφιαλτικά δεδομένα διερωτάται κανείς εάν οποιοιδήποτε «φράχτες» όσο ψηλοί και μεγαλομήκεις και αν είναι, θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν τα κύματα των «κλιματικών προσφύγων». Σημειώνεται δε ότι η κλιματική αλλαγή είναι ένα φαινόμενο που δεν μπορεί να σταματήσει με κάποιες αποφάσεις κυβερνήσεων, αλλά μπορούν μόνο να μετριαστούν κάπως οι συνέπειές της, εάν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα και εφαρμοστούν πολιτικές μετριασμού και προσαρμογής, που δυστυχώς διεθνώς δεν φαίνεται να είναι σε προτεραιότητα, παρά τις πομπώδεις διακηρύξεις. Καιρός λοιπόν να ασχοληθούμε και με το θέμα αυτό που ήδη αντιμετωπίζουμε και στη χώρα μας, η οποία ως γνωστόν δοκιμάζεται από σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα.
*Ο Χρίστος Τσαντήλας είναι γεωπόνος, δρ Εδαφολογίας, πρ. διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών
(e-mail: christotsadilas@gmail.com).