Μεγάλη Συνάντηση! Ίσως δουν τον μπαμπά, τη μαμά, τη γιαγιά, τον αδελφό να παίξουν λίγο με τις οθόνες τους. Ο μικρός Νικόλας σκέφτεται πως θα συναντήση τον Ιασονάκο, και αγκαλιές και φιλιά και δάκρυα θα γεμίσει ο τόπος. Όλα είναι ίδια ...γέλια χαρές εκεί ψηλά, δάκρυα και λυγμοί στη γη κάτω. Τώρα θα ανακατευθούν για πρώτη φορά και θα γίνει σωστό πανηγύρι. Τέτοια γιορτή δεν είχαν ξαναζήσει ποτέ! Ψυχές χαρούμενες πέφτουν στους ανθρώπους τους και γίνονται πιο τρελοί από ποτέ, έκπληξη, θεϊκός θαυμασμός, σκιρτήματα χαράς πρωτόγνωρα, ψίθυροι ανείπωτου, πρωτοΐδωτου καλωσορίσματος, φιλιά, λυγμοί όλα γίνονται ΕΝΑ, παράπονα, μάτια μεγάλα δακρυσμένα, ιερή ευγνωμοσύνη, πλέκουν έναν χορό από χρώματα, και ήχους γλυκείς πονεμένους σαν, ζουζούνισμα, μελισσοθροΐσματα, ύμνους, ευχαριστίες επιτρέποντας να δουν ψηλά την κοινωνία του ουρανού ...κάτω απ’ το γλυκό φως του ήλιου, κάτω απ’ τη λύπη της ενοχής. Ο Νικόλας βλέπει κάποια στιγμή τον μπαμπά του να ανάβει ένα κερί, κατάλαβε; σκέφτεται... Ίσως! Πράγματι είχε δει κάτι σαν φύσημα στις πλάτες του Ιασονάκου, και πλησίαζε με βήματα πονεμένα, κεκλιμένα κρατώντας το κερί για να φωτίσει περισσότερο, μήπως και ιδή, μήπως και νιώσει, και κείνος το άφθαστο χάδι του γιου του, που εκείνη τη στιγμή συναντήθηκε με τον μικρότερο γιο του. Δεν ανοιγόκλεισε ούτε μια φορά τα μάτια του και τους άκουσε να γελάνε ...έπνιξε κάθε πνίξιμο εκεί στον λαιμό του, απορροφημένος να ακούει τη μυστική επικοινωνία των παιδιών του ...«θυμάσαι αδελφούλη πόσο πολύ παίζαμε στη θάλασσα, με τα σωσίβια, τις βάρκες, με τα κάστρα στην άμμο, που κρυφθήκαμε μέσα στο τεράστιο κάστρο που φτιάχναμε ολημερίς, κι ο μπαμπάς αφού μας έψαχνε απελπισμένος, χωρίς να προσέξει τα καπέλα που μας σκέπαζαν το κίτρινο και το πράσινο, άρχισε να φωνάζει: τα παιδιά μου έχασα τα παιδιά μου, πνίγονται, βοηθήστε με ...τα αγόρια μου... και τότε πεταγόμαστε εμείς και μας «έπνιξε» εκείνος ...μες στην αγκαλιά του!...». Ο Ιασονάκος άρχισε να χαμογελάει και να κλαίει απαρηγόρητα κουνώντας το όμορφο κεφαλάκι του λέγοντας «...δεν θέλω να είμαι μόνος μου Νικολάκη μου, αδελφέ μου... καλέ μου αγαπημένε ...σ’ αγαπώ τόοοσο πολύ..», και ο Νικόλας συνεχίζει «εδώ είμαι ...μαζί σου πάντα είμαι εδώ ...δεν θα σε αφήσω ποτέ! Αυτόν τον προορισμό έχω απ’ τον Θεό, να γίνω το αγγελούδι σου ...δεν με βλέπεις; Άνοιξε λίγο εκείνο το μυστικό πέρασμα της ψυχούλας σου και τσουπ θα ’ρχομαι πιο συχνά ...θα έρχομαι στη χώρα μας, στις ακρογιαλιές μας, στα δικά μας κάστρα ...θα τρέχω ίσια στην αγκαλιά σου, θα παίζω με τα μαλλιά σου, έναν αδελφό έχω, θα σε προσέχω ...κάθε πρωί μαζί θα λέμε προσευχή και καλημέρα, όπως μας έμαθε η μαμά και η γιαγιά και μην ξεχνάς να φοράς το κίτρινο καπέλο μου! Την άλλη φορά θα μας φέρει το ουράνιο τόξο γιατί είναι πιο γρήγορο απ’ τη νεφελοστοιχία και θα φέρω ένα δώρο για τη μαμά και τη γιαγιά...». Ο μπαμπάς του Νικολάκη, έσφιξε το κερί με λατρεία, με θλιμμένη γλυκύτητα και είδε στο φως του να τελείται το μυστήριο, να υψώνεται ψηλά με μια ελαφριά δύναμη τ’ ανέμου! Κοινώνησε των αχράντων, των αιωνίων, των αγγέλων!
-Ακούγοντας του μεγάλου αγγέλου τη μουσική φωνή! Είστε το βάρος μιας φτερούγας από πούπουλα και εδώ απαλά θα καθίσετε δεν θα βραχείτε, είμαστε τώρα τα λευκά μεταξένια δάκρυά σας που ωφέλησαν την έρημο γη, τις στεγνές αυλές των ανθρώπων, είμαστε ο απριλιάτικος άνεμος από ειρηνικές πνοές νοσταλγικές που πείσμα έβαλαν να καθαρίσουν κάθε σκοτεινή σκέψη κάθε επιβουλή απ’ το τραπέζι των ανθρώπων... Είστε η στρατιά μαχόμενη κάθε αντικείμενη βούληση, έχετε ορκισθεί να δώσετε στο άσχημο; Σχήμα και ομορφιά! Στο ασθενές; Σθένος και Δύναμη! Στο σκοτάδι; ΦΩΣ και επιφάνεια! Στην απρέπεια; Ήθος και Αλήθεια! Στο κατρακύλισμα; Άθλους και Ύψος! Στην απελπισία; Πνοή καινούργια μια ψαλμωδία υμνητική!!!
23 3 2023
ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΗ
(ΣΥΛΛΟΓΗ: «ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΩΝ ΤΕΜΠΩΝ»)