πολλές προτάσεις υποβάλλονται για την αναστροφή της ζοφερής κατάστασης. Απ’ όλους σχεδόν αναγνωρίζεται ότι μία αιτία του κακού, είναι η γενίκευση της διαπλοκής σε όλα τα επίπεδα του δημόσιου βίου.
Κατά την άποψή μας, ο πυρήνας της διαπλοκής είναι οι πελατειακές σχέσεις των βουλευτών με το εκλογικό σώμα (τους πολίτες). Αν και πρέπει να υπάρχει διάκριση εξουσιών (εκτελεστικής από νομοθετική εξουσία), δυστυχώς η λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος εξετράπη.
Με τις βουλευτικές εκλογές, εκλέγουμε Κυβέρνηση (δηλαδή, εκτελεστική εξουσία) και βουλευτές μέλη του Κοινοβουλίου (δηλαδή, νομοθετική εξουσία). Ο αρχηγός του πλειοψηφούντος κόμματος αναλαμβάνει Πρωθυπουργός και σχηματίζει Κυβέρνηση, που πρέπει να τύχει εμπιστοσύνης από την πλειοψηφία των βουλευτών του Κοινοβουλίου. Δεν μπορώ να αντιληφθώ, πως αυτούς που εκλέξαμε να νομοθετούν, συγχρόνως να μας κυβερνούν. Το 1/3 σχεδόν του πλειοψηφούντος κόμματος στο Εθνικό Κοινοβούλιο μετέχει και στην Κυβέρνηση, υποβάλει νομοσχέδια και τα ψηφίζει!! Με άλλα λόγια, Γιάννης πίνει και Γιάννης κερνάει!
Πέραν αυτού και κατά κανόνα, κατά την εμπεδοθείσα πολιτική τακτική, κοινή διαπίστωση είναι ότι ο κάθε βουλευτής στο βάθος του μυαλού του έχει (και είναι ανθρώπινο) είτε να υπουργοποιηθεί ή να βρίσκεται στο περιβάλλον κάποιου υπουργού, με στόχο την εξυπηρέτηση αιτημάτων των ψηφοφόρων του και τη διεύρυνση και παγίωση της εκλογικής του πελατείας για την επανεκλογή του.
Οι βουλευτές, ως εκπρόσωποι των πολιτών της Περιφέρειας στην οποία εκλέγονται και εν τω συνόλω ως εκπρόσωποι του Έθνους, συνιστούν την νομοθετική εξουσία και εκλέγονται για να νομοθετούν. Ενώ το πλειοψηφούν κόμμα εκλέγεται για να κυβερνήσει. Ο αρχηγός του θα είναι Πρωθυπουργός ο οποίος θα διορίσει υπουργούς και θα σχηματίσει Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση (ως εκτελεστική εξουσία) θα προτείνει νομοσχέδια που θα τα ψηφίζει ως Νόμους το Κοινοβούλιο και γενικά θα πραγματώσει έργα και θα εφαρμόσει πολιτική που θα συνάδουν με τις Αρχές του πλειοψηφούντος κόμματος.
Θα έπρεπε, επομένως, το βουλευτικό αξίωμα να είναι διακριτό και ασύμβατο με τον υπουργικό θώκο.
Βεβαίως, η πρακτική αυτή δεν επιβάλλεται από το ισχύον Σύνταγμα. Όμως, δεν απαγορεύεται. Θα μπορούσε, όμως, να αποτελέσει μία καινοτομία ως Συνταγματική επιταγή όταν συγκροτηθεί Αναθεωρητική Βουλή με στόχο την τροποποίηση μη ουσιωδών διατάξεων του Συντάγματος.
Αλλά και τώρα, με το ισχύον Σύνταγμα, ποια απαγορευτική διάταξη υπάρχει που ο Πρωθυπουργός να μην συγκροτεί κυβέρνηση από εξωκοινοβουλευτικά στελέχη, ικανά, που πρόσκεινται στην πολιτική ιδεολογία του πλειοψηφούντος κόμματος; Σε περίπτωση που ο Πρωθυπουργός επιθυμεί να συμπεριλάβει στην Κυβέρνησή του βουλευτές, αυτοί να παραιτούνται του βουλευτικού αξιώματος. Αυτό, εφαρμόζεται στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Με την πρακτική αυτή όχι μόνον υπάρχει σαφής διάκριση των εξουσιών, όχι μόνον διακόπτεται ο ομφάλιος λώρος της διαπλοκής μεταξύ πολιτικού συστήματος και πολιτών, αλλά αξιώνεται η λειτουργία δημοκρατικά λειτουργούντων πολιτικών κομμάτων Αρχών.
Μερικές θετικές επιπτώσεις εφαρμογής του ασυμβίβαστου του βουλευτικού αξιώματος με τον υπουργικό θώκο, αναφέρονται (μεταξύ άλλων) στους πολίτες, στους βουλευτές και στους εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς. Ειδικότερα:
- ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ:
* Δεν θα έχουν οτιδήποτε ιδιοτελές να προσδοκούν απευθυνόμενοι στους βουλευτές, αφού η εξουσία των τελευταίων θα είναι νομοθετική και όχι εκτελεστική.
* Δεν θα έχουν την πρόσβαση σε «πελατειακό» σύστημα, αφού δεν θα είναι δυνατόν να δημιουργηθεί με κέντρο έναν εξωκοινοβουλευτικό υπουργό.
- ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ:
* Θα ασκούν αποκλειστικά τον ρόλο και την εξουσία που πηγάζει από τη λειτουργία του Κοινοβουλευτικού μας Συστήματος. Δηλαδή, ως εκπρόσωποι του Λαού να νομοθετούν.
* Δεν θα έχουν οποιοδήποτε κίνητρο κρυφών συναλλαγών και «μαύρης» χρηματοδότησής τους από συμφέροντα, αφού δεν θα έχουν τη δύναμη να ασκούν εκτελεστική εξουσία.
* Δεν θα απαιτούνται τα τεράστια ποσά «πολιτικού χρήματος» για την εκλογή τους (που τώρα – σε πολλές περιπτώσεις - είναι αρνητικώς δυσανάλογα από τα έσοδα εκ της βουλευτικής τους αποζημίωσης).
* Θα ασκούν λειτούργημα και όχι επάγγελμα. Πολύ περισσότερο αν θεσπισθεί και ανώτατο χρονικό όριο άσκησης βουλευτικού αξιώματος.
- ΟΙ ΕΞΩΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ:
* Δεν θα έχουν οποιοδήποτε κίνητρο δημιουργίας εκλογικής πελατείας.
* Ενδεχομένως και εφόσον θα είναι επιτυχείς, να έχουν (και γιατί όχι) αυξημένη πιθανότητα επανυπουργοποίησής τους σε επόμενη κοινοβουλευτική περίοδο (εφόσον πλειοψηφήσει το ίδιο κόμμα).
* Εφόσον, σε επόμενη Κοινοβουλευτική περίοδο απ’ αυτή κατά την οποία εθήτευσαν ως υπουργοί, επιθυμήσουν εμπλοκή τους σε βουλευτική εκλογική διαδικασία, θα έχουν, ενδεχομένως, αυξημένη πιθανότητα (και πάλι γιατί όχι) εκλογής τους ως βουλευτές, χωρίς όμως εκτελεστική εξουσία. Πράγμα που σημαίνει ότι το μέρος των πολιτών που θα τους ψηφίσει δεν θα αποτελεί «πελατεία» αλλά αποδεδειγμένη αναγνώριση της ικανότητάς τους.
Η μείωση του αριθμού των βουλευτών (από 300 σε 200 (όπως προτείνεται από πολλούς) ασφαλώς μειώνει τις κρατικές δαπάνες, δεν εξαλείφει όμως την ρουσφετολογική διαπλοκή και τις πελατειακές σχέσεις του πολιτικού συστήματος (έστω και με λιγότερους βουλευτές) με τους πολίτες. Άσε που η «ισχύς» επικεντρώνεται σε λιγότερους.
Θεωρούμε, κατόπιν των ανωτέρω, ότι η αναφερθείσα πρακτική του ασυμβιβάστου του βουλευτικού αξιώματος με τον υπουργικό θώκο, είναι εκ των ων ουκ άνευ για ανιδιοτελή λειτουργία του Κοινοβουλευτικού μας Συστήματος, με διακριτούς ρόλους για την Νομοθετική και Εκτελεστική εξουσία.*Ο Φώτιος Γραβάνης είναι ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, πρώην πρόεδρος του ΓΕΩΤ.Ε.Ε. Κεντρικής Ελλάδας.