Να μας αξιώνει ο Θεός, κατ’ αρχήν, να εξαντλούμε το προσδόκιμο ζωής όντας όρθιοι και με τα μυαλά στη θέση τους, προκειμένου ν’ αντιλαμβανόμαστε τον περίγυρο και να αντιμετωπίζουμε την καθημερινότητα στηριγμένοι στις δικές μας δυνάμεις. Να έχουμε, προηγουμένως, δημιουργήσει σωστή οικογένεια πλαισιωμένη από παιδιά και εγγόνια, τα οποία μας κάνουν περήφανους για την πρόοδο και την προκοπή τους. Να μας επισκεφθεί ο θάνατος στο σπίτι μας, έχοντας στο πλευρό μας το έτερον ήμισυ ή έναν δικό μας άνθρωπο, που να νοιάζεται για μας, και όχι σε κάποιο νοσοκομείο ή σε κάποιον οίκο ευγηρίας για ευνόητους λόγους. Αν, μάλιστα, η επίσκεψη αυτή πραγματοποιηθεί μετά την τακτοποίηση όλων των ανοιχτών λογαριασμών μας προς τρίτους, τότε μπορούμε, πιστεύω, να μιλάμε για έναν απ’ τους καλύτερους τρόπους εγκατάλειψης των εγκοσμίων.
Όσοι, όμως, πιστεύουμε στον Τριαδικό Θεό, στην ανάσταση των νεκρών και στην απόδοση θεϊκής δικαιοσύνης για τις επί γης πράξεις μας, πρέπει, ακόμα, να παίρνουμε, έγκαιρα, τα μέτρα μας, προκειμένου να έχουμε, πάντα, καθαρή την ψυχή μας, όταν έρθει η ώρα να αντιμετωπίσουμε και να πείσουμε τον Μεγάλο Κριτή για την καθαρότητά της. Γι’ αυτό, η αγάπη προς τον πλησίον και η συγγνώμη για τα λάθη μας, η ελεημοσύνη προς τους αδυνάτους και ό,τι άλλο συνεπάγεται ο χριστιανικός τρόπος ζωής πρέπει να αποτελούν διαρκές μέλημά μας και όχι πράξη της τελευταίας στιγμής, προκειμένου να είμαστε, πάντα, έτοιμοι για το τελευταίο ταξίδι. Μόνο, έτσι, επιτυγχάνεται ο ανώδυνος χωρισμός της ψυχής απ’ το σώμα, γιατί, έτσι, κερδίζεται η ηρεμία και η γαλήνη, που είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση του φόβου, που προκαλεί το φοβερότατο μυστήριο του θανάτου.
Πρέπει, επίσης, για τον ίδιο λόγο και επειδή στο συγκεκριμένο ταξίδι δεν παίρνουμε μαζί μας καμιά αποσκευή, να μην αφήνουμε πίσω μας περιουσιακές εκκρεμότητες, οι οποίες, συνήθως, δημιουργούν προβλήματα στους απογόνους μας. Γι’ αυτό και η διαθήκη, που ορίζει, ξεκάθαρα, την τύχη της όποιας περιουσίας μας, πρέπει να συντάσσεται έγκαιρα και με δίκαιο τρόπο, αν επιθυμούμε να μας μνημονεύουν και να μας μακαρίζουν οι επιζώντες. Το επισημαίνω αυτό, γιατί είναι γνωστό, τι παιχνίδια παίζονται και τι καβγάδες γίνονται, όταν η μοιρασιά είναι άδικη ή, κυρίως, όταν δεν συντάσσεται καν διαθήκη, είτε γιατί θέλουμε να νιώθουμε δυνατοί ως την ύστατη ώρα, είτε γιατί τη χρησιμοποιούμε, για να εκβιάζουμε καταστάσεις και να απαιτούμε στήριξη. Μια τέτοια πρακτική, όμως, ας μην ξεχνούν οι ηλικιωμένοι, φέρνει, συνήθως, τα αντίθετα απ’ τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.
Για να «φεύγουμε», τέλος, γαλήνιοι, θα πρέπει, όταν κάνουμε απολογισμό πεπραγμένων της ζωής μας, να είμαστε ικανοποιημένοι για το αποτέλεσμα. Κάτι τέτοιο, όμως, μπορεί να συμβεί, μόνο όταν διαπιστώνουμε, ότι δεν συμβιβαστήκαμε και καταφέραμε στη ζωή μας να κάνουμε τα όνειρά μας πραγματικότητα, γεγονός που μας επιτρέπει να μην έχουμε απωθημένα και στερητικά σύνδρομα, που δημιουργούν ενοχές. Όταν διαπιστώνουμε, επίσης, ότι κατά τη διάρκεια της ενεργού παρουσίας μας στη γη δεν περάσαμε απαρατήρητοι στην κοινωνία και βελτιώσαμε το πνευματικό και βιοτικό μας επίπεδο σε σχέση με την αφετηρία μας χωρίς να προκαλέσουμε και να δώσουμε δικαιώματα για κατάκριση. Γι’ αυτό θα πρέπει απολογισμό πεπραγμένων να κάνουμε κατά τακτά χρονικά διαστήματα και όχι μόνο στα στερνά μας, προκειμένου να γίνονται οι διορθωτικές εκείνες κινήσεις, που θα δημιουργήσουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Όλα αυτά, βέβαια, είναι ευκταία και ασκήσεις επί χάρτου, γιατί, συνήθως, άλλες είναι οι βουλές οι δικές μας και άλλες αυτές του ζωοδότη Δημιουργού. Έχουμε, όμως, το αυτεξούσιο της επιλογής και, μακάρι, να πορευόμαστε, έτσι, στη ζωή μας, ώστε να τα έχουμε καλά με τον εαυτό μας και να είμαστε πάντα έτοιμοι για τον σπουδαιότερο και χωρίς γυρισμό ταξίδι της ζωής μας.
Από τον Κώστα
Γιαννούλα