Βυζαντίου.
Η 29η Μαΐου 1453 σήμαινε και τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς. Η πτώση της Κωνσταντινούπολης συνοδεύθηκε από ένα μείγμα θρύλων και παραδόσεων που προσπαθούσαν να την ερμηνεύσουν, ενώ αντικείμενο θρύλων και μύθων έγινε ο τελευταίος αυτοκράτοράς της, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος.
Η λαϊκή παράδοση βρίθει από θρύλους και δοξασίες, σύμφωνα με τις οποίες η Άλωση της Κωνσταντινούπολης ήταν «θέλημα Θεού», αλλά και σύμφωνα με τους ιστορικούς, η πτώση της Πόλης, ήταν θέμα χρόνου, καθώς τότε το Βυζάντιο βρισκόταν σε πλήρη οικονομική, πολιτική και πολιτισμική παρακμή.
Κατά τον ιστορικό Γεώργιο Φραντζή και έμπιστο σύμβουλο του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τα πρώτα οθωμανικά στρατεύματα κατέφθασαν στις 2 Απριλίου, ενώ ολόκληρο το στράτευμα έφτασε σταδιακά έξω από τα τείχη της πόλης έως τις 5 Απριλίου. Την ίδια ημερομηνία έφτασε και ο σουλτάνος με τις τελευταίες μονάδες και αμέσως απέκλεισε την πόλη από στεριά και θάλασσα.
Στις 6 Απριλίου, ο Τούρκος Σουλτάνος Μωάμεθ, ο Πορθητής κήρυξε και επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, αφού πρώτα πρότεινε στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να εγκαταλείψει την Πόλη, υποσχόμενος ότι θα σεβαστεί τη ζωή των κατοίκων. Ο Παλαιολόγος αρνήθηκε, με αποτέλεσμα να αρχίσει η πολιορκία.
Η μάχη ήταν σφοδρή, με τον βυζαντινό στρατό (ενισχυμένο από Γενουάτες μισθοφόρους) να αμύνεται με επιτυχία για αρκετό καιρό εναντίον του όγκου του οθωμανικού στρατού. Στις 21 Μαΐου ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη και ζητούσε την παράδοση της πόλης με την υπόσχεση να επιτρέψει στον Αυτοκράτορα και σε όσους το επιθυμούσαν να φύγουν με τα υπάρχοντά τους. Επίσης, θα αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Τέλος, εγγυόταν για την ασφάλεια του πληθυσμού που θα παρέμενε στην πόλη, πρόταση που ο Παλαιολόγος εκ νέου απέρριψε. Στις 29 Μαΐου έγινε η τελική επίθεση στην Πόλη. Λίγο αργότερα, οι Οθωμανοί εισέβαλαν στην Πόλη, η οποία ήταν πλέον δικιά τους. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος παράλληλα, βρήκε τον θάνατο πολεμώντας σαν απλός στρατιώτης.
Επειδή ο θάνατος του Παλαιολόγου δεν έγινε με καμία επισημότητα, αλλά αντίθετα σκοτώθηκε σαν κοινός στρατιώτης, το λαϊκό αίσθημα δεν το έκανε ποτέ αποδεκτό. Αντίθετα δημιουργήθηκαν μύθοι και θρύλοι, οι οποίοι μιλούν για εσωτερική προδοσία, αλλά και για «ανάληψη στους ουρανούς» του Παλαιολόγου.
Στην Κωνσταντινούπολη, κοντά στο Παλάτι του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου, υπήρχε μια μικρή πόρτα. Η μισή ήταν κάτω από το επίπεδο του εδάφους και λεγόταν Κερκόπορτα ή πύλη του κίρκου, επειδή οδηγούσε σε ένα ιπποδρόμιο (circus), έξω από τα τείχη. Κατά την παράδοση, από αυτήν εισήλθαν πιθανόν από εσωτερική προδοσία στην Πόλη, οι γενίτσαροι κατά την έφοδο στις 29 Μαΐου 1453.
Η λαϊκή παράδοση αρνήθηκε να πιστέψει τον θάνατο του Κ. Παλαιολόγου και δημιούργησε τον θρύλο του «Μαρμαρωμένου Βασιλιά». Σύμφωνα με τον θρύλο, όταν μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη, «άγγελος Κυρίου» άρπαξε τον βασιλιά και τον πήγε σε μια σπηλιά κοντά στη Χρυσόπορτα. Εκεί μένει μαρμαρωμένος και καρτερεί να κατεβεί ο άγγελος, να τον ξεμαρμαρώσει. Και θα σηκωθεί πάλι ο βασιλιάς, θα μπει στην Πόλη και θα διώξει τους Τούρκους ως την Κόκκινη Μηλιά. Στους θρύλους για την Άλωση σημαντικό ρόλο έπαιξε και η Εκκλησία, καθώς την ώρα που μπήκαν οι Τούρκοι στην Αγιά Σοφιά, δεν είχε τελειώσει ακόμη η λειτουργία. Ο παπάς που έκανε τη λειτουργία πήρε αμέσως το Άγιο Δισκοπότηρο και μπήκε σε μια πόρτα, η οποία σφραγίστηκε και θα βγει από εκεί ο παπάς να τελειώσει τη λειτουργία.
Την ημέρα που έπεσε η Πόλη ένας γέροντας τηγάνιζε ψάρια και όταν του είπαν «Εάλω η Πόλις», είπε πως για να πιστέψει πως έπεσε η Πόλη, έπρεπε να βγουν τα ψάρια από το τηγάνι. Θρύλοι, προλήψεις για την πτώση της Πόλης δημιούργησαν και οι Σαρακατσάνοι, των οποίων ήμουν συντάκτης της εφημερίδας, «ΗΧΩ», με τον Τάσο Σουφλιά. Την Τρίτη, αποφράδα, ημέρα, τη θεωρούσαν μαύρη, όπως και τη Μ. Παρασκευή και δεν απόκοβαν τα αρνιά. Δεν ξεκινούσαν για τα βουνά, ενώ οι γυναίκες δεν έπλεναν. Κρατούσαν λάια πρόβατα στο κοπάδι, για να δείξουν το πένθος. Επίσης, αρκετά Σαρακατσάνικα τραγούδια αναφέρονται στο Βυζάντιο και στην άλωση της Πόλης.
Εκτός από τους θρύλους για το πάρσιμο της Πόλης, πρέπει να αναφέρουμε και τους υπερασπιστές της, σύμφωνα με τον ιστορικό Φραντζή. Οι υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης αποτελούνταν από μόλις 4.937 Βυζαντινούς και 2.000 ξένους. Από αυτούς ξεχώριζαν οι 700 κατάφρακτοι στρατιώτες του Γενοβέζου Ιωάννη Ιουστινιάνη, Λόγκο, ο οποίος θεωρούταν ένας από τους καλύτερους πολεμιστές, αλλά νωρίς τραυματίστηκε και αποχώρησε.