Η διαφθορά δεν είναι μια έμφυτη μορφή συμπεριφοράς, αλλά μάλλον ένα σύμπτωμα μιας ευρύτερης δυναμικής που προκύπτει από αλληλεπιδράσεις, ευκαιρίες, δυνάμεις και αδυναμίες εντός των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων. Επειδή, λοιπόν, είναι ένα σύνθετο φαινόμενο με οικονομικές κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις, η επιτυχής αντιμετώπισή της προϋποθέτει την ύπαρξη εξειδικευμένων εργαλείων πρόληψης, ανίχνευσης, καταστολής και επιβολής κυρώσεων.
Για την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας η αντιμετώπιση της διαφθοράς είναι μια στρατηγική επιλογή που αποτυπώνεται σε μια σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών του Υπουργείου Εσωτερικών. Πρώτη χρονικά νομοθετική παρέμβαση ο Νόμος 4795/2021, με τον οποίο εισάγονται ρυθμίσεις για τον εσωτερικό έλεγχο του Δημοσίου, με στόχο την απόλυτη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και την εμπέδωση κουλτούρας ακεραιότητας στο Ελληνικό Δημόσιο. Με τον ίδιο νόμο συνεστήθη και ο Σύμβουλος Ακεραιότητας, ένας νέος θεσμός που υποστηρίζει και συμβουλεύει τους δημόσιους υπαλλήλους όταν αντιμετωπίζουν θέματα ηθικής, παραβίασης ακεραιότητας, κακοδιοίκησης και διαφθοράς. Στη συνέχεια, με τον Νόμο 4829/2021 για πρώτη φορά στην Ελλάδα, αναγνωρίζεται το «lobbying», η προώθηση δηλαδή συμφερόντων μέσω της επικοινωνίας και της άσκησης πίεσης προς θεσμικούς φορείς, ως μια νόμιμη πρακτική, μια πράξη συμμετοχής στην πολιτική ζωή της χώρας. Το «lobbying» ήταν μέχρι σήμερα αρρύθμιστο, παραχωρώντας πεδίο δράσης σε όσους επιδιώκουν την αύξηση της επιρροής τους με αθέμιτο ή ανήθικο τρόπο. Και ενώ έχει αποκτήσει κακή φήμη, το «lobbying» είναι μια έκφανση υγιούς δημοκρατικής διαδικασίας, που όταν γίνεται με όρους διαφάνειας και ακεραιότητας, μέσα σε ένα θεσμικό και νομοθετικό πλαίσιο με κανονισμούς και διατάξεις μπορεί να διασφαλίσει την πολυμορφία των εμπλεκομένων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και εν τέλει να οδηγήσει σε πιο ενημερωμένες, πιο καλές πολιτικές, χωρίς αποκλεισμούς, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος.
Το πλέον πρόσφατο νομοθέτημα του Υπουργείου Εσωτερικών αφορά το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Καταπολέμησης της Διαφθοράς. Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς που κινείται σε τρεις βασικούς άξονες: α) την Πρόληψη, εντοπισμό και αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς, β) την Προώθηση των αρχών της διαφάνειας, της ακεραιότητας και της λογοδοσίας και γ) την Ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και την ανάπτυξη κουλτούρας μηδενικής ανοχής απέναντι στη διαφθορά και την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς.
Η καταπολέμηση της διαφθοράς είναι στρατηγική επιλογή και δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας, οι δε μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη θεσμική της θωράκιση, έχουν ήδη αποδώσει αποτελέσματα, τα οποία αναγνωρίζονται διεθνώς, αφού σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας, η Ελλάδα στον δείκτη αντίληψης διαφθοράς παρουσιάζει μια σημαντική βελτίωση την τελευταία διετία και τον Ιανουάριο του 2022 βρίσκεται στην 58η θέση ανάμεσα σε 180 χώρες, ενώ την παραλάβαμε στην 69η θέση.
Η διαφθορά αποδυναμώνει τη δημοκρατία, παρεμποδίζει την οικονομική ανάπτυξη και επιδεινώνει την κοινωνική ανισότητα. Για να επιτευχθεί πραγματική και αισθητή μείωσή της, απαιτείται ουσιαστική αλλαγή νοοτροπίας στους δημόσιους φορείς και στην ευρύτερη κοινωνία. Μέσα από τον εκσυγχρονισμό του νομικού και θεσμικού πλαισίου και μέσα από στοχευμένες στρατηγικές και προγράμματα, που βασίζονται στο τρίπτυχο πρόληψη, διαφάνεια και έλεγχος, η Κυβέρνηση δηλώνει ότι είναι αμετακίνητη στη δέσμευσή της για πάταξη των φαινομένων απάτης, διαφθοράς και αδιαφάνειας.
Από τη Στέλλα Μπίζιου, δικηγόρο,
βουλευτή ΝΔ Λάρισας