Στο μεγαλύτερο μέρος του εικοστού αιώνα οριζόταν ο χώρος της ανάμεσα στον φιλελευθερισμό και τον «υπαρκτό» σοσιαλισμό. Στις πρόσφατες δημοσκοπήσεις με την ευκαιρία της ανάδειξης του νέου ηγέτη του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, το 50% περίπου των ερωτευμένων απαντούσε ότι ήταν πιθανό να το ψηφίσουν κάποια φορά. To ποσοστό εντυπωσιάζει αν λάβουμε υπ’ όψιν μας το μονοψήφιο νούμερό του στις τελευταίες εκλογές. Ο πρόεδρός του κ. Ανδρουλάκης πρώτος χρησιμοποίησε καθαρά και αδρά τον όρο Σοσιαλδημοκρατία σαν πεδίο και χώρο πολιτικής δράσης του. Μένει να διαπιστωθεί σε ποιον βαθμό θα φανεί η ανταπόκριση του κόσμου στο δικό του ζητούμενο μελλοντικά. Αν θελήσουμε να ακριβολογήσουμε το περί ου ο λόγος κόμμα δεν αυτοχαρακτηριζόταν ως σοσιαλδημοκρατικό παρά σαν κίνημα, ωστόσο υπήρξε η μόνη πολιτική παράταξη με αναφορά σε αυτήν.
Προσεκτικά αν σταθούμε στις λέξεις θα διαπιστώσουμε ότι ο φιλελευθερισμός προσιδιάζει περισσότερο σε μια φιλοσοφημένη άποψη για την ελευθερία του ατόμου, ενώ η σοσιαλδημοκρατία αναφέρεται στο σύνολο της κοινωνίας και σε συζευκτική συνάρτηση της δημοκρατίας με αυτή. Βεβαίως οι παράμετροι των δύο αυτών ιδεολογιών, έχουν πολιτισμικά χαρακτηριστικά κοινά ως επί το πλείστον και δικαιωματικά του ατόμου βέβαια, ωστόσο το οικονομικό κυριαρχεί στην πλατιά μάζα που έχει ως ζητούμενο έναν καλύτερο βιοπορισμό. Σ' αυτό λοιπόν το ζητούμενο, φιλελεύθερος καπιταλισμός και κομμουνισμός, οι δύο κυρίαρχες ιδεολογίες του 19ου αιώνα, στην αντιπαλότητά τους είχαν βοηθούσης της γρήγορης βιομηχανικής ανάπτυξης έναν κοινό στόχο, την παραγωγή του πλούτου, αλλά με διαφορετική μεθόδευση. Ο μεν φιλελευθερισμός πόνταρε στην απρόσκοπτη ατομική πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα, με τελικό αποτέλεσμα τη συσσώρευση πλούτου στους αξιότερους λίγους με συνέπεια την ανισοκατανομή στην ευμάρεια των μελών της κοινωνίας. Ο δε επιστημονικός υλισμός του Μαρξ σκόπευε στην αδρανοποίηση του εγωιστικού ενστίκτου της απόλυτης ελευθερίας του ανθρώπου μέσα από το θάμπωμα της συνεχούς βελτίωσης της ζωής, που εν ολίγοις η κεντρική διοίκηση χωρίς αμφισβήτηση θα φρόντιζε γι' αυτόν. Βεβαίως θα παρατηρήσει κάποιος ότι οι κυβερνήσεις μπορούν να μειώσουν την ανισομέρεια του πλούτου στον λαό. Πάντως στον καιρό μας πέντε μόνον άνθρωποι έχουν ατομική περιουσία πενταπλάσια του ΑΕΠ της χώρας μας. Είναι λοιπόν φανερή η φενάκη της πολιτικοκοινωνικής ουδετερότητας του φιλελευθερισμού, και όσο κι αν σαγηνεύει την ατομικότητα του ανθρώπου, δεν κρύβεται η υπερβολή και η αλαζονεία του. Στην πολιτική πράξη βέβαια αυτό δεν μπορεί να ανθίσει στα κόμματα απόλυτα. Ακόμη και τα φιλελεύθερα δεν ακολουθούν πιστά τέτοιες πολιτικές όταν ανέρχονται στην εξουσία.
Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του αιώνα μας είναι οι επιταχυνόμενες τεχνολογικές εξελίξεις στις τηλεπικοινωνίες εν πρώτοις, αλλά και στη βιοϊατρική. Οι πρώτες μάλιστα προκαλούν έναν υβριδικό πόλεμο μεταξύ των υπερδυνάμεων. Το αφήγημα, κυρίως των φιλελεύθερων κομμάτων, είναι ότι η νέα τεχνολογία δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Πράγματι δημιουργεί νέες θέσεις. Συγχρόνως όμως απαξιώνει πολλαπλάσιες, κυρίως μη εξειδικευμένων γνώσεων, στέλνοντας τους αντίστοιχους εργαζόμενους στον καιάδα των αζήτητων. Στην εξελιγμένη τεχνολογία μπορούμε να διακρίνουμε συνεπώς και τα δύο πρόσωπα του «Ιανού»! Αφενός μεν υπόσχεται και σημαντικά το επιτυγχάνει πληροφοριακά, διεύρυνση της δημοκρατίας παγκόσμια, όμως από την άλλη χειραγωγεί την κοινή γνώμη. Η γνώση δηλαδή, ακόμη και η πιο εξειδικευμένη παραμένει το μέσο. Τον σκοπό πρέπει να τον ορίσει ο λόγος, η διανόηση!
Ερχόμαστε λοιπόν στο ζητούμενο που απορρέει από τον τίτλο αυτού του πονήματος. Οι μικρότερες μονάδες της κοινωνίας, οι οικογένειες, μοχθούν, ξοδεύουν αν μπορούν, για να αποκτήσουν την εξειδίκευση προκειμένου να βελτιώσουν τη θέση τους και να διατηρήσουν το δικαίωμα στην εργασία. Συνέπεια αυτής της προσπάθειας είναι το στρες, το κυριότερο όμως η αποφυγή ανάληψης οικογενειακών βαρών και η κατρακύλα γενικώς και του δημογραφικού, που η έντασή του φέρνει στην επιφάνεια έννοιες όπως έθνος, πατρίδα, ασφάλεια κρατικής οντότητας, που λιγότερο ή περισσότερο απασχολούν όλους τους πολίτες της χώρας. Βεβαίως, το status της χώρας μας ως μέλος του σκληρού πυρήνα της Ε.Ε., μας προστατεύει από ακραίους οικονομικούς κινδύνους και λιγότερο από εξωτερικούς, όμως αυτή πόρρω απέχει από την απόλυτη ένωση κρατών.
Θα αναρωτηθεί κανείς, είναι δυνατό να αμφισβητήσει ο αιώνας μας τον φιλελευθερισμό και τη δημιουργία του ατόμου; Την απάντηση μάς τη δίνει η πλήρης κατάρρευση του «υπαρκτού(;)» σοσιαλισμού. Βεβαίως, τις γωνίες των οικονομικών ανισοτήτων, τα προσκείμενα σ’ αυτόν κόμματα προσπαθούν να τις αμβλύνουν. Παγκοσμίως όμως είναι γνωστό ότι οι ανισότητες διευρύνονται ανελέητα. Εδώ λοιπόν πιστεύω ότι η ανάγκη της σοσιαλδημοκρατίας κάνει πάλι την εμφάνισή της, με κάποιον τρόπο στις Η.Π.Α. και ευκρινέστερα στην καρδιά της Ε.Ε., τη Γερμανία και μάλιστα μόλις λίγα χρόνια μετά τον σκληρό φιλελεύθερο Σόιμπλε. Όμως το περιεχόμενό της και οι προτεραιότητές της έχουν εμπλουτισθεί με ριζικές αλλαγές! Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης η οικονομία έχει συντρίψει τις φονικές, ενίοτε δε εθνικιστικές επιφυλάξεις. Η σοσιαλδημοκρατία πρέπει να δώσει σταθμισμένες απαντήσεις στα δύο μεγάλα θέματα της υφηλίου μας, το μεταναστευτικό και την κλιματική αλλαγή, και τα προβλήματα αυτά είναι παιδιά του περασμένου αιώνα, γνώμη μου δε είναι ότι η υπερκερδοφορία στις ακραίες καταστάσεις φιλελευθερισμού συμβάλλει καθοριστικά σε αυτά. Στο πολιτικό σκηνικό της χώρας μας, αν εξαιρεθεί η προσπάθεια εξέλιξης ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, η συμπολίτευση μοιάζει να εξαντλείται πια σε πρωτοβουλίες, η πρόδηλη δε αμηχανία της, στον 3ο χρόνο της θητείας της επιτείνεται από την πανδημία και το κύμα ακρίβειας λόγω του ενεργειακού. Από αυτήν τη φάση κόπωσης όμως ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση δείχνει ικανή να αποστεί και η απουσία συνεκτικών προτάσεων είναι έκδηλη. Είναι φανερό ότι υπάρχει διαρκής αντιπαλότητα των τάσεών της και η πολιτική της ώσμωσης με τη σοσιαλδημοκρατία είναι δυσκολοχώνευτη. Έτσι η εγκόλπωσή της από τον νέο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, από την πρώτη τοποθέτησή του δίνει ελπίδες. Να εργαστεί με πολιτική συνέπεια για να βρεθεί σε καλύτερη θέση το βράδυ των εκλογών. Με επίκαιρες θέσεις κοντά στους νέους, γιατί τα σοσιαλδημοκρατικά στερεότυπα του εικοστού αιώνα δεν μπορούν να τροφοδοτήσουν με πολιτικό περιεχόμενο μια εποχή που είναι ριζικά άλλη!
Είναι διαπιστωμένο ότι η μεγάλη ταύτιση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων με ακραιφνείς φιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές τα κατατάσσει περιττά αφού υπήρχε το πρότυπο με αποτέλεσμα την απαξίωση. Πάντως χονδρικά αν κάνουμε μια αναδρομή στη μεταπολιτευτική πολιτική δράση, θα διαπιστώσουμε ότι η πλατιά μέριμνά τους για τον λαό δόθηκε με τη δημιουργία θεσμών, όπως το ΕΣΥ τα Κ.Ε.Π. του GOV, και την απόπειρα αποφυγής του κρατικού οικονομικού εγκλήματος μέσω της Διαύγειας.
Στο παρόν εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, βοηθούσης της μακρόχρονης πανδημίας, μπορούμε να σημειώσουμε δύο παραμέτρους. Πρώτον στα δεξιά της ΝΔ υφίσταται μια ενωτική διεργασία ομάδων με ακροδεξιό εθνικιστικό, θρησκοληπτικό περιεχόμενο και με συγκολλητική ουσία εν πολλοίς τον αντιεμβολιασμό. Δεύτερον η απώθηση μεταξύ των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, αποτέλεσμα εξαλλοσύνης την περίοδο 2010-19. Το τελευταίο είναι ανυπέρβλητο εμπόδιο στη διάχυση και αποδοχή της σοσιαλδημοκρατίας στον κεντροαριστερό χώρο για να ομογενοποιηθεί αυτός και να αποκτήσει μια οντότητα πλειοψηφικής παράταξης πέρα από τα πρόσωπα που πλήγωσαν τον χώρο και η παρουσία τους είναι απαγορευτική σ' αυτόν.
Από τον Παύλο Γιατσάκη