σιλουέτες σε τέλεια σειρά ολοφώτιστες, που σ’ έκαναν να ψάλεις «Ωσαννά» για τη χαρά, που είχε το σχήμα της αγκαλιάς του Αχιλλέα.
Με το που φτάσαμε θέλαμε να δούμε το βόρειο σέλας. Και είχαμε την τύχη να το δούμε, ήμασταν τυχεροί… Τάχα πράσινο, θαλασσί, χρυσό, που κάνει γύρους για να ξανοίξει τα χρώματά του να ήταν; Ή είχε κι άλλα χρώματα, που η πεπερασμένη ματιά του ανθρώπου δεν έπιανε; Πάντως ήταν η παραμυθένια μας είσοδος σε όνειρα πιο όμορφα από ποτέ…
Θυμάμαι πως ξεκινήσαμε την άλλη μέρα με σαφάρι στα χιόνια κι ύστερα γράψαμε στο άσπρο πέπλο που είχε πέσει στον κόσμο, μήπως και τον κάνει αμόλυντο, ιστορίες με τα snow mobil. Εγώ φοβόμουν να οδηγήσω snow mobil κι ο Αχιλλέας μου είπε: «Κι εγώ τι είμαι; Να θυμάσαι ότι πάντα εγώ είμαι για σένα». Κι αρχίσαμε να κυλάμε στον μαλακό λευκό δρόμο.
Μετά το πρόγραμμα είχε μπάνιο σε σχεδόν παγωμένη λίμνη, που το έκανε ο Αχιλλέας με ειδική στολή.
Εγώ βέβαια, ούτε που τόλμησα να σκεφθώ κάτι τέτοιο, ούτε όταν πήγαμε στο παγοθραυστικό κι ο Αχιλλέας είχε κάνει μ’ ελάχιστους άλλους μπάνιο στο μαύρο νερό της θάλασσας φορώντας ειδική στολή φιδιού. Και το βράδυ, για τη βόλτα μας στο χιόνι, βρήκαμε το έλκηθρο, που μαζί με τους τάρανδους που το έσερναν ήταν κι ένας που έμοιαζε με τον Ρούντολφ, όπως μου είπε ο Αχιλλέας, κι εγώ τον καμάρωνα γιατί ήταν ξεχωριστός σαν τον Ρούντολφ. Τα δέντρα της βόλτας μας έμοιαζαν να έχουν ψυχή και να μας μιλούν για χριστουγεννιάτικα παραμύθια, που πάντα ένας Άγιος Βασίλης φέρνει λαμπροντυμένες ομορφοκυράδες ώρες. Μετά κάναμε βόλτα με το τρενάκι του Σάντα Παρκ, είδα τα γλυπτά από πάγο. Πόση παγωνιά έκανε εκεί, θα ‘λεγα όπως στην ψυχή όσων δεν ξέρουν ν’ αγαπούν.
Ύστερα τραβήξαμε κατά τον θρόνο του Άι Βασίλη. Βγάλαμε φωτογραφία με τον Άι Βασίλη. Στείλαμε γράμματα με τη σφραγίδα της Λαπωνίας.
Έχουν τα γράμματα αυτά τα αδέλφια του Αχιλλέα. Έχουν όπως κι εγώ, όπως και όλοι όσοι τον αγαπούν τη σφραγίδα της καθαρής του ψυχής, που ζει.