Τα άρθρα του Συντάγματος 24 παράγραφος 1 και 117 παράγραφος 3, καθορίζουν με σαφήνεια: το μεν πρώτο την υποχρέωση της Πολιτείας και το δικαίωμα του καθενός, στην προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, το δε δεύτερο την υποχρεωτική κήρυξη σε αναδασωτέες, τις κατεστραμμένες, από τις πυρκαγιές, δασικές εκτάσεις.
Τη συνταγματική υποχρέωση απέναντι στα δάση τονίζει παρακλητικά σε μήνυμά του στις 21 Μαρτίου 1984, ημέρα της παγκόσμιας ημέρας δασοπονίας και ο τότε πρωθυπουργός της χώρας: «Να σώσουμε το δάσος που για τους πληθυσμούς των ορεινών περιοχών αποτελεί πηγή εισοδήματος και για όλους τους Έλληνες πηγή ζωής».
Τα παραπάνω άρθρα μέσα από το περιεχόμενό τους, εκθέτουν και υποστηρίζουν τις υλικές και άυλες ωφέλειες των δασών. Την προσφορά τους στην ανάπτυξη της τοπικής και εθνικής Οικονομίας, όπως είναι: ξυλεία (τεχνικό ξύλο), καυσόξυλα, ξυλάνθρακες, ρετσίνη, καστανόχωμα, καλλωπιστικοί κλώνοι. Τη συνέργειά τους στην παραγωγή καθαρού οξυγονωμένου αέρα, μετατρέποντας τα χλωροφυλλούχα φύλλα τους σε αέναο φωτοσυνθετικό “εργαστήρι” παραγωγής οξυγόνου με τη συμβολή του διοξειδίου του άνθρακα, του νερού, της χλωροφύλλης και της ηλιακής ενέργειας καθιστώντας το δάσος πηγή ανάσας ζωής. Πέραν αυτών, τα δάση βελτιώνουν το κλίμα της περιοχής, συμβάλλουν, μέσω της διαπνοής, στην αύξηση των βροχοπτώσεων, τον εμπλουτισμό των υπόγειων δεξαμενών και πηγών, «ρυθμίζουν» τα επιφανειακά νερά του ρέουν προς το “κατάντη”, ώστε να προλαμβάνονται οι ζημιές από τις πλημμύρες των χειμάρρων και να χρησιμοποιείται τούτο προς οφειλή της γεωργικής παραγωγής -και όχι μόνο- τη δημιουργία φυσικών τοπίων ψυχαγωγίας και τουριστικής εκμετάλλευσης, στην προστασία των ορεινών εδαφών από τις διαβρώσεις, με συνέπεια την απώλεια εθνικού παραγωγικού εδάφους και των πεδιάδων και γενικά συντελεί στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας, γιατί το δάσος είναι και το «σπίτι» της πανίδας.
Από τα παραπάνω αντιλαμβάνεται κανείς μέγεθος των υποχρεώσεων που έχουμε για τα δάση. Στην προστασία του από κάθε, εν δυνάμει, κίνδυνο και κυρίως από την πυρκαγιά τον μεγαλύτερο εχθρό, γιατί πέραν των υλικών ζημιών, διαταράσσει και την οικολογική ειρήνη και τη δημιουργό αιτία ερημοποίησης του φυσικού περιβάλλοντος, με τη μετατροπή σε στάχτες, περιοχές που άλλοτε επικρατούσε το πράσινο.
Κάνοντας μια ιστορική αναδρομική στη δεκαετία του 1950, θα παρατηρήσουμε ότι η πρόκληση των πυρκαγιών ήταν έργο των κτηνοτρόφων για τη δημιουργία βοσκοτόπων. Πρόσκαιρη όμως, γιατί τα εδάφη «ξεπλένονταν» απ’ τις βροχές και δεν έμεινε ούτε δάσος, ούτε βοσκότοπος, μήτε λιβάδι, παρά μονάχα βράχοι και σκελετοί. Τις επόμενες δεκαετίες οι πυρκαγιές «αναβαθμίστηκαν». «Καίγοντας» επιλεγμένες περιοχές (δάση, δασικές εκτάσεις) με πολεοδομικό ενδιαφέρον. Στις παραπάνω σκόπιμες πυρκαγιές (εμπρησμοί) πρέπει να προσθέσουμε και τις προερχόμενες από τις “χωματερές” Δήμων και Κοινοτήτων κοντά σε δασικές εκτάσεις. Στη μάστιγα των πυρκαγιών σημαντικό «μερίδιο» έχουν η αμέλεια των αγροτών, μελισσοκόμων, εκδρομέων, περιηγητών... που τα τελευταία χρόνια έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις.
Για την Εύβοια. Η πρώτη και αυτεπάγγελτη ενέργεια είναι η κήρυξη των καμένων εκτάσεων σε αναδασωτέες, κατά το άρθρο 117 του Συντάγματος παράγραφος 3 από την αρμόδια Δασική Υπηρεσία (Δ.Υ.). Ταυτόχρονα η Πολιτεία, διά της καθ’ ύλην Δασική Υπηρεσία να εκπονήσει ειδική ενιαία σύγχρονη μελέτη-πρόγραμμα πολυετούς διάρκειας, για την επαναφορά των περιοχών στην προτέρα κατάσταση. Καλό θα είναι τα προτεινόμενα έργα και εργασίες, να εκτελεστούν από τη Δασική Υπηρεσία δι’ αυτεπιστασίας, κατ’ εξαίρεση και παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων «περί δημοσίων έργων», για όσο χρόνο χρειαστεί, γιατί έχει και τη γνώση και την απαραίτητη εμπειρία.
Η εν όψει μελέτη - πρόγραμμα πρέπει να έχει και κοινωνικό περιεχόμενο, με το εργατοτεχνικό προσωπικό για την εκτέλεση των έργων και εργασιών να προέρχεται υποχρεωτικά από τις περιοχές που επλήγησαν. Στην επιχείρηση ανάπλασης του καμένου τοπίου η Πολιτεία και η αρμόδια Δασική Υπηρεσία θα πρέπει να αποδείξουν «εν έργοις και νοιάξιμο» για ένα δασικό περιβάλλον, ποιοτικά, προστατευτικά, αναβαθμισμένο και ανταποκρινόμενο πλήρως στις απαιτήσεις των δύσκολων καιρών.
Στα χρόνια μας οι δασικοί εμπρησμοί τείνουν να αποκτήσουν ανεξέλεγκτο χαρακτήρα και το ερώτημα είναι: Ποια στρατηγική πρέπει να εφαρμόσουμε για την αντιμετώπιση αυτών; Άρα άμεση προτεραιότητα της Πολιτείας και της Δασικής Υπηρεσίας είναι να αναθέσει σε έμπειρα και καταξιωμένα στελέχη της, που σε συνεργασία με την Πανεπιστημιακή Δασολογική Κοινότητα και άλλους εμπλεκόμενους και με βάση τα στοιχεία και προτάσεις του διακεκριμένου καθηγητή Γκ. Γκόλνταμ, να προβεί στην κατάρτιση ικανού και εφαρμοστού σχεδίου πρόληψης και κατάσβεσης-καταστολής των δασικών πυρκαγιών και το οποίο αφού τεθεί σε δημόσια διαβούλευση να γίνει νόμος του Κράτους. Στο σχέδιο αυτό καθοριστικό ρόλο πρέπει να έχουν οι Δασικές Υπηρεσίες, οι οποίες με την εξειδικευμένη γνώση και την καθημερινή υπαίθρια εμπειρία τους, γνωρίζουν τις τοπικές συνθήκες της κάθε περιοχής. Η υλοποίηση του παρόντος σχεδίου απαιτεί επαρκή χρηματοδότηση για την εκτέλεση προληπτικών έργων και εργασιών, συγχρόνως τεχνολογία υπό την αυστηρή εποπτεία της Νομοθεσίας διαχείρισης του δημόσιου χρήματος. Γι’ αυτό θα πρέπει η Δασική Υπηρεσία να ενισχυθεί με τον διορισμό χιλίων τουλάχιστον μονίμων υπαλλήλων όλων των βαθμίδων. Στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών θα συντελέσει και η επιτάχυνση ολοκλήρωσης και εφαρμογής του Κτηματολογίου Δασολογίου, χωρίς τροπολογίες, παραθυράκια και ρουσφέτια.
Ακόμα να εκπονηθούν ειδικές μελέτες-προγράμματα στις ορεινές περιοχές όπου αυτό είναι δυνατόν για την κατασκευή «μικροέργων», όπως αρδευτικό, βαθμιδώσεις προς βελτίωση του εισοδήματος και συγκράτηση του τοπικού πληθυσμού, ο οποίος θα αποτελεί και τον πολυτιμότερο φύλακα των δασών. Να τεθούν όλα τα δημόσια δάση της χώρας υπό διαχείριση και εκμετάλλευση, βάσει διαχωριστικών μελετών.
Τελειώνοντας το κείμενο αυτό θα ήθελα να επισημάνω και τα εξής: Όσα χρήματα και αν διατεθούν και όσα έργα κι αν γίνουν στην πεδινή περιοχή, δεν θα μπορέσουν να ανακόψουν τις καταστροφικές συνέπειες των χειμάρρων αν δεν αποκατασταθεί ο πράσινος μανδύας και δεν γίνουν τα απαραίτητα ορεινά υδρονομικά έργα.
Κι όλα αυτά πρέπει να γίνουν σύντομα γιατί οι καιροί δεν περιμένουν. Η κλιματική αλλαγή όλο και περισσότερο προσβάλλει την τραυματισμένη από τον άνθρωπο φυσική ισορροπία και ειρήνη. Κι αυτή την καταστροφική συνέχεια μπορεί να την ανακόψει η συνεχής, από όλους μας, αδιάλειπτη και αποτελεσματική προστασία του πνεύμονα της ζωής όλου του κόσμου, το δάσος. Ας πορευτούμε όλοι μας στον διαρκή και καλό αγώνα διάσωσης της χλωρίδας και της πανίδας, την τροφική αλυσίδα, που συνδέεται άμεσα με τη ζωή στον πλανήτη μας.