Η απουσία του προέδρου της Κίνας, ΣιΤζινπίνγκ, της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά και των προέδρων της Ινδίας και της Βραζιλίας από την πρόσφατη σύνοδο των G20 στη Ρώμη και τη διάσκεψη του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή στη Γλασκώβη ήταν εκκωφαντικές, τα, δε, μαγνητοσκοπημένα μηνύματά τους με τα αόριστα ευχολόγια, χωρίς δέσμευση για λήψη συγκεκριμένων μέτρων, φωτογραφίζουν για το τι περιμένει την ανθρωπότητα στα επόμενα χρόνια.
Οι σύνοδοι αυτές δικαίως χαρακτηρίστηκαν ως η τελευταία ευκαιρία για τη λήψη ουσιαστικών αποφάσεων, που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την προδιαγραφόμενη τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή, που επιφυλάσσει η δραστηριότητα του ανθρώπου στον πλανήτη μας. Πλην όμως, παρά την κρισιμότητα των στιγμών τα αποτελέσματα αυτών διασκέψεων υπήρξαν απολύτως θλιβερά, όπως άλλωστε αναμένονταν, λόγω των τεραστίων αποκλινόντων συμφερόντων των υφιστάμενων παγκόσμιων οικονομικών πόλων (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Ινδία, Βραζιλία), που εκ παραλλήλου είναι και οι μεγάλοι ρυπαντές του πλανήτη και πρωταγωνιστές της παρούσας ενεργειακής κρίσης.
Αλλά και η παρουσία, του προέδρου των ΗΠΑ, Μπάιντεν, πέραν της διατυπωθείσας συγγνώμης για την απρόκλητη αποχώρηση των ΗΠΑ, υπό την προεδρία Τραμπ, από την προηγούμενη παγκόσμια συμφωνία του Παρισιού για μείωση των ρύπων δεν βελτίωσε τα πράγματα, αφού και οι ΗΠΑ, πέραν γενικόλογων ευχών, ουδέν συγκεκριμένο μέτρο είναι διατεθειμένες να αναλάβουν για την πραγματική μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος, που περνάει μέσα από την πλήρη απανθρακοποίηση (κατάργηση του άνθρακα και του πετρελαίου ως κυρίαρχα ενεργειακά υλικά).
Παρέμεινε, έτσι, μόνη η Ε.Ε. ως υπέρμαχη των επιβεβλημένων μέτρων για την πράσινη μετάβαση, και αυτό γιατί έχει πλήρη έλλειψη αποθεμάτων υδρογονανθράκων με συνέπεια να συνδέεται η ανάγκη αποτροπής της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής αυτονομίας και απεξάρτησής της από το ρωσικό φυσικό αέριο και το σουδαραβικό πετρέλαιο. Πλην όμως, λόγω της απρονοησίας και της επιπολαιότητας των ηγετών της βρίσκεται εν μέσω της βαθιάς παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης «γυμνή» με τη δραματική αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και του πετρελαίου με αποτέλεσμα να απειλούνται οι οικονομίες της και οι κοινωνίες της.
Πρόκειται για μια δραματική εξέλιξη, που θα σημαδέψει ανεξίτηλα το μέλλον του πλανήτη, ο οποίος ήδη βιώνει τις τεράστιες συνέπειες της άναρχης και ανεξέλεγκτης καπιταλιστικής επέκτασης. Οι επιστημονικές προβλέψεις είναι απολύτως ανησυχητικές. Μέχρι το 2080, η έλλειψη νερού πιθανολογείται ότι θα απειλήσει τη ζωή ενάμισι έως και τριών δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Η ξηρασία, που προκαλείται από την ολοένα και μεγαλύτερη υπερθέρμανση του πλανήτη και στοιχίζει τη ζωή σε δύο εκατομμύρια περίπου παιδιά ετησίως, εξαιτίας της κατανάλωσης μολυσμένου νερού, αναμένεται να λάβει εκρηκτικές διαστάσεις τα επόμενα χρόνια. Τα ποσοστά θανάτων στους φτωχούς του πλανήτη από τις ασθένειες, που σχετίζονται με την παγκόσμια υπερθέρμανση, όπως ο υποσιτισμός και η διάρροια, θα αυξηθούν δραματικά στο άμεσο μέλλον, έως το 2030. Οι παγετώνες προβλέπεται ότι θα συρρικνωθούν σε μεγάλο βαθμό μέχρι το 2050, ενώ οι μικροί παγετώνες της Ευρώπης θα εξαφανιστούν και μέχρι το 2100, τα μισά, δε, και πλέον είδη των φυτών της Ευρώπης κινδυνεύουν να εκλείψουν.
Κάθε χρόνο καταστρέφονται δάση, που ισοδυναμούν με τέσσερις φορές την έκταση της Ελβετίας, τα, δε, αποθέματα φυσικού νερού, μέχρι το 2100, θα έχουν μειωθεί στο ελάχιστο, ενώ πρόσβαση στις πηγές θα έχουν μόνο οι αναπτυγμένες χώρες. Τρομακτικές καταστροφές από πλημμύρες έχουν προκληθεί στην Κεντρική Ευρώπη, που ανήκει στον μητροπολιτικό καπιταλισμό από πλευράς ανάπτυξης, στις Φιλιππίνες, το Ιράν, το Βιετνάμ, την Ινδία, την ίδια ώρα, που η Αφρική, η Αυστραλία, η Νότια Ευρώπη και οι Η.Π.Α. μαστίζονται από έντονη ξηρασία.
Η αύξηση της θερμοκρασίας συνετέλεσε στην εμφάνιση τεράστιων πυρκαγιών δασών, όπως στη Σουηδία, Σιβηρία, Αυστραλία, ΗΠΑ κ.λπ., όπου αποψιλώθηκαν εκατομμύρια εκτάρια εδαφών, κάτι που βίωσε η χώρα μας φέτος το καλοκαίρι με την καταστροφή περίπου 1.5 εκατομμυρίων στρεμμάτων δασικού πλούτου. Στον χορό αυτού του περιβαλλοντικού ολέθρου, αρνητικός πρωταγωνιστής παραμένει ο Αμαζόνιος, που αποτελεί χωρίς υπερβολή και κατά κυριολεξία τον «πνεύμονα του πλανήτη», εξαιτίας της καταστρεπτικής πολιτικής της ακροδεξιάς συμμορίας του Μπολσονάρου, που κυβερνά τη Βραζιλία.
Όπως επισημαίνουν εξειδικευμένοι επιστήμονες, τυχόν περαιτέρω καταστροφή των τροπικών δασών, θα συμβάλει περαιτέρω στην άμεση γιγάντωση του φαινομένου του θερμοκηπίου, λόγω της απελευθέρωσης μεγάλων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα, που εγκλωβίζει ο Αμαζόνιος και τα υπόλοιπα τροπικά δάση.
Η σφοδρότητα, πλέον, των φυσικών φαινομένων, που συνδέονται με την αύξηση της θερμοκρασίας, την αύξηση της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, τη δραματική αύξηση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, με ορατή πρόβλεψη την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη στον 21ο αιώνα από 3,5 οC έως 4,2 οC, φέρνουν στο προσκήνιο με δραματικό τρόπο την έννοια του «οικολογικού χρέους». Έννοια, που είχε εισαχθεί στον διεθνή προβληματισμό το 1992, στη Συνδιάσκεψη για το κλίμα στο Rio De Janeiro, από το, τότε, κίνημα για την Κλιματική Δικαιοσύνη και το οποίο, κατά την πολιτική οικολογία, είναι το αποτέλεσμα σωρευτικών άνισων ανταλλαγών μεταξύ ροών εμπορευμάτων, αποβλήτων, πρώτων υλών και φυσικών πόρων στις οικονομικές σχέσεις αναπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών.
Χωρίς αμφιβολία έχουμε τη μαζικότερη καταστροφή του πλανήτη από την εποχή των δεινοσαύρων, αφού το 20% της παγκόσμιας κοινότητας καταναλώνει ενέργεια και πόρους που ισοδυναμεί με δύο πλανήτες σαν τη Γη. Αποκλειστική αιτία του περιβαλλοντικού ολοκαυτώματος, που απειλεί άμεσα την ύπαρξη της ανθρώπινης ζωής στον πλανήτη, είναι η άνιση και άναρχη ανάπτυξη του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος, ενός ανεξέλεγκτου δηλαδή καπιταλισμού, ο οποίος ωθεί την ανθρωπότητα ολοταχώς στον νέο αιώνα προς τη βαρβαρότητα και τον όλεθρο χάριν της ασυδοσίας των πολυεθνικών και στην «τυραννία» των ισχυρότερων.
Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση απαιτείται η ισχυρή αντίσταση κάθε ανθρώπου και η ισχυρή κριτική στάση στους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς εκφραστές των παραπάνω σύγχρονων «τυράννων» της ανθρωπότητας. Η συνειδητοποίηση της καταστροφής του περιβάλλοντος, που έχει φτάσει σε σημείο ώστε, για πρώτη φορά στην Ιστορία, να απειλείται ο πλανήτης, πρέπει να αποτελέσει έναν κεντρικό πυλώνα αντίστασης και αντίδρασης, αλλά και κεντρικό αίτημα του κοινωνικού κινήματος σε παγκόσμιο επίπεδο.