Στον Μητροπολίτη Γουμένισσας, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ. Δημήτριο, απαντά ο πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής κ. Νίκος Κατσαρός, με αφορμή κείμενο-επιστολή του που δημοσιεύτηκε στην «Ε» (φύλλο 12ης Οκτωβρίου 2021).
Η απάντησή του είναι η ακόλουθη:
«Στον Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Γουμένισσας, Αξιοπόλεως και Πολυκάστρου οφείλεται μία απάντηση για το περιεχόμενο της 10σέλιδης επιστολής του, που μέρος της δημοσιεύθηκε στην έγκυρη εφημερίδα μας «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και σε άλλα ΜΜΕ. Και επειδή ο μακαριστός Θεολόγος στον οποίο αναφέρεται βρίσκεται στην άλλη ζωή, έκρινα ότι έχω υποχρέωση σαν νομικός σύμβουλος, όταν ποίμανε το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Ιεράς Μητροπόλεως Λάρισας και Τυρνάβου, χωρίς να ζητήσω και να λάβω έστω και μία δραχμή, να του απαντήσω στα κυριότερα σημεία της μακράς επιστολής του. Ελπίζω ότι δεν θα παρεξηγήσει την ενέργειά μου, που είμαι βέβαιος ότι την περιμένει από μένα ή άλλον που γνώρισε καλά το Θεολόγο και το ποιμαντικό του έργο στον τόπο μας, αλλά και τις μετέπειτα δικαστικές του περιπέτειες.
Θα εκθέσω γεγονότα που γνωρίζει καλά ο Σεβασμιότατος Γουμένισσας. Δεν τα αναφέρει όμως στην επιστολή του ή αναφέρει μερικά από αυτά παρερμηνευμένα όμως. Δεν έχω καμία πρόθεση να αντιδικήσω μαζί του. Τον σέβομαι ως Ιεράρχη της Εκκλησίας μας και γνωρίζω ότι και εκείνος ταλαιπωρήθηκε με την επιλογή του ως Μητροπολίτη μη χηρεύουσας Μητρόπολης. Και εξηγώ το χαρακτηρισμό της, όχι με δικά μου λόγια, αλλά με όσα αναφέρονται σε έξι αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, του Συμβουλίου της Επικράτειας (3795/1990, 9864/1990, 9805/1990, 3337/1991, 134/1992, 2596/1992), που εκδόθηκαν σε προσφυγές του Θεολόγου, αλλά και χριστιανών της Μητροπόλεώς μας. Περιορίζομαι σε όσα συνέβησαν στην περίοδο 1989-1991, στα «Λαρισαϊκά» όπως τα ονομάζει ο Σεβασμιότατος, αλλά και σε μερικά που συνέβησαν προ αυτής της περιόδου, που καίτοι σχετικά τα παραλείπει ο Σεβασμιότατος, η επιλέγει όσα από αυτά είναι σύμφωνα με τις απόψεις του.
Δέχονται όλες αυτές οι αποφάσεις ότι όταν εξελέγη για τη Μητρόπολη Λάρισας ο Σ/τος Δημ. Μπεκιάρης, η Μητρόπολη δεν τελούσε «εν χηρεία». Είχε νόμιμο Μητροπολίτη το Θεολόγο, που παράνομα εκδιώχθηκε από τη Μητρόπολη με τις 3/11-7-1974 και 7/1974 Συντακτικές Πράξεις της Δικτατορίας και τα εκδοθέντα μέσα σε λίγες μέρες Προεδρικά Διατάγματα της Ιωαννίδου Δικτατορίας και την από 11-4-1974 απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Οι αποφάσεις αυτές ακύρωσαν την εκδίωξη του Θεολόγου, την επιλογή ως διαδόχου του μακαριστού Σεραφείμ Ορφανού, τις Συντ. Πράξεως, 3 και 7/74, τα σχετικά προεδρ. διατάγματα και στη συνέχεια έκριναν άκυρες τις εκλογές του Σ/του Δημ. Μπεκιάρη και Ιγνατίου Πάπα. Και μάλιστα δέχονται ότι ο εκδιωχθείς Θεολόγος είναι αναδρομικά νόμιμος Μητροπολίτης Λάρισας και Τυρνάβου από τη μέρα της εκδίωξής του και συνεχώς και αδιαλείπτως, δηλαδή και καθ’ όλο το διάστημα που ήταν στη Λάρισα ο Δημήτριος.
Γνωρίζει ο Σεβασμιότατος το αιτιολογικό της αποφάσεως. Δεν κάνει κανένα λόγο στην επιστολή του γι’ αυτό. Οι 12 εκδιωχθέντες από τις Μητροπόλεις τους Ιεράρχες έμαθαν τις απολύσεις τους από τα ΜΜΕ. Δεν κλήθηκαν σε ακρόαση και παροχή εξηγήσεων. Δεν απαγγέλθηκε κατ’ αυτών κατηγορία. Δεν τηρήθηκαν οι διαδικαστικές εγγυήσεις. Οι Συντακτικές Πράξεις 3 και 7 είναι αντισυνταγματικές γιατί παραβιάζουν τα άρθρα 12, 95 και 119 του τότε ισχύοντος Συντάγματος και τα σ’ αυτά θεμελιούμενα ατομικά δικαιώματα των διωκομένων. Οι Σ. Π. αυτές απαγόρευαν στους 12 να προσφύγουν στα δικαστήρια για την υποστήριξη του δικαίου τους.
Επίσης οι αποφάσεις αυτές δέχονται ότι είναι παράνομη και αντισυνταγματική η σύνθεση της υπό τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ. Ιεραρχίας με τον αποκλεισμό των 34 από τους 61 Μητροπολίτες με τον χαρακτηρισμό «αντικανονικοί», ενώ έπρεπε για να εγκριθεί το Σύνταγμα να προηγηθεί κλήση τους προς ακρόαση και η παράβαση αυτού του όρου συνιστά παράβαση ουσιώδους όρου, προβλεπομένου μάλιστα από τις Συντ. Πράξεις, πέραν των διατάξεων του Συντάγματος.
Άκυρες επομένως είναι και οι μετέπειτα αποφάσεις της Ιεραρχίας λόγω αντικανονικής συνθέσεώς της. Ο Σεραφείμ μιμούμενος τον εκλεκτό του Ιωαννίδη έκρινε και αποφάσισε με τη συμπαράσταση των Μητροπολιτών, που του απέμειναν, μετά τον αποκλεισμό των 34 και την εκδίωξη των 12. Είναι γνωστό ότι ήταν εκλεκτός της Δικτατορίας. Παραγκώνισαν τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Κοτσώνη και τον έφεραν από τη Μητρόπολη Ιωαννίνων να ορκίσει την Κυβέρνηση Ανδρουτσόπουλου την 25-11-1973 και γι’ αυτό παραιτήθηκε ο Ιερώνυμος. Και εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι η Δικτατορία του Ιωαννίδη, του Παπαδόπουλου και των άλλων μπορούσε να τον κάνει και Αρχιεπίσκοπο. Και τον έκανε. Αυτά όλα τα παραβλέπει ο Σεβασμιότατος και αναφέρεται στο Ζωϊτάκη και αποδίδει σ’ αυτόν την επιλογή του Θεολόγου, που τα πράγματα απέδειξαν ότι ήταν άξιος και ικανός για τη θέση του μητροπολίτη.
Επομένως: Ο Σ/τος εκλέχθηκε σε μη χηρεύουσα Μητρόπολη, όπως έκρινε η Ελληνική Δικαιοσύνη. Δεν εκθρονίσθηκε από το θεολόγο και το πλήρωμα της Εκκλησίας, που άσκησαν νόμιμο δικαίωμα εφαρμογής του Συντάγματος και των νόμων του κράτους. Ήταν παράνομη η εκλογή του και το Στε ήρε αυτή την παρανομία και αποκατέστησε τον Θεολόγο.
Αναφέρομαι στη συνέχεια σε μερικά σημεία της επιστολής του, περιοριζόμενος σε όσα συνέβησαν στα έτη 1989-1991, για τα οποία και εκείνος γράφει:
- Σημειώνω κατ’ αρχήν στο επισημαινόμενο στην επιστολή του ότι «η αγιωσύνη των Αγίων είναι χάρισμα του θεού και μέθεξη των αγιαζομένων ανθρώπων. Δεν είναι επιτήδευμα των ανθρώπων προσθετικό στα του Θεού»… Γράφει «να αφείνουμε να δώσει ο Θεός την απάντηση όπως, όταν και σε όσους Εκείνος ευδοκεί».
Τότε γιατί ο Σεβασμιότατος προτρέχει του Θεού; Γιατί σπεύδει και αντικρούει την αγιοποίηση του Θεολόγου εκθέτοντας γεγονότα αντίθετα προς εκείνη; Ο Θεός ως παντογνώστης γνωρίζει τα πάντα. Δεν έχει ανάγκη από συνηγόρους ή κατηγόρους για να κρίνει τον άνθρωπο. Το ομολογεί και ο ίδιος γράφοντας «να μην εκβιάζουμε την απόκριση του Θεού».
Λυπούμαι ειλικρινά για το γραφόμενό του «… της αγιωσύνης οι βάσεις έχουν κατέβει πιο χαμηλά… ίσως να έχουν επικαιροποιηθεί προς τα μέτρα της σημερινής πολυειδούς πτώχευσης». Ποια παραδείγματα αγιωσύνης «δευτέρου βαθμού», για να τον αποδώσω καλύτερα, θα έλεγα έχει υπόψη του; Και ποιοι από τους αρμόδιους έκαναν την έκπτωση; Δεν νομίζει ότι αυτή η ρήση του προσβάλλει συνεπισκόπους του που μετέχουν στα αρμόδια έργα; Εκτός αν υπονοεί ότι σ’ αυτό το χαμηλό επίπεδο «χωράει» και ο Θεολόγος!! Δεν διορθώνονται όμως τέτοιες αποφάνσεις με το εν συνεχεία «σεβόμενος απόλυτα ένα έκαστον Υμών». Εδώ έχει θέση και ένα ερώτημα, που χρήζει απάντησης:
Μήπως εκπτώσεις στις βάσεις της αγιωσύνης έχει συμμετοχή και ο Θεός, το Άγιο Πνεύμα, με την επιφοίτηση του οποίου αποφασίζεται από την Εκκλησία η Αγιωσύνη;
- Οφείλει να δώσει μία εξήγηση στο αναγραφόμενο στην επιστολή του ότι ο μοναχός Σίμων αναφέρει στο 6ο βιβλίο του ότι ο Αρχιμ. Ευμένιος Σαριδάκης διέγνωσε εμμονές και εκκλησιολογικές επιλογές του Θεολόγου, ενώ στα πέντε (5) πρώτα πλέκει το εγκώμιο του Θεολόγου. Σίγουρα είχε κάποιον πληροφοριοδότη και πιθανότερος πρέπει να είναι κάποιος που έχει ιδιαίτερο λόγο κατά του Θεολόγου. Ο Σίμων μοναχός έχει χρέος να τον αποκαλύψει. Οι αναφορές σε γνώμες άλλων προσώπων, θα είναι κάποια σημάδια αν γνώρισαν τον Θεολόγο, αλλιώς είναι μη πειστικές γιατί όχι και αβάσιμες, ιδίως όταν δεν κατονομάζουν τα πρόσωπα.-
- Για τις δηλώσεις του Θεολόγου στον τύπο εξηγεί ο ίδιος ο Θεολόγος ότι θα πειθαρχήσει στις «γνήσιες» αποφάσεις της Ιεραρχίας, όχι στις άδικες, στις μεροληπτικές, στις εξ υπαρχής παράνομες. Οι προσφυγές του αυτή τη μη γνήσια και παράνομη απόφαση της Εκκλησίας προσέβαλλαν και δικαιώθηκε. Όταν δήλωνε ο Θεολόγος ότι θα περιμένω τη φωνή της Εκκλησίας, να τον καλέσει η Εκκλησία, εννοούσε καθαρά και ξάστερα όταν του αποδώσει το δίκαιο. Δεν το έπραξε όμως η Εκκλησία. Του απόμεινε ο δρόμος της Δικαιοσύνης ως Έλληνα πολίτη. Εάν ακολούθησε. Τι το μεμπτόν;
Οι εκδηλώσεις των ανθρώπων που τον γνώρισαν ως Ιεράρχη, που δούλεψαν μαζί του στο χριστιανικό έργο, ήταν εκδηλώσεις με αίτημα την εφαρμογή των αποφάσεων του ΣΤΕ, του αρμοδίου οργάνου για τον έλεγχο της νομιμότητας και των αποφάσεων της Εκκλησίας. Οι εκδηλώσεις δεν απέβλεψαν σε προσκομιδή κάποιου οφέλους. Την εφαρμογή του Συν/τος και των νόμων επιδίωκαν. Δεν είχαν καμία ομοιότητα προς τις άλλες παράνομες εκδηλώσεις τις αντιεξουσιαστικές με τις οποίες τις συνδέει. Δεν πρέπει να συγχέει τα πράγματα. Αντίθετα έπρεπε να εξαίρει το πάθος αυτών των ανθρώπων για τη νομιμότητα, έστω και αν το εισέπραττε εκείνος. Αν μερικοί προέβησαν σε ανεπίτρεπτες πράξεις ήταν ποτέ δυνατόν ο χαμηλών τόνων (κατά το ίδιο) και ο εγνωσμένης ειρήνης, πραότητας, αφιλάργυρος, γλυκύτατος Θεολόγος να είχε κάποια συμμετοχή σ’ αυτές;
Η ρήση του Σ/του Γουμένισσας ότι ο Θεολόγος παρέμεινε η «σημαία της οχλοκρατίας» είναι αρκετά βαριά προερχόμενη μάλιστα από Έλληνα εν ενεργεία Μητροπολίτη Όχλος δεν είναι οι αγωνιζόμενοι με δική τους πρωτοβουλία χάρην της νομιμότητας. Για την καταπάτηση του δικαίου οποιονδήποτε δικαιούνται οι εχέφρονες πολίτες να διαμαρτύρονται για την επιβολή της νομιμότητας. Όχλο αποτελούν οι αρνητές της νομιμότητας, που συνοδεύουν την παρουσία τους με λιθοβολισμούς, επιθέσεις κατά των οργάνων της τάξεως, που τους ονομάζουμε αντιεξουσιαστές, τρομοκράτες ….
Η απόδοση στους χριστιανούς φίλους του Θεολόγου τέτοιων περίπου χαρακτηρισμών προσβάλλει ένα μέρος του πληρώματος της εκκλησίας του Χριστού.
Και κάτι ακόμη: Ο Σεβασμιότατος αμφισβητεί το δικαίωμα της Δικαιοσύνης να κρίνει τις αποφάσεις των Εκκλησιαστικών οργάνων. Θα του υποδείκνυα να αναγνώσει μόνον το Σύνταγμα για να αντιληφθεί την ολισθηρότητα και το νόμω αβάσιμο της απόψεώς του. Και να σκεφθεί ότι την ίδια με εκείνον γνώμη έχουν και οι αντιεξουσιαστές, οι οχλοκράτες και άλλοι της κατηγορίας τους.
Εισαγγελείς Σεβασμιότατε υπάρχουν για την προστασία της νομιμότητας με τις προτάσεις τους. Την παραβιάζατε μένοντας στο Μητροπολιτικό Μέγαρο παρά την ακύρωση της επιλογής σας. Τη ζήτησε ο Θεολόγος, ο μόνος έχων συμφέρον να την ρωτήση. Η εγκατάστασή του στο Μέγαρο δεν ήταν «αυτεπάγγελτη εισβολή». Ήταν άσκηση νομίμου δικαιώματος, που γι’ αυτήν ζήτησε την παρέμβαση της δικαιοσύνης. Η έξωσή του ήταν κατά το ΣΤΕ παράνομη. Η προσφυγή ήταν άσκηση νομίμου δικαιώματος.
Η Ιερά Σύνοδος δεν είχε κανένα δικαίωμα παρεμβάσεως. Το πρόβλημα ξέφυγε από τις αρμοδιότητες της. Η Πράξη της, της εκλογής και της καταστάσεώς σου ακυρώθηκαν αμετάκλητα.
«Οι δοκιμασίες μου οι πολύμηνες» γράφει, «δεν είχαν καμία απίχηση στο ευρύ λαϊκό στρώμα». Τι σημαίνει αυτό; Μήπως σημαίνει ότι αναγνώρισαν τις πολυετείς δοκιμασίες του Θεολόγου, που επί τέλους δικαιώθηκε και εδικαιούτο το θρόνο από τον οποίο εκθρονίστηκε; Μήπως δέχονται ότι κρατεί ένα χώρο παράνομα κατά το ΣΤΕ και ότι ήταν καιρός να απομακρυνθεί από αυτώ;
Με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και με το νόμο 1816/1988 επιτράπηκε σ ε όσους δημοσίους υπαλλήλους είχαν διωχθεί από τις θέσεις να προσφύγουν στο ΣΤΕ για να ακυρωθούν οι παράνομες αποφάσεις τους. Ο νόμος είχε μία παράλειψη. Δεν πρόβλεψε «τα όργανα διοικήσεως». Και όργανα διοικήσεως και όχι δημόσιου υπάλληλοι είναι οι Μητροπολίτες. Το κενό διορθώθηκε με μια τροπολογία από το ν. 1877/90. Το σχετικό άρθρο ψηφίσθηκε ΟΜΟΦΩΝΑ από την Ολομέλεια της Βουλής και ύστερα από λίγες μέρες και στο σύνολο. Δεν υποκλάπηκε όπως υποστηρίζει ο Σεβασμιότατος, η ψήφισή του. Αντιμετωπίσθηκαν και οι Μητροπολίτες και κάποια άλλα όργανα διοικήσεως ΝΠΔΔ όπως και ο κάθε Έλληνας πολίτης δημόσιος υπάλληλος… Και τα όργανα Διοίκησης ασφαλώς είχαν τουλάχιστον το ίδιο δικαίωμα.
Έχετε εσφαλμένη εντύπωση Σεβασμιότατε όταν ομιλείται ότι η επανακατάληψη της Επισκοπής έγινε «δια του 5μελούς ΣΤΕ (υπάρχει και απόφαση της Ολομέλειας η 1028/1993) και όχι δια της Εκκλησίας». Ο κάθε θεσμός έχει τις αρμοδιότητές του στο πολίτευμά μας. Αυτό ορίζει το Σύνταγμα. Αυτό εφαρμόσθηκε. Η Εκκλησία, που στην περίπτωση Θεολόγου, των λοιπών 11, αλλά και στη δική σας τα έκανε «μούσκεμα», δεν δικαιούται να το παραβαίνει. Της έφθαναν οι αρκετές παραβάσεις του στα χρόνια της Δικτατορίας. Όχι να επαναλαμβάνονται και στα χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Και να μη λησμονείται πάντοτε ότι οι περιπέτειες όλων των Ιεραρχών οφείλονται στην κατάλυση του Κράτους δικαίου, στην ανατροπή των ισχύοντων στο πολίτευμά μας. Δυστυχώς δε την ακολούθησε και ο δικτατορικός τρόπος της διοίκησης της Εκκλησίας από τον τότε Αρχιεπίσκοπο. Και όλα αυτά τις παραμονές της πτώσης της Δικτατορίας και λίγες μέρες προ της εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο!!
Λυπούμαι ειλικρινά αν στεναχώρησα το Σεβασμιότατο. Η αλήθεια όμως πρέπει να λέγεται και να υπηρετείται. Και η αλήθεια είναι ότι ο Άγιος Καλλίνιος, της Εδέσσης, στον οποίο αναφέρεται ο Σ/τος ως παράδειγμα Αγίου, επί Ιερώνυμου Κοτσώνη εκλέχθηκε Μητροπολίτης!»
Νίκος Κατσαρός
πρ. Α’ Αντιπρόεδρος της Βουλής
Κοινοποιείται:
1. Στο Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο
2. Στο Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμο
3. Στο Μητροπολίτη Γουμένισσας, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ. Δημήτριο