Εν τούτοις, ο διαχωρισμός αυτός εμπλουτισμένος και με ισχυρές δόσεις μηδενιστικής αντίληψης συνεχίστηκε, μεταπολεμικά, και, κακώς, συνεχίζεται, μέχρι σήμερα, στο πλαίσιο του διχαστικού πνεύματος, που βολεύει κάποιους και ταλαιπωρεί τον τόπο, γιατί οι καιροί, πλέον, άλλαξαν. Το έργο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ιδίως, μετά τη θριαμβευτική επάνοδό του στην εξουσία το 1974, αλλά και αυτό που επιτελείται σήμερα, απ’ την Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα.
Χωρίς να μηδενίζω, λοιπόν, το έργο άλλων κομμάτων, που κυβέρνησαν την Πατρίδα μας, ούτε αυτό των Α. Παπανδρέου και Κ. Σημίτη, τα επισημαίνω όλα αυτά και όσα ακολουθούν παρακάτω, για να δείξω, ότι η Ν.Δ., δημιούργημα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ήταν και, παρά τα λάθη της, παραμένει κατά του δογματισμού και υπέρ του εκσυγχρονισμού, της προόδου και των αλλαγών της χώρας, αλλά με μελετημένα, αργά και σταθερά βήματα. Άλλωστε, σχεδόν, όλες οι ουσιαστικές και χρήσιμες αλλαγές, μεταπολεμικά, φέρουν τη σφραγίδα της, παρότι είχε, συνεχώς, απέναντί της φανατισμένους μηδενιστές του έργου της και δημοκράτες και εκσυγχρονιστές στα λόγια, κυρίως. Εν τούτοις, κάποιοι επιμένουν να τοποθετούν τη Ν.Δ. στον χώρο των αντιδημοκρατικών δυνάμεων, της συντήρησης και της οπισθοδρόμησης. Γι’ αυτό, καλό είναι να θυμηθούμε κάποια έργα της, αρχής γενομένης απ’ τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου και μετά, έστω και με άλλα ονόματα. Πρώτα πρώτα, συνέβαλε στο να γείρει η πλάστιγγα υπέρ των Συμμαχικών δυνάμεων και κατά των Σοβιετικών και Κομμουνιστικών, γεγονός που επέτρεψε να ανοικοδομηθεί η χώρα, ν’ ανθίσει η Δημοκρατία και η πολυφωνία στον τόπο μας και να λειτουργούν, παράλληλα, και ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας. Με πρωτεργάτη τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αποκατέστησε το 1974 τη Δημοκρατία, νομιμοποίησε το Κ.Κ.Ε. και έβαλε στη φυλακή τα πρωτοπαλίκαρα της Χούντας των Συνταγματαρχών, ενώ συνετέλεσε, ώστε να μην καταδικαστεί ο Αντρέας Παπανδρέου για το σκάνδαλο Κοσκωτά, αφού διακήρυττε, ότι τους Πρωθυπουργούς πρέπει να στέλνει στο σπίτι τους μόνο ο κυρίαρχος λαός και όχι τα δικαστήρια. Πέραν τούτου έβαλε με δημοψήφισμα στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας τον θεσμό της Βασιλευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και τον αντικατάστησε μ’ αυτόν της Προεδρευόμενης, θωρακίζοντάς τη με ένα Σύνταγμα αντάξιο των δημοκρατικών παραδόσεων της χώρας. Πέτυχε, ακόμα, κάτι πολύ σημαντικό. Κόντρα στην άρνηση και στην πολεμική των «προοδευτικών» αντιπάλων του, κατάφερε να οδηγήσει με συνέπεια και να εντάξει τη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακόμη και τη διευθέτηση των διαφορών μας με τους Σκοπιανούς η Ν.Δ. του Κώστα Μητσοτάκη ήταν εκείνη, που επιχείρησε να την κάνει, αλλά έφαγε το κεφάλι του έχοντας απέναντί του συνεργάτες, φίλους, αλλά και όλους τους αντιπάλους του, μεταξύ των οποίων και τη 17η Νοέμβρη του Κουφοντίνα, που κάποιοι, σήμερα, συμπαραστέκονται.
Επί ημερών του Κυριάκου Μητσοτάκη, τώρα, του οποίου η μέχρι τώρα πορεία, παρά την πανδημία και τα επί μέρους προβλήματα, βρίσκεται σε καλό δρόμο, πέραν του ότι κατάφερε να καταστήσει Ευρωπαϊκά τα προς ανατολάς σύνορα της χώρας, οι αλλαγές και μεταρρυθμίσεις πάνε σύννεφο σ’ όλους τους τομείς της πολιτικής και κοινωνικής μας ζωής, και, κυρίως, στην καθημερινότητα των πολιτών, χάρις και στις άοκνες προσπάθειες του υπουργού κ. Κυριάκου Πιερρακάκη και των συνεργατών του. Πέραν τούτων, καταδικάστηκαν και κλείσθηκαν στη φυλακή, επί των ημερών του, τα πρωτοπαλίκαρα της Χρυσής Αυγής.
Κι όμως, η Αντιπολίτευση και, κυρίως, η Αξιωματική, που λίγο έλλειψε να οδηγήσει τη χώρα εκτός Ευρώπης και που μας φόρτωσε με ένα τρίτο αχρείαστο μνημόνιο, μιλά με τα χειρότερα λόγια για τη Ν.Δ. και τον Πρωθυπουργό επιχειρώντας να βάζει φρένο σε κάθε αλλαγή, που επιχειρείται, λες και ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε οι άλλοι της Αντιπολίτευσης δεν κυβέρνησαν ή δεν συμμετείχαν, ποτέ, σε κυβερνήσεις συνεργασίας και μάλιστα με δεξιούς και ακροδεξιούς. Έτσι, βλέπουμε, σήμερα, την Κυβέρνηση Μητσοτάκη να σέρνει την άμαξα των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων, που έχει ανάγκη ο τόπος χάριν της προόδου, ενώ τους, κατά τα άλλα, προοδευτικούς και εκσυγχρονιστές να είναι κολλημένοι στο χθες, στη στασιμότητα και στην υπεράσπιση, κακώς εννοούμενων, κεκτημένων, που εμποδίζουν τον τόπο να εξελιχθεί και να προοδεύσει.
Όμως, δυστυχώς γι’ αυτούς και, ευτυχώς για τη χώρα, αποκαλύφθηκαν και εισπράττουν το τίμημα.
Από τον Κώστα Γιαννούλα