Παράλληλα όλοι μας λειτουργούμε σήμερα με τη βεβαιότητα ότι οι καταστροφές είναι αναπόφευκτες και είναι θέμα χρόνου, για το πότε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, θα εμφανιστούν και θα πλήξουν την κοινωνία, αλλά συνάμα ο καθένα μας δεν συμμερίζεται την πιθανότητα, οι καταστροφές αυτές, να πλήξουν τον ίδιο και τους οικείους του.
Οι επικεφαλής των αρμόδιων μηχανισμών αναγνωρίζουν, ότι οι καταστροφές μπορούν να εμφανιστούν σε οποιονδήποτε τομέα ευθύνης τους και για τον λόγο αυτόν εκπονούνται σχέδια και λαμβάνονται μέτρα, τόσο για την αποτροπή των συνεπειών από την εκδήλωση των καταστροφών, όσο και για τον υποβιβασμό των ζημιών που ενδεχομένως θα προκληθούν.
Τα «καλύτερα» σχέδια επικεντρώνονται στη διαχείριση των συνεπειών των καταστροφών, που ακολουθούν την εκδήλωση του κινδύνου και συνήθως επικεντρώνονται σε εκείνες τις συνέπειες για τις οποίες οι υπηρεσίες έχουν τον πιο ξεκάθαρο ρόλο, δηλαδή, σε εκείνες που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση των πληγέντων και τη νοσοκομειακή τους περίθαλψη, αφού είναι δεδομένο ότι τελικά όλες οι καταστροφές καταλήγουν σε μαζικές απώλειες και κατάρρευση οργανώσεων, συστημάτων και υποδομών.
Η σχεδιαστική αυτή προσέγγιση, όμως, είναι μάλλον μια ηττοπαθής προσέγγιση για την αντιμετώπιση των καταστροφών και χαρακτηρίζεται από έλλειψη σχεδίων προειδοποίησης και, αν χρειαστεί, εκκένωσης χώρων και δημιουργία επικίνδυνων ζωνών.
Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα σχέδια υιοθετούν μια νοοτροπία διαχείρισης «αντικειμένων» παρά ατόμων και οι πολίτες αντιμετωπίζονται ως «αντικείμενα» και όχι ως ανεξάρτητοι φορείς αποφάσεων.
Από την άλλη όμως πληθαίνουν οι φωνές οι οποίες ισχυρίζονται ότι οι σύγχρονες κοινωνίες θα πρέπει να εξελιχθούν σε «κοινωνίες πολιτών» και να διαμορφώσουν για τους πολίτες πλέγματα καθηκόντων και δικαιωμάτων. Καθήκοντα και δικαιώματα που μέσα στην κοινωνία θα εκφράζονται, ατομικά και ομαδικά, με τη συμμετοχή, την ενασχόληση με τα κοινά και ενδεχομένως και τον εθελοντισμό.
Στόχος της «κοινωνίας των πολιτών» δεν πρέπει να είναι η υποβάθμιση του κράτους και η παρεμπόδιση εκπλήρωσης του ρόλου του, αλλά να λειτουργούν αντισταθμιστικά και να το ενδυναμώνουν ώστε να λειτουργεί αποτελεσματικότερα και αποδοτικότερα για το σύνολο των πολιτών.
Στις καταστροφές αυτό θα μπορούσε να εφαρμοστεί με τη δημιουργία «ενεργών πολιτών» οι οποίοι θα μπορούσαν να προστατέψουν τους εαυτούς τους, τους οικείους τους και ενδεχομένως να προσφέρουν βοήθεια στους συνανθρώπους τους.
Για να γίνει αυτό θα πρέπει να υπάρξει συναίνεση μεταξύ κράτους και πολιτών, ώστε το κράτος να μεταλαμπαδεύσει τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες και που ο καθένας από εμάς θα χρειαστεί σε περίπτωση εκδήλωσης μιας καταστροφής και από την άλλη ο πολίτης να δεχτεί να «λάβει» τις πληροφορίες αυτές, που ενδεχομένως να του είναι άχρηστες για μεγάλο μέρος ή και όλη του τη ζωή.
Επιπρόσθετα θα πρέπει να δημιουργηθούν συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και πληροφόρησης των πολιτών για την έναρξη της καταστροφής, για όποιες από αυτές χρειάζεται και υπάρχει η δυνατότητα, ενώ παράλληλα μέσα από την εκπαίδευση και τις ασκήσεις οι πολίτες θα πρέπει να αναπτύξουν τους αυτοματισμούς εκείνους που θα τους επιτρέψουν να εφαρμόσουν, τις «άχρηστες» πληροφορίες, που σε ανύποπτο χρόνο απέκτησαν και κατά καιρούς εφάρμοσαν σε εκπαιδεύσεις και ασκήσεις.
Η επιτυχία αυτής της προσπάθειας απαιτεί χρόνο και επίπονη προσπάθεια, όπως απαιτεί οτιδήποτε σχετίζεται με την εκπαίδευση, και αρχικά επιβάλλεται να δοθεί έμφαση στην εκπαίδευση των νέων και των ευπαθών ομάδων. Οι νέοι μπορούν ευκολότερα να ενσωματώσουν τις πληροφορίες αυτές και παράλληλα να τις μεταφέρουν στην κοινωνία, ενώ οι ευπαθείς ομάδες έχουν αυξημένο το αίσθημα του κινδύνου και γίνονται πιο δεκτικοί σε τέτοιες προσπάθειες.
Η αντιμετώπιση των καταστροφών σίγουρα δεν είναι μια εύκολη προσπάθεια, αυτό αποδείχθηκε το περασμένο καλοκαίρι με τις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν τη χώρα, αλλά αν δεν κατανοήσουμε ότι ο καλύτερος και ο ισχυρότερος μηχανισμός καθίσταται αδύναμος να διαχειριστεί μεγάλης κλίμακας καταστροφές αν δεν έχει ενσωματώσει στον σχεδιασμό του το σύνολο των πολιτών που μπορούν να προστατέψουν τον εαυτό τους, τους οικείους τους και να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο μέσα από μία συλλογική και καλά προετοιμασμένη προσπάθεια.
Παράλληλα όμως οι μηχανισμοί αντιμετώπισης των καταστροφών θα πρέπει να ξεφύγουν από τη νοοτροπία της διαχείρισης των καταστροφών και να προσανατολιστούν στην ολική διαχείριση κινδύνου.
Από τον κ. Ευάγγελο Φαλάρα,
αξιωματικό Πυροσβεστικού Σώματος, πολιτικό επιστήμονα (Msc στη δημόσια πολιτική)
* Το παρόν άρθρο αποτελεί αναδημοσίευση από κείμενο που αναρτήθηκε στο Facebook το 2018