Κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα η μικρή εδαφικά Ελλάδα γνώρισε μια οξύτατη οικονομική κρίση, που έμεινε στην ιστορία ως σταφιδική κρίση. Η κρίση που ξέσπασε αναστάτωσε τον αγροτικό πληθυσμό, κυρίως τους αγρότες της Πελοποννήσου, ταυτόχρονα προκάλεσε έντονη κοινωνική αναταραχή και κλόνισε την οικονομία της χώρας μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα.
Οι ρίζες της κρίσης βρίσκονταν στην αγροτική μεταρρύθμιση που έκανε ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος το 1871. Επί των ημερών του διανεμήθηκε μεγάλο μέρος των λεγόμενων Εθνικών γαιών σε ακτήμονες, όταν και διανεμήθηκαν 2.650.000 στρέμματα σε 357.217 κλήρους. Επειδή όμως οι περισσότεροι αγρότες είχαν μικρή έκταση γης για καλλιέργεια, αναζήτησαν καλλιέργειες που είχαν υψηλή στρεμματική απόδοση και αυτές ήταν η ελιά και η σταφίδα. Ειδικότερα η σταφίδα, που παραγόταν κυρίως στην Πελοπόννησο, εξαγόταν σχεδόν στο σύνολό της προς την Αγγλία και εκτός από ότι ενίσχυε την ελληνική οικονομία, παρείχε υψηλό κέρδος τους αγρότες.
Το 1878 ένα τυχαίο περιστατικό εκτόξευε τη ζήτηση της ελληνικής σταφίδας στις αγορές της Ευρώπης. Τα αμπέλια της Γαλλίας προσβλήθηκαν από φυλλοξήρα και η παραγωγή της γαλλικής σταφίδας, που αποτελούσε το αντίπαλο δέος, περιορίστηκε πάρα πολύ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εκτοξευτεί η ζήτηση της ελληνικής σταφίδας αλλά και των ελληνικών σταφυλιών καθώς οι Γάλλοι προσπαθούσαν να καλύψουν τη δική τους έλλειψη με ελληνικά σταφύλια. Όλοι λοιπόν οι μικροκαλλιεργητές άρχισαν να δημιουργούν αμπέλια στα χωράφια τους, αγνοώντας κάθε άλλη καλλιέργεια. Και πράγματι για τουλάχιστον μια δεκαετία η απόφασή τους αυτή, τους απέφερε τεράστια κέρδη, καθώς είχε αυξηθεί τόσο η ζήτηση αλλά και η τιμή της σταφίδας.
Αρχές του 1890 όμως τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Οι Γάλλοι είχαν καταφέρει σταδιακά να αποκαταστήσουν τους αμπελώνες τους και να έχουν αυξανόμενη παραγωγή σταφίδας. Την ίδια στιγμή η ελληνική παραγωγή είχε αγγίξει τεράστιες ποσότητες που δεν μπορούσαν να πουληθούν και σάπιζαν στις αποθήκες, ενώ και οι τιμές έπεφταν διαρκώς. Για παράδειγμα το 1890 η τιμή της σταφίδας ήταν 300 φράγκα ανά 1.000 λίτρα, ενώ το 1893 με δυσκολία έφτανε τα 40 φράγκα.
Μπροστά στον κίνδυνο οικονομικής κατάρρευσης, οι αγρότες της Πελοποννήσου ζήτησαν την προστασία του κράτους. Η κυβέρνηση του Τρικούπη για να σώσει τους αγρότες πρότεινε την εφαρμογή του παρακρατήματος, κάτι που εφαρμόστηκε το 1895 από την κυβέρνηση Θεοτόκη. Σύμφωνα με την ιδέα αυτή, κάθε παραγωγός παρέδιδε το 15% της παραγωγής του στις κρατικές αποθήκες. Στη συνέχεια το κράτος πουλούσε το απόθεμα σε οινεμπόρους, οι οποίοι μπορούσαν να παράγουν μόνο οινόπνευμα και αν ήθελαν να το εξάγουν. Τα έσοδα θα πήγαιναν σε έναν ειδικό λογαριασμό με σκοπό την ίδρυση Αγροτικής Τράπεζας. Αν και προσωρινά το μέτρο απέδωσε, όταν οι τιμές της σταφίδας έπεσαν, το κράτος έπαιρνε από τους παραγωγούς το 24% της παραγωγής για να τους βοηθήσει.
Το 1899 ιδρύθηκε Σταφιδική Τράπεζα για να αντιμετωπίσει την κρίση, ενώ το 1902 εμφανίστηκε όμιλος Άγγλων κεφαλαιούχων που πρότειναν να αγοράσουν μονοπωλιακά την παραγωγή σταφίδας για 20 χρόνια. Η πρόταση απορρίφθηκε από την κυβέρνηση Δηλιγιάννη και αυτό προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων που σε κάποιες περιπτώσεις πήρε και τη μορφή ένοπλων συγκρούσεων. Τελικά το 1903 αποφασίστηκε η Σταφιδική Τράπεζα να αγοράζει την πλεονάζουσα παραγωγή, ενώ το κράτος προσπαθούσε να πείσει τους αγρότες να στραφούν σε νέες καλλιέργειες. Το πρόβλημα όμως ουσιαστικά λύθηκε με τη μετανάστευση στην Αμερική χιλιάδων σταφιδο-παραγωγών στις αρχές του 20ού αιώνα.
Το ερώτημα, αν διδαχτήκαμε κάτι ως κοινωνία, ως Πολιτεία από εκείνη τη σταφιδική κρίση στα χρόνια που πέρασαν από τότε μέχρι σήμερα, είναι εύκολο να το απαντήσει κανείς. Κάποτε όμως θα πρέπει να σταματήσουμε να επαναλαμβάνουμε λάθη του παρελθόντος και να θέσουμε ρεαλιστικούς στόχους. Εξάλλου όπως έχει πει και ο Άγγλος φυσικός Στήβεν Χόκιγκ: ιδιοφυία είναι η ικανότητα να προσαρμόζεσαι στις αλλαγές.
Πηγή: Τραμπαδώρος Διονύσιος: «Το σταφιδικό ζήτημα, το χρονικό της κρίσης και οι συνέπειές της».