Ο νεαρός στάθηκε απέναντι στο διευθυντή και έδειχνε προβληματισμένος για όσα συνέβησαν και όσα πιθανόν θα ακολουθήσουν.
- Τι συμβαίνει και συμπεριφέρεσαι έτσι Παναγιώτη; Είναι κάτι που σ’ ενοχλεί την ώρα του μαθήματος; Τον ρώτησε ο διευθυντής.
- Όχι, αλλά, να, έτσι μου έρχεται ορισμένες φορές.
- Δηλαδή; Τι σου έρχεται;
- Να, θέλω να φωνάξω δυνατά να μ’ ακούσουν, ότι υπάρχω και εγώ...- Και καλά πρέπει να κάνεις έτσι; Δημιουργώντας προβλήματα στους συμμαθητές σου και στον καθηγητή σου; Δεν μπορείς να το πεις ευγενικά αυτό που θέλεις;
- Έχετε δίκαιο κ. διευθυντά, αλλά ξέρετε θέλω και εγώ να νιώσω αυτό που έχουν νιώσει τα περισσότερα παιδιά. Την αγάπη και τη συγχώρεση για ό,τι κάνω. Ακόμα και γι’ αυτό που δεν είναι χρήσιμο καμιά φορά.
- Ε!, κοίταξε, Παναγιώτη αυτό κάνει το σχολείο, απάντησε αμήχανα ο διευθυντής. Η αγάπη και η συγχώρεση είναι στην αποστολή του. Κάνει και αυτό ό,τι κάνουν οι γονείς... Ο Παναγιώτης άκουγε με προσοχή. Μόνο που τα λόγια αυτά του φαινόταν παράξενα. Σε κάποια στιγμή δεν άντεξε και είπε:
- Όχι κ. διευθυντά δεν είναι έτσι. Στην πράξη δε συμβαίνουν αυτά. Εγώ δεν τα έχω δει στο σχολείο. Ίσως το σύστημα να μην αφήνει περιθώρια έκφρασης αυτών. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Απόρριψη! Απόρριψη από το σπίτι, το σχολείο, τη δουλειά. Ναι! τη δουλειά, γιατί το αφεντικό δεν σε βλέπει ως άνθρωπο και μαθητευόμενο νέο , αλλά σαν μια μηχανή παραγωγής έργου.
Ο διευθυντής προς στιγμήν έμεινε έκπληκτος. Το μυαλό του είχε κολλήσει στη φράση «απόρριψη από το σπίτι». Εδώ σκέφτηκε ότι κάτι σοβαρό θα πρέπει να συμβαίνει. Όμως, πώς μπορούσε ν’ ανοίξει την ψυχή του Παναγιώτη και ν’ ακούσει απ’ τον ίδιο το πρόβλημά του;
Ο Παναγιώτης διαισθανόμενος το ενδιαφέρον του διευθυντού άνοιξε την καρδιά του και εξιστόρησε το δράμα του.
- Από μικρό παιδί, είπε, στερήθηκα τη μητρική και πατρική αγάπη. Την ομορφιά της ανέμελης παιδικής ζωής... Τα χείλη μου δε γέλασαν ποτέ... Μοναδικό αποκούμπι ήταν ο παππούς και η γιαγιά...- Σε καταλαβαίνω παιδί μου, απάντησε με συγκίνηση ο διευθυντής. Μη στενοχωριέσαι, όλα μπορούν να αλλάξουν με τη βοήθεια του Θεού και του σχολείου και η ζωή για σένα να γίνει ελπιδοφόρα...
Πράγματι, εδώ υπήρχε πρόβλημα. Ο Παναγιώτης είχε απορριφθεί απ’ τους γονείς του, που για τους δικούς τους λόγους έλυσαν τον γάμο τους κι ο Παναγιώτης έμεινε με τον παππού και τη γιαγιά. Ένας παππούς κατάκοιτος και μια γιαγιά, η οποία με την αγάπη της και την πενιχρή σύνταξη πήρε πάνω της τη ζωή του εγγονού της.
Ο διευθυντής προσπαθούσε να τακτοποιήσει στο μυαλό του τα όσα άκουσε. Σκέφτηκε πόσοι μαθητές μπορεί να είναι στην περίπτωση του Παναγιώτη και το σχολείο δεν τους ξέρει. Και το σημαντικότερο, πόσα πολλά πρέπει να γνωρίζει ο δάσκαλος για τους μαθητές του. Πόσο φιλόστοργος και συγχωρητικός πρέπει να είναι και πόσο βαθιά πρέπει να μπαίνει στην ψυχή τους για να τους στηρίζει και ν’ ανοίγει τα μονοπάτια της λύτρωσης.
Αυτά, που αποζητούσε κι ο Παναγιώτης για να σωθεί και που κανένας δεν τον ενθάρρυνε. Ούτε και αυτό ακόμα το σχολείο το οποίο, καμιά φορά, όχι μόνον δεν ανοίγει δρόμους, αλλά κλείνει και αυτούς που υπάρχουν...
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι χρειάζεται μια άλλη παιδαγωγική προσέγγιση βασιζόμενη στη δύναμη της αγάπης και της κατανόησης. Που θα γκρεμίζει φράχτες και θ’ ανοίγει τα μονοπάτια της λύτρωσης και σωτηρίας των παιδιών εκείνων που δεν μπορούν να τα βρουν.
Αυτό προσπαθούσε να κάνει, έστω και καθυστερημένα, ο διευθυντής. Η κουβέντα εκείνη την ημέρα συνεχίσθηκε μέχρι τη σχόλη. Κι αυτό γινότανε συχνά. Ο Παναγιώτης άρχισε να ημερώνει. Να νιώθει το σχολείο δίπλα του. Να στέκεται όρθιος. Και σ’ αυτό είχε τη στήριξη όλου του συλλόγου. Αποτέλεσμα, κάθε μέρα να γίνεται καλύτερος, πιο αισιόδοξος και δυνατός.
Το σχολείο με την πρακτική του αυτή έκανε το καθήκον του. Έσωσε τον μαθητή του. Ο Παναγιώτης αποφοίτησε από το Εσπερινό Γυμνάσιο και σήμερα χαίρεται τη ζωή ως ένας καλός άνθρωπος και επιτυχημένος επαγγελματίας.