Τα πρωινά να βλέπω Αυτιά το βράδυ την Κοσιώνη, την άλλη μέρα το πρωί ξανά μανά Παγώνη να μ’ απειλεί με τον ιό και με την πανδημία:
- Βασίλη μ’ κάτσε φρόνιμα να γίνεις νοικοκύρης... Ώσπου να ’ρθει ξανά ο καιρός να σε εμβολιάσουν... Να ρθει το Σπούτνικ το γερό, το Άστρα το Ζενέκα, να στείλει η μάνα Αμερική το Τζόνσον, το Μοντέρνα...
- Μανά μ’ εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης, μονάχα θε να πιω καφέ, να βρω τα φιλαράκια. Να κάμουμε επανάσταση να ξαναπιώ ποτάκια...
Και κάπως έτσι κυρίες, κύριοι και αγαπημένα μου παιδιά, η ... Επανάστασις έλαβε τέλος. Ο γέρο Δήμος πέθανε, ο γέρο Δήμος που ξέρατε πάει, ευκαιρία να διεκδικήσετε τίποτις αναδρομικά κόπανοι, ε, κόπανοι κληρονόμοι.
Διότι δεν θα κάτσω εγώ να παριστάνω άλλο τον ελεύθερο πολιορκημένο του Μεσολογγίου. Φάγαμε τα επιδόματα, φάγαμε και τις επιστρεπτέες, κάτι ψιλοαπαλλαγές ενοικίου μείνανε, δεν βγαίνω μάνα μου δεν βγαίνω, το λένε οι πετροπέρδικες το λέει κι ο Σταϊκούρας που ’χει τα γρόσια τα πολλά, τον μπεζαχτά του Κράτους. Γι’ αυτό ... γιούρια στα παλιούρια! Όλα ανοιχτά! Άρατε πύλες ορέ! Ανοίχτε ταβέρνες, καφετερίες και ξενοδοχεία, και μαζί και ιερούς ναούς, διότι του Υψίστου η βοήθεια πάντα χρειαζούμενη.
Απάνω τους αδέρφια κι όποιον πάρει ο Χάρος! Ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Αλλιώς, αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων! Έτσι κι αλλιώς μαύρη η ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες.
Ανοίχτε ορέ... Να ’ρθουν φιλέλληνες από μακριά, εφοδιασμένοι με Πιστοποιητικά Εμβολιασμού απαραιτήτως, να δώσουν κι αυτοί μαζί μας τη μάχη του τουρισμού. Να πέσουν γιούρο, ντόλαρς και λίρες εγγλέζικες, γιατί αλλιώς μαύρος όφις που μας έφαγε ολουνούς. Να τους πάμε νησάκια και ακρογιαλιές, να τους ταΐσουμε σουβλάκια, μουσακάδες, και κοψίδια κολοκοτρωνέικα. Πιάσε και μια μοσχαροκεφαλή μάστορα και μια μερίς κλέφτικο στο λαδόχαρτο και ρετσίνα δροσερή. Στα θαλασσινά μπαράκια μπίρες και καλαμαράκια (καλά, ας είναι και θράψαλα, χαμπάρι δεν θα πάρουν).
Αλλά, μιαν απορία την έχω ορέ παλικάρια. Μόλις πιάσαμε 3.000 αρρώστους κάθε μέρα, μας ... άνοιξαν. Πώς γίνεται αυτό; Αμ’ αν ήταν έτσι ορέ Μητσοτάκαρε, δεν μας το ’λεγες να το πιάναμε το νούμερο ... μιαν ώρα αρχύτερα; Να αρχίζαμε να πανηγυρίζουμε όλοι μαζί με τη Γιάννα, την εθνική μας πανηγυριτζού μπροστάρα να ανταλλάξουμε τα μικρόβια μας;
Ζήτω η ελευθερία! Άιντε, γιατί ένα χρόνο τώρα παρατράβηξε το αστείο. Ραγιάδες κανονικοί γίναμε, σπορά προσκυνημένη. Κάτσε και αναλογίσου ραγιά μου. Πού καταντήσαν τα παιδιά σου; Απ’ το κρυφό σχολείο στο κρυφό λαπ-τοπ της Νίκης Κεραμέως, τσίκι τσίκι όλη μέρα βάρα πλήκτρα, κάνε enter, εχαζέψανε τα κούτσικα και σαν μπούφοι σε κοιτάν. Κι από κει που έτρεχες ως ήρωας στα μοραΐτικα κατσάβραχα μην τύχει κι απαντήσεις Τούρκο, τώρα τρέχεις με ψευτοβεβαιώσεις και ψευτομηνύματα στο 13033 μην τύχει και συναντήσεις αστυνόμο και σου κόψει κοστούμι, τρακόσα γρόσια επιεικώς λίαν - εις περίπτωσιν μη καταβολής το πρόστιμον βεβαιώνεται στην Εφορία. Και δεν είναι να λες και πολλά- πολλά μωρέ άπλυτε, είδες τι ματσούκι έπεσε τις προάλλες στη Νέα Σμύρνη...
Και περηφανεύονται ραγιά μου που τα κάνανε όλα λέει ηλεκτρονικά. Φτιάξαν πλατφόρμες, φτιάξαν applications... Αϊ καλά... Σε λίγο θα συμπληρώνεις πλατφόρμες για να χαϊδολογήσεις το βράδυ την κυρά σου. Αλλά, ’ντάξει έχει και τα καλά του το πράμα. Το Κράτος ολάκερο σου ’φεραν στο κινητό, στο πιάτο σαν λαγό στιφάδο. Τι άλλο θες λαέ αχάριστε και ακατέργαστε; Μανάρι σ’ έχουν! Που άμα τα ’χαμε αυτά εμείς τότε ορέ, θα ’χαμε τελέψει με την Τουρκιά στο πιτς - φιτίλι. Θα κηρύτταμε την Επανάσταση με τηλεδιάσκεψη όλοι μαζί Κολοκοτρωναίοι, Καραϊσκάκηδες, Μιαουλαίοι, καπεταναίοι και τόσοι άλλοι, αρκεί να μην έπεφτε το Ιντερνέτ. Κι αν είχαμε και κάνα drone, θα στον στριμώχναμε τον Ιμπραήμ στο πολύ ζόρικο. Θα τον ρίχναμε ένα ...τσάταλο, έναν ... κατακέφαλο που θα ’ταν όλο θκο τ’. Αλλά δεν είχαμε...
Τέλος πάντων, ζόρια τραβούσαμε κι εμείς τότε, ζόρια και σεις. Τουλάχιστον εμάς δεν μας είχαν φορέσει μάσκες ούτε μας βατσινώναν σαν τίποτες μουσκάρια. Τρέχαμε σε λόγγους και βουνά και σε ψηλές ραχούλες, ελεύθεροι από ιούς και παλιομεταλλάξεις. Κι ούτε διάλογος με την Τουρκιά, ούτε διερευνητικές στα ξενοδοχεία, να μας λέει μετά ο Τράγκας ενδοτικούς και προσκυνημένους. Παρά μονάχα σαν άλλη Λένω Μπότσαρη, όταν μας την έπεφταν οι μεμέτηδες απαντούσαμε υπερηφάνως:
- Τι λέτε, μωρ’ παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια; Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη... Και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια».
Κι άμα έβαζαν και τη θρησκευτική διάσταση, εκεί μιλούσε ο Διάκος μέσα μας:
«Πάτε κι εσείς κι η πίστη σας μουρτάτες να χαθείτε. Εγώ γραικός γεννήθηκα, γραικός θε να πεθάνω. (Και τι κατάλαβες λεβεντιά μου; Χόρτασες να πληρώνεις ΕΝΦΙΑ!).
Κι άμα δεν κάθονταν καλά... μπουρλότοοοοο. Βεβαίως, είχαμε κάτι διαβεβαιώσεις ότι εις περίπτωσιν που αποθρασύνοντο οι Τούρκοι, οι Ευρωπαίοι θα επέβαλαν σχετικώς κυρώσεις, αλλά δεν εδώσαμε και πολύ μεγάλη σημασία. Την μπουγάδα τότε την καθαρίζαμε μονάχοι, αν και στο Ναβαρίνο εχάλασε η συνταγή.
Το συμπέρασμα είναι αγαπητέ μου συμπολίτα πως πρέπει να κάνεις υπομονή... Εμείς 400 τόσα χρόνια το ’χαμε σκυμμένο το κεφάλι, εσύ στιγμή δεν αντέχεις. Υπομόνευε... «Ακόμα τούτη η Άνοιξη ραγιάδες, ραγιάδες, όσο να ’ρθει ο Μόσκοβος», να εγκριθεί το «Σπούτνικ»- χλωμό.
Άιντε... Με το καλό να γιορτάσουμε τα 200χρονα και .... κοίτα. Δεν θέλει και πολλή ανάλυση το πράμα, γιατί έχω τρελαθεί τελευταία να βλέπω παντού κείμενα και περισπούδαστες αναλύσεις περί της επαναστάσεως των Ελλήνων. Αμ, φουκαρά μου, άμα κάθονταν όλοι αυτοί να κάνουν ανάλυση, ακόμα τούρκικο φέσι θα φορούσες... Ένα μάτσο παλαβοί ήταν που ... «μέθυσαν» με μια μεγάλη ιδέα και ξεσάλωσαν... Τα υπόλοιπα τα ανέλαβε η δικαιοσύνη της ιστορίας....
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalesssis@yahoo.gr