συμπαράσταση 2.500 στρατιωτών και 450 αξιωματικών. Στην κινητοποίηση συνέβαλαν και πολλά εργατικά συνδικάτα με χιλιάδες διαδηλωτές στο πεδίο του Άρεως που ζητούσαν από την κυβέρνηση να γίνουν αποδεκτά τα αιτήματα του στρατιωτικού συνδέσμου. Η νεοσυσταθείσα κυβέρνηση του Δημητρίου Ράλλη βρέθηκε τότε σε αδιέξοδο και παραιτήθηκε. Ο βασιλιάς Γεώργιος διόρισε νέα κυβέρνηση με τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη πρωθυπουργό και υπουργούς κοινής αποδοχής.
«Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος περιορίστηκε στο να υπαγορεύσει στα διάφορα κλιμάκια της εξουσίας τις μεταρρυθμίσεις που θα άλλαζαν τη μορφή της χώρας. Φυσικός αποδέκτης των αιτημάτων τους ήταν ο βασιλιάς Γεώργιος, ο οποίος έσπευσε να τα αποδεχτεί, προλαβαίνοντας τυχόν ριζοσπαστικοποίηση της κρίσης... Φυσικά δεν τέθηκε θέμα αλλαγής πολιτεύματος ή δυναστείας. Σε πολλά μέλη του Συνδέσμου όμως, η ιδέα της μετάκλησης του Βενιζέλου από την Κρήτη ήταν ήδη ισχυρά παρούσα». (βιβλ. 1, σελ. 11).
Η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη συνεργάστηκε απόλυτα με τον Σύνδεσμο και έκανε δεκτή την εισήγηση στις 10.11.1909 για ενίσχυση του στόλου, με την αγορά του θωρηκτού «Αβέρωφ» 10.120 τόνων από τα ναυπηγεία του Ορλάντο στην Ιταλία. Το κόστος του ήταν περίπου 23.700.000 φράγκα και για την αγορά του συνέβαλε ο πλούσιος ομογενής από την Αίγυπτο, Γεώργιος Αβέρωφ που έδωσε το ποσό των 7.000.000 φράγκων, οπότε στο καταδρομικό δόθηκε το όνομά του. Έτσι για μισό αιώνα οι Τούρκοι δεν τολμούσαν να βγουν στο Αιγαίο.
Η Βουλή ψήφιζε τα υποβαλλόμενα νομοσχέδια του Στρατιωτικού Συνδέσμου και έτσι ψηφίστηκαν 169 νόμοι μέσα σε 3 μήνες. Ένας από τους νόμους ήταν και η καθιέρωση της Κυριακάτικης αργίας. Ψηφίστηκαν νόμοι για τη δικαιοσύνη και την εκπαίδευση και όταν ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ζήτησε να αυξηθούν οι φόροι στα υψηλότερα κυρίως εισοδήματα για την ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας, ο Σύνδεσμος Συντεχνιών αντέδρασε με απεργίες και διαδηλώσεις και έτσι η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη απέσυρε το νομοσχέδιο. Τότε, οι σχέσεις του Στρατιωτικού Συνδέσμου και του Συνδέσμου Συντεχνιών διασπάστηκαν και η κατάσταση μετά και την αποχώρηση από τη Βουλή των κομμάτων του Θεοτόκη και του Ράλλη, λόγω διαφωνίας των με τον υπουργό Άμυνας, άρχισε να γίνεται προβληματική και επηρέασε αρνητικά ακόμα και τον θεσμό της βασιλείας.
Τότε ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, στις αρχές Δεκεμβρίου 1909, αποφάσισε να καλέσει τον Βενιζέλο να έρθει στην Αθήνα από την Κρήτη, για να δώσει ένα τέλος στην αβεβαιότητα της πορείας του ελληνικού κράτους. Στην προσπάθεια αυτή του Συνδέσμου συνέβαλαν και οι εφημερίδες «Χρόνος» και «Αθήναι». Δημοσιογράφοι όπως ο Κ. Χαιρόπουλος και ο Γεώργιος Πωπ έγραφαν διθυράμβους για τον Βενιζέλο και ότι ήταν ο μόνος σωτήρας που μπορούσε να σώσει την Ελλάδα.
Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος έστειλε στην Κρήτη, με τον λοχαγό Ξενοφών Κονταράτο, πρόσκληση στον Βενιζέλο να έρθει στην Αθήνα. Ο Βενιζέλος σε απαντητική του επιστολή στις 22.12.1909 αναφέρει μεταξύ άλλων: «Αξιότιμοι κύριοι. Έλαβον την επιστολήν την οποίαν μου εκάνατε την τιμήν να πέμψητε δια του λοχαγού Κονταράτου... το συμφέρον του Έθνους μου επιβάλλει τούτο ως επιτακτικό καθήκον... αναγκάζομαι να έρθω εις Αθήνας περί το τέλος της εβδομάδος .... Μετά του Κονταράτουσυννενοήθην περί της ανάγκης όπως η έλευσις μου μείνει άγνωστος εις πολλούς όσον το δυνατόν επί πλείονας ημέρας. Μετά πάσης τιμής Ελευθέριος Βενιζέλος». (βιβλ. 2, σελ. 259).
Στις 28 Δεκεμβρίου 1909 στις 3 μ.μ. ένα ιταλικό ατμόπλοιο το «Σιγκαπούρη» αποβίβασε στον Πειραιά τον Βενιζέλο και τον Κρητικό πολιτικό Κωνσταντίνο Μάνο. Κατέλυσαν σε φιλικό σπίτι χωρίς επισημότητες και δημοσιογράφους, όπου τον περίμενε δεκαμελές συμβούλιο του Στρατιωτικού Συνδέσμου με τον πρόεδρο Ν. Ζορμπά. Αργότερα, στο ξενοδοχείο «Ερμής» δέχθηκε τους αρχηγούς των δημοκρατικών κομμάτων και προσωπικότητες της πολιτικής, όπως τον Σπύρο Μερκούρη, τον Ι. Βαλαωρίτη (διοικητής Εθνικής Τράπεζας), τον Στέφανο Δραγούμη και τον δημοσιογράφο Γ. Πωπ που στα άρθρα του στην εφημερίδα τον αποκαλούσε Μεσσία της Νέας Ελλάδας. Επισκέφθηκε και συζήτησε με τους Θεοτόκη, Ράλλη και τον πρωθυπουργό Κυριακούλη Μαυρομιχάλη ο οποίος ήταν αντίθετος με μία σύγκλιση Εθνοσυνέλευσης που ήθελε ο Βενιζέλος.
Στις 16 Ιανουαρίου 1910 συνήλθε το συμβούλιο του Στρατιωτικού Συνδέσμου και αποφάσισε κατά πλειοψηφία να αναθέσει πρωθυπουργό στη νέα κυβέρνηση τον Μακεδόνα Στέφανο Δραγούμη (πατέρας του Ίωνα Δραγούμη και πεθερός του Παύλου Μελά) και όχι τον Στέφανο Σκουλούδη. «Οι εξελίξεις αυτές επιβεβαίωσαν πανηγυρικά τον πρωταγωνιστικό ρόλο που διαδραμάτισε ο Βενιζέλος στη σημαντική αυτή καμπή της πολιτικής ζωής του τόπου... βγάζοντας την Ελλάδα από μία βαθιά σοβούσα κρίση και ταυτόχρονα επιβάλλοντας την παρουσία του ως ενός αδιαμφησβήτητου και χαρισματικού ηγέτη». (βιβλ. 1, σελ. 15).
Βιβλιογραφία:
1) «Ιστορικά Ελευθεροτυπίας», τόμος 10, τεύχος 92, Αθήνα, 2001
2) «Βίβλος Ελευθερίου Βενιζέλου», επιμέλεια Τάσου Μιχαλακέα, «Ιστορικές Εκδόσεις», Αθήνα, 1964
Από τον Στέφανο Παπαγεωργίου