Ο διαθέτης ονομάζεται Κώνστας Στεργίου. Αυτός «εν υγεία ευρισκόμενος, και σώας τας φρένας έχων, φοβούμενος όμως το άωρον του θανάτου» ποιεί «διάταξιν περί πάντων ών κέκτειται».
Πρώτα-πρώτα ζητάει συγχώρεση από όλους, όπως τους συγχωρεί και αυτός.
Για τα ψυχικά του (κηδεία, μνημόσυνα κ.λπ) αφήνει κάποια ποσά: στον τότε μητροπολίτη της Λάρισας [Μελέτιο Δ’ Καλλιάρχη] 10 γρόσια (1.200 άσπρα), στον ιερέα της ενορίας του 5 γρόσια, για ένα σαρανταλείτουργο στους ιερείς, προφανώς του Αγίου Αχιλλίου, Αγαθάγγελο Ανδριώτη 5 γρόσια και Μελέτιο 1,5 γρόσι. Πιστός χριστιανός καθώς ήταν, άφησε 10 γρόσια υπέρ του Παναγίου Τάφου, στη Μονή του Σινά ένα ποσό που δεν φαίνεται στο πρωτότυπο, 5 γρόσια για τη Μονή των Κανάλων του Ολύμπου, 50 γρόσια στη μητέρα του και άλλα 50 στη γυναίκα του και 5 γρόσια (600 άσπρα) στη φυλακή της Λάρισας.
Η μνεία της φυλακής της Λάρισας εδώ ίσως είναι μία από τις αρχαιότερες του 18ου αιώνα και η αφιέρωσή του μόνο σε ένα μοναστήρι της περιοχής μας, στη Μονή των Κανάλων, δηλώνει έμμεσα ότι καταγόταν από την Καρυά, απ’ όπου ήρθε και εγκαταστάθηκε στη Λάρισα, όπου διατηρούσε κάποιο εργαστήριο, το είδος του οποίου δεν προσδιορίζει.
Ο Καρυώτης Κώνστας Στεργίου ήταν ένας από τους πολλούς επιχειρηματίας της Λάρισας, του οποίου η περιουσία, όπως την αναφέρει ο ίδιος, αποτελούνταν κυρίως από το εργαστήριό του. Σ’ αυτό είχε εμπόρευμα (σερμαγέν) αξίας 123.000 άσπρων (1.025 γροσίων), άλλα 386 άσπρα κόστισε η άδεια του εργαστηρίου του (γεντίκι), 24.000 άσπρα (200 γρόσια) κόστιζε το σπίτι του, το οποίο όμως ανήκε στον αδελφό του Ρίζο και στη μητέρα τους, όπως και 5,5 στρέμματα αμπέλια.
Στην κατοικία του είχε διάφορα οικιακά σκεύη (μπακίρια) βάρους 20 οκάδων (25,640 κιλών), 2 μικρά καζάνια, έναν μεγάλο και έναν μικρό κουζού τέντζερη (κατσαρόλα), ένα ταψί, έναν ταβά, μία μεγάλη απλάδα (δίσκο κεράσματος) και ένα κλειδότασο (μεταλλικό κύπελλο με καπάκι).
Εκτός από την αναφορά των περιουσιακών στοιχείων του, ο Στεργίου αναφέρει και τα χρέη του, τα οποία ήταν μάλλον δάνεια σε άσπρα και όφειλε στους εξής:
1) Στη γυναίκα του όφειλε, προφανώς από την προίκα της, 5.000 άσπρα και άλλα 40 από τα φλουριά της, στη μητέρα του 3.000, σε κάποιον Διαμάντη 19.200, στον Ζηναϊρλή εφέντη 14.400, σε κάποιον Κόνιαρη 12 γρόσια (1.440 άσπρα) και από 6.000 άσπρα στον καθένα: στη θυγατέρα τού Κουτσοκώστα Σαμαρά, στην Καρακώστενα, στον μουλά Χουσεΐνη (ανώτερο μουσουλμάνο ιερωμένο) της Λάρισας, στον Χαλήλη εφέντη και στον Χατζη-Θάνο Τζηλαλή.
Μετά τον θάνατό του, πρέπει να πληρωθούν τα ως άνω χρέη του και ό,τι μείνει από την περιουσία του θα τα μοιρασθούν οι γιοι του, τους οποίους δεν κατονομάζει.
Βιβλιογραφία: Δημήτριος Γ. Καλούσιος, Ο Κώδικας της Μητροπόλεως Λαρίσης. ΕΒΕ 1472: 1647-1868, Λάρισα 2009 (3ο παράρτημα του «Θεσσαλικού Ημερολογίου»).
Από τον Κώστα Σπανό, εκδότη του «Θεσσαλικού Ημερολογίου»