γίνονται αντικείμενο ειρωνείας, φαίνονται σαν κάτι ξεπερασμένο, αναχρονιστικό, φανατικό. Ζούμε σε μια χώρα που ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε υπό τη διεκδίκηση άλλων χωρών και μάλιστα γειτονικών. Δικαιώματα καταπατώνται, ιστορία παραφράζεται ή παραλείπεται, εθνικές εορτές απλοποιούνται και ηρωποιούνται μορφές, που αν μη τι άλλο, δεν είχαν καμία σχέση με το ήθος, την προσφορά και τον αλτρουισμό των ηρώων μας.
Ολοένα και λιγότερες αφίσες με τους ήρωες της επανάστασης στα δημοτικά σχολεία, για να μην αναφερθούμε στα γυμνάσια και στα λύκεια, που ελάχιστοι καθηγητές αναφέρονται πλέον σ’ αυτούς. Τα επιχειρήματα πολλά: «μην καλλιεργούμε τον φανατισμό στα παιδιά», «μην τους θυμίζουμε άγριες φάσεις της ελληνικής ιστορίας», «μην προκαλούμε και διαταράσσουμε τις σχέσεις της χώρας μας με άλλες χώρες». Έχουμε έτσι αφήσει, ακόμα και τα παιδιά του δημοτικού, να ασχολούνται με απαράδεκτα κόμικς, με ήρωες ηλεκτρονικών παιχνιδιών, τους «υπερήρωες», παιχνίδια γεμάτα βία, ένταση και καταστροφή. Αυτά λοιπόν είναι τα σύγχρονα πρότυπα της εποχής που ζούμε και ποιος ξέρει αργότερα. Επομένως, ερχόμαστε να δούμε ανήμερα των μεγάλων εθνικών εορτών, πώς γιορτάζει ο σύγχρονος Έλληνας, κατά πλειοψηφία. Αργία και πάλι αργία. Ύπνος όσο θέλουμε, τα παιδιά να κοιμηθούν, να χαλαρώσουν, να ευχαριστηθούν. Στην εκκλησία μας όμως γίνεται Θεία Λειτουργία, δοξολογία για τους πεσόντες.
Προσευχόμαστε στον Θεό γι’ αυτούς που τα έδωσαν όλα: ψυχή, σώμα, περιουσία, για την αξία που λέγεται Ελλάδα, Ελευθερία. Παρ’ όλα αυτά, τα συνθήματα που θυμίζουν παλιότερες εποχές σχετικά με πατρίδα και θρησκεία, τώρα ακούγονται αναχρονιστικά και οπωσδήποτε ξεπερασμένα. Γίνονται, λοιπόν, τελετές κατάθεσης στεφάνων σε μνημεία, όποια απ’ αυτά έχουν παραμείνει καθαρά, και τα σχολεία συγκεντρώνουν τους μαθητές, όποιοι θέλουν και μπορούν, για να οργανώσουν τη μαθητική παρέλαση. Δεν μπορούσα να φανταστώ ποτέ, ότι σχετικά με τις παρελάσεις η κατάσταση θα είχε φτάσει σ’ αυτό το σημείο.
Ατελείωτες αντιδράσεις πρώτα απ’ όλα από τους γονείς (ευτυχώς όχι όλους). «Τι χρειάζονται; Καλλιεργούν τον φανατισμό, είναι επινόηση των τελευταίων δεκαετιών» και άλλα πολλά που εκπέμπουν μια άρνηση και απαξίωση. Σύμφωνα με ιστορικούς αναλυτές, η παρέλαση είναι μια δραστηριότητα πολλών χρόνων. Οι Κύπριοι φοιτητές στον αγώνα 1955-1959 αλλά και οι άλλες χώρες του εξωτερικού, όπως Αμερική, Βρετανία, Γαλλία κ.ά. πραγματοποιούν παρελάσεις. Γιατί εμείς λοιπόν σήμερα τα ακυρώνουμε όλα, πολλές φορές με ανόητα επιχειρήματα και ισοπέδωση αξιών. Οφείλουμε να ενημερώσουμε τα παιδιά μας για την εθνική μας εορτή. Να βρούμε κάποια ευκαιρία να επισκεφθούμε μαζί με αυτά ένα ιστορικό μουσείο της χώρας μας. Να μελετήσουμε μαζί τα εκθέματα, την ιστορία. Να τους μιλήσουμε για τους εθνικούς ευεργέτες. Διότι είναι σίγουρο, πως οι καινούριες γενιές αγνοούν στοιχεία για τη ζωή και την προσφορά αυτών των ιδιαίτερων ανθρώπων.
Να επισκεφτούμε περιοχές, που χαρακτηρίζονται από ένα ιστορικό γεγονός και προσωπικότητες ξεχωριστές, που τίμησαν την ελληνική μας ιστορία. Να παροτρύνουμε τα παιδιά μας να συμμετέχουν στην παρέλαση του σχολείου τους. Να είμαστε εκεί να τα καμαρώσουμε και να τα χειροκροτήσουμε. «Οι παρελάσεις αποτελούν έκφραση τιμής στην ίδια μας τη νεολαία, υπόμνηση των αγώνων στη διαχρονική πάλη του Ελληνισμού για την ελευθερία του». Ας ξαναβρεί λοιπόν η ελληνική σημαία τη θέση της στο μπαλκόνι μας κυματίζοντας όπως παλιότερα. Σπάνια, στα ιδιωτικά κυρίως κανάλια, να γίνεται αναφορά στο νόημα και την ιστορική αξία της ημέρας. Μπορούμε να συνεισφέρουμε και εμείς σε μια αλλαγή στάσης απέναντι στα εθνικά μας αυτά ζητήματα. Αρχίζοντας από την ίδια μας την οικογένεια, τον χώρο της δουλειάς μας, το περιβάλλον μας. Η πατρίδα μας το περιμένει. Δεν της αξίζει να τη μειώνουμε πάντα συγκρίνοντάς την με άλλες χώρες. Είναι μοναδική και ξεχωριστή! Ας το πιστέψουμε και ας το σεβαστούμε.