Είναι πλέον φανερό, ότι η λογική του συμφώνου του Δουβλίνου έχει ξεπεραστεί από τις ανάγκες και τις καταστάσεις, ενώ η αδυναμία εξεύρεσης κοινής ευρωπαϊκής λύσης, απέδειξε ότι δυστυχώς πλέον στην Ευρώπη υπάρχουν διαφορετικές ομάδες κρατών, με αντίθετες θέσεις, προτεραιότητες και επιδιώξεις. Στο ερώτημα αν το προσφυγικό ή το μεταναστευτικό ζήτημα μπορεί να αποτελέσει απειλή ή ευκαιρία, η εύκολη απάντηση είναι η πρώτη, αφού δυστυχώς πολλοί ερμηνεύουν το πρόβλημα με ιδεολογικά και όχι ανθρωπιστικά κριτήρια. Η ανάλυση είναι πιο βαθιά και σύνθετη και πρέπει να γίνεται μακριά από μισαλλοδοξίες και ιδεολογικές κατευθύνσεις.
Οι στιγμές που διανύουμε ως χώρα σε όλο το μήκος των ανατολικών συνόρων μας εδώ και 8 μήνες, είναι αναμφισβήτητα κρίσιμες. Η ελληνική κυβέρνηση κλήθηκε όλο αυτό το διάστημα να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις πρωτοφανείς κρίσεις που εκδηλώθηκαν, τόσο στα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου, όσο και στη Μόρια της Λέσβου. Κρίσεις οι οποίες απείλησαν ευθέως τα ευρωπαϊκά σύνορα, και όχι μόνο τα ελληνικά. Οι μεγάλες κρίσεις όμως επιβάλλουν γενναίες και κυρίως δίκαιες αποφάσεις.
Ως πρώτο βήμα για μία πιο αισιόδοξη και ρεαλιστική αντιμετώπιση του ζητήματος, λειτούργησε αναμφισβήτητα η πρόσφατη έκδοση στη δημοσιότητα του συμφώνου της κομισιόν, για τη νέα ευρωπαϊκή πολιτική αντιμετώπισης του μεταναστευτικού-προσφυγικού ζητήματος. Το σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο όπως είναι γνωστό. Στις διαδοχικές συναντήσεις που είχε πρόσφατα στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής ο Κυριάκος Μητσοτάκης με ανώτατους Ευρωπαίους αξιωματούχους, ανέπτυξε τις ξεκάθαρες θέσεις της χώρας μας σχετικά με τις τουρκικές προκλήσεις. Το κυριότερο όμως, επισήμανε την ανάγκη για ουσιαστικές βελτιώσεις στη βάση της αλληλεγγύης, όσον αφορά το νέο σύμφωνο μετανάστευσης και ασύλου, καθώς σήμερα τα πέντε κράτη πρώτης υποδοχής σηκώνουν δυσανάλογο βάρος. Αν μελετήσει κανείς το σύμφωνο και τις δέκα νομοθετικές προτάσεις που περιλαμβάνει, θα καταλάβει ότι μιλάμε για ένα νέο μείγμα πολιτικής το οποίο επανεπιβεβαιώνει την αρχή, πως η Ευρώπη θα παραμείνει ένας προορισμός ασύλου, για τους κατατρεγμένους του κόσμου, αλλά όσοι δεν δικαιούνται να τεθούν υπό την προστασία του ασύλου, θα πρέπει να επιστρέφουν στις χώρες από τις οποίες προήλθαν.
Η Ελλάδα δεν ζητά όπως έκανε πριν 3 χρόνια, αλλά πλέον απαιτεί μια σταθερή ευρωπαϊκή πολιτική δίκαιης κατανομής του βάρους, μέσω της αποτελεσματικής και υποχρεωτικής ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Το νέο σύμφωνο για το άσυλο ήρθε να λύσει τις διαφωνίες μεταξύ των χωρών υποδοχής και προορισμού, οι οποίες και ‘’δηλητηρίασαν’’ κάθε πιθανότητα συμφωνίας τα προηγούμενα χρόνια. Οι χώρες του Βισεγκράντ, πρέπει να δείξουν πλέον στην πράξη ότι οι κοινοί ευρωπαϊκοί στόχοι και η κοινή πολιτική, δεν είναι μόνο κούφια λόγια.
Στο χρονικό σημείο που βρισκόμαστε είναι φανερό ότι η ευρωπαϊκή πολιτική για το μεταναστευτικό, δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια ακόμη διαχείριση κρίσεων, αλλά να αποτελέσει μια συνολική και συγκροτημένη ευρωπαϊκή απάντηση στο πρόβλημα. Μία απάντηση τόσο προς τη Δύση όσο και προς την Ανατολή, καθώς μην λησμονούμε ότι για την Ελλάδα τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο σύνθετα, λόγω ενός δύσκολου και αμετροεπή γείτονα όπως η Τουρκία, που κάθε άλλο παρά καλόπιστα συνεργάζεται. Ενός γείτονα που δεν διστάζει ακόμη και να εργαλειοποιήσει απελπισμένους ανθρώπους, για να εκβιάσει και να προωθήσει με τον τρόπο αυτό τις πολιτικές του επιδιώξεις.
Καμία μεταναστευτική πολιτική όμως, όσο κοινή και αν είναι σε επίπεδο Ευρώπης, δεν θα αποδώσει ουσιαστικά και αποτελεσματικά, εάν παράλληλα δεν αντιμετωπιστούν η οικονομική και κοινωνική υπανάπτυξη, η ένδεια και οι κλιματικές αλλαγές στις γειτονικές χώρες της Ευρώπης. Επιβάλλεται συνεπώς μία τέτοια πολιτική μετανάστευσης και ασύλου, που θα εξασφαλίσει την ασφάλεια και τη νομιμότητα ως προς τις κοινωνίες υποδοχής και ένταξης, αλλά και θα θέσει δίκαιους κανόνες ως προς τον καταμερισμό αυτών των ανθρώπων σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη. Ενός άλλου μείγματος εξωτερική Ευρωπαϊκή πολιτική, αλλά και πολιτική ανάπτυξης για τις περιοχές που περιβάλλουν όχι μόνο τη χώρα μας αλλά κυρίως την ήπειρό μας. Στόχος είναι σύντομα, στις νέες δομές ασύλου στη Λέσβο, δίπλα στην ελληνική σημαία να κυματίζει περήφανα και η Ευρωπαϊκή.
Οι προκλήσεις συνεπώς γύρω από τα ζητήματα μετανάστευσης και ασύλου είναι μεγάλες για τις χώρες πρώτης υποδοχής και ειδικά για τη χώρα μας. Οι ίδιοι οι Έλληνες πολίτες είναι σκεπτικοί και προβληματισμένοι. Η ελληνική κοινωνία, η οποία πράγματι τα τελευταία δέκα χρόνια βίωσε τόσα πολλά, δεν μπορεί να ανεχθεί πειραματισμούς ως προς τους ανθρώπους εκείνους που θα ενταχθούν νόμιμα σε αυτήν, και θα αποκτήσουν ενδεχομένως τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις με τους Έλληνες πολίτες. Ο Νίκος Καζαντζάκης στον Καπετάν Μιχάλη αναφέρει: ‘’Αν δε δει ο Θεός χέρι ανθρώπου, δε βάζει μήτε κι αυτός το δικό του.’’
Από τον Βάσο Π. Καραμπίλια, Δικηγόρο Αθηνών, μέλος του Μητρώου στελεχών της Ν.Δ., επιστημονικό συνεργάτη στη Βουλή των Ελλήνων