Επί ξυρού ακμής

Δημοσίευση: 06 Αυγ 2020 15:14

Για τους αρχαίους Έλληνες και τον πολιτισμό τους, που σε πολλά ήταν πρωτότυπος και καινοτόμος, η μεγάλη ελληνίστρια Ζακλίν ντε Ρομιγί, με ανυπόκριτο θαυμασμό, συνόψισε: «Οι Έλληνες εμπνέονταν από τη μοναδική επιθυμία κατανοήσεως του ανθρώπου, να

επεξηγήσουν τη ζωή τους στο ύψος του Λόγου εγκαθιδρύοντας τον πολιτισμό του Λόγου».
Το γεγονός αυτό και μόνο θα έπρεπε να υποχρεώνει, εμάς, τους «απογόνους» τους, να σκεφτόμαστε, διαρκώς, το νόημα του σημερινού μας πολιτισμού και να συγκρίνουμε τους δεσμούς του με τoν αρχαίο. Μια τέτοια σύγκριση κάνει κάποιους από τους τωρινούς Έλληνες, των μοντέρνων και μεταμοντέρνων χρόνων, να αναρωτιούνται για το κατά πόσο διατηρούν μερικά από εκείνα τα χαρακτηριστικά των προγόνων (όπως π.χ. την ευψυχία τους απέναντι στις στρατιές των Μήδων) για τα οποία είμαστε -όπως δηλώνουμε- τόσο υπερήφανοι.
Από την ανακήρυξη, πάντως, της ανεξαρτησίας μας (1832) και εντεύθεν υπάρχουν, ασφαλώς, γεγονότα για τα οποία μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι αλλά υπάρχουν περισσότερα για τα οποία δεν μπορούμε και τα οποία ούτε που μας τα διδάσκουν στο σχολείο. Διότι εάν π.χ. διδασκόμασταν αναλυτικά τα αίτια των έξι παλαιότερων χρεοκοπιών θα αποφεύγαμε, πιθανόν, την έβδομη η οποία μας έδεσε χειροπόδαρα και επ’ αόριστον. Εξ αυτής μάλιστα βρισκόμαστε, ως κρατική οντότητα, εκεί περίπου που βρισκόμασταν στις απαρχές της νεωτερικότητας: η Ελλάδα ήταν και εξακολουθεί να είναι «προτεκτοράτο» που χρειάζεται κατά περιόδους ένα «Ναυαρίνο» για να διασωθεί με τίμημα την υπακοή μας σε κάποιους «προστάτες».
Η έβδομη χρεοκοπία ήταν μια καταστροφή ισοδύναμη, ίσως, με την μικρασιατική και σηματοδότησε, με υψηλή ευκρίνεια, «τον παρασιτικό, μεταπρατικό, εξαρτημένο και μετέωρο κοσμοπολίτικο χαρακτήρα του συνόλου σχεδόν της ελληνικής άρχουσας, πολιτικής και οικονομικής, ελίτ» αλλά και τη βαθιά πολιτισμική μας κρίση. Προσδιόρισε, δηλαδή, με σαφήνεια την ήττα μας σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής μας οργάνωσης η οποία μας μετέτρεψε σε μια μεταμοντέρνα αποικία.
Παρόλα αυτά το μεταπολιτευτικό ελληνικό πολιτικό σύστημα, παρά τα έντονα χαρακτηριστικά του νεποτισμού και το πνεύμα του νέο-κοτζαμπασισμού που το διακατέχει, έκανε καλή διάγνωση της ιστορικής συγκυρίας και, ορθώς, επέλεξε να αναζητήσει πλάτες (και έναν νέο «ξενιστή») στον πυρήνα της Ευρώπης. Ορθώς, επίσης, θεώρησε την Ευρώπη ως σταθεροποιητικό παράγοντα της ατελούς Δημοκρατίας μας και εργαλείο για την ενίσχυση της μερικής -έστω- απομάκρυνσης της χώρας από τη μονομερή της πρόσδεση στο άρμα των ΗΠΑ.
Αρνήθηκε, όμως, να κάνει τις αναγκαίες υπερβάσεις ώστε να εκμεταλλευτεί σωστά την ιστορική ευκαιρία για την ουσιαστική μας ενσωμάτωση στον ευρωπαϊκό πυρήνα. Δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε, δηλαδή, να οργανώσει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος που να πατάει γερά στα πόδια του και που δεν θα χρειάζεται υποστηρικτικούς νάρθηκες made in Germany όπως είχε τους αντίστοιχους made in England παλαιότερα. Διότι οι Γερμανοί έχουν τις δικές τους στοχεύσεις και τους δικούς τους στρατηγικούς σκοπούς. Κατά τούτο, λοιπόν, απέτυχε.
Κορύφωση αυτής της αποτυχίας υπήρξε η προαναφερθείσα έβδομη χρεοκοπία μας. Συνέπεια: η οικονομική μας επανεκκίνηση να συμπίπτει με την απόλυτη πρόσδεσή μας στο «γερμανικό άρμα» με όρους οικονομικού και κοινωνικού κανιβαλισμού. Παρά δε τις εντυπώσεις που δημιουργούν οι μαιτρ της επικοινωνίας, το restart γίνεται και με όρους αδυναμίας αποτελεσματικής προάσπισης των εθνικών μας συμφερόντων όπως αυτό θα προκύψει, μάλλον, από το «καζάν-καζάν» αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων για τους υδρογονάνθρακες (H/C) που επίκεινται (ή που πιθανόν να άρχισαν στο Βερολίνο) με τους γείτονες. Επιπροσθέτως, διαφαίνεται ήδη ότι υιοθετείται ξανά η παλαιά άποψη ότι η Κύπρος είναι μακριά κι ότι υπάγεται, γεωγραφικώς, στην Ανατολική Μεσόγειο.
Εν τούτοις, εάν η άρχουσα ελίτ της χώρας είχε -κατά τη μεταπολιτευτική περίοδο- αξιοποιήσει την ιστορική εμπειρία και μάθαινε από τα λάθη, θα μπορούσαν τα πράγματα να εξελιχθούν πολύ διαφορετικά. Τουναντίον, με πλήρη αμεριμνησία και περισσή επιπολαιότητα αφέθηκε και βυθίστηκε (συμπαρασύροντας και τον λαό) στον άκρατο καταναλωτισμό και σπατάλησε πόρους σε πολυτελή διαβίωση. Ταυτόχρονα διαπρέψαμε, ως «τσιφτετέλληνες», στους πολιτιστικούς «ναούς» των πόλεων και της Εθνικής Οδού. Εκεί, ηγεσία και λαός, με θλιβερές μαζικές απομιμήσεις του «ζεϊμπέκικου» καταθέσαμε όλη τη «μαγκιά» μας και έτσι περάσαμε από τα «δάνεια της Αγγλίας» στις «γερμανικές επιδοτήσεις». Συμπέρασμα: είμαστε αδιόρθωτοι.
Είμαστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως λοιπόν; Θα λέγαμε ότι έχουμε την πολυτέλεια να παραμένουμε αδιόρθωτοι καθότι έχουμε την τύχη να ζούμε σε ένα από τα καλύτερα «οικόπεδα» του πλανήτη στο οποίο αναπτύχθηκε ο σημαντικότερος πολιτισμός από τότε που υπήρξαν οργανωμένες κοινωνίες. Αυτή η «κληρονομιά» μάς αναγέννησε ως έθνος κι αυτή μας διασώζει κατά καιρούς. Μας δημιούργησε, όμως, ταυτόχρονα ένα προστατευτικό, κατά κάποιο τρόπο, «κουκούλι» μέσα στο οποίο βολευτήκαμε και, ως εκ τούτου, δεν γίναμε ικανοί -ποτέ δεν το επιδιώξαμε- να ολοκληρωθούμε ως κοινωνία ώστε να παράγουμε πολιτισμό με χαρακτηριστικά καινοτομίας και πρωτοτυπίας όπως συνέβαινε με τον αρχαιοελληνικό. Αντίθετα σε πολλά μιμούμαστε και ακολουθούμε ασθμαίνοντες τους δυτικούς διότι οι ελληνικές ελίτ υπολείπονται σε πατριωτικό φρόνημα και στερούνται εθνικής αυτοπεποίθησης.
Οι Ατζέμογλου και Ρόμπινσον στο βιβλίο τους «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» επισημαίνουν ως βασική αιτία τον τρόπο λειτουργίας των θεσμών. Στην Ελλάδα οι θεσμοί δυσλειτουργούν καθότι, εν πολλοίς, ελέγχονται από την εκτελεστική εξουσία. Η κορυφή της Δικαιοσύνης διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και η νομοθετική εξουσία διαρκώς χειροκροτεί όρθια στη Βουλή τον εκάστοτε αρχηγό κόμματος. Το ακόμη διερευνώμενο (;) σκάνδαλο Novartis, όπως και κάποια προηγούμενα (π.χ. Ζήμενς) άφησαν αρκετές ρωγμές ώστε να διαφανεί ο λυσσώδης αγώνας των κομμάτων για τον έλεγχο των αποφάσεων των δικαστηρίων με θύματα ακόμη και δικαστικούς λειτουργούς ή δημοσιογράφους.
Είμαστε, λοιπόν, τα «κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας» όπως θα ’λεγε κι ο καθηγητής Κ. Κωστής που αρνούμαστε να λειτουργήσουμε με κανόνες. Αυτό, στους καιρούς μας, στο σύγχρονο κόσμο, μπορεί να συνιστά μια ακόμη καταστροφή. Έως ότου αυτή λάβει και πάλι συγκεκριμένη έκφραση θα βαδίζουμε, με ασταθή ισορροπία, κυριολεκτικώς, «επί ξυρού ακμής».

Από τον Δημήτρη Νούλα, χημικό

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass