που τελέσθηκε από την οικογένειά του, στον Ιερό Ναό Παναγίας Ευαγγελίστριας. Ήταν το πρώτο μνημόσυνο που τελέσθηκε μετά την επιστροφή των οστών του από τη Μεγαλόνησο. Ο αείμνηστος Διοικητής της 33ης Μοίρας Καταδρομών έπεσε μαχόμενος υπέρ βωμών και εστιών πολεμώντας, ορθός και ατρόμητος μπροστά από τους λοκατζήδες του, περασμένες δέκα το πρωί της 21ης Ιουλίου 1974. Λίγο πριν ανηφορίσει για τον Άγιο Ιλαρίωνα επικοινώνησε με τη σύζυγό του Εριφύλη (μας το εκμυστηρεύτηκε η ίδια προχθές), που βρισκόταν στην Κερύνεια με τις δύο θυγατέρες τους, τη Λίνα οκτώ χρονών και την Εύη έξι χρόνων, τότε, για να της πει: «Μην το κουνάς από εκεί! Τους φάγαμε τους Τούρκους»!
Ο Κατσάνης ήταν σίγουρος για την έκβαση της μάχης. Ο Κατσάνης ήταν σίγουρος πως τα γαλανά φτερά, όπου να ’ναι θα έρθουν. Ο Κατσάνης ήταν σίγουρος πως η μάνα Ελλάδα δεν θα μας άφηνε μόνους να πολεμάμε τις ορδές του «Αττίλα»! Γιατί με την Ελλάδα δίπλα μας η μάχη δεν θα χανόταν ποτέ!
Ο παλιός σπρίντερ του Ηρακλή, παράτολμος και ατρόμητος καθώς ήταν, έτρεχε σαν άνεμος και καταλάμβανε το ένα φυλάκιο μετά το άλλο. Αυτός έριξε την πράσινη φωτοβολίδα, δίνοντας το σύνθημα της επίθεσης. Ανυπομονούσε να εισέλθει ελευθερωτής στο Κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα. ‘Ήθελε να μπει πρώτος στο απόρθητο Κάστρο το οποίο βρισκόταν, σε ευθεία απόσταση, τρία περίπου χιλιόμετρα δυτικά τους στρατόπεδο της 33ης. Εκεί θα πιούμε τον καφέ μας, μας έλεγε κάθε πρωί στην αναφορά της Μοίρας! Δεν πρόλαβε, όμως, να κάνει πράξη το τάμα του. Τα βόλια του εχθρού και η προδοσία ανέκοψαν την πορεία του προς τον θρίαμβο.
Ίσως κάποια πράγματα να μην είναι τυχαία τελικά. Ίσως η μοίρα να μην είναι τόσο σκληρή όσο νομίζουμε μαζί του. Διότι, αν ζούσε ο Κατσάνης, θα ήταν αδύνατον να αντέξει την προδοσία! Θα ήταν αδύνατον να αντέξει να αντικρίζει ατάραχος το μίασμα της κατοχής που μολύνει τον Πενταδάκτυλο. Θα ήταν αδύνατον να αντέξει να τον αποκαλούν πραξικοπηματία, ακόμα και προδότη!...
Μπροστά στο μικρό και απέριττο μνημείο του στο στρατιωτικό κοιμητήριο του Σιδηροκάστρου (εκεί που είναι θαμμένοι οι μαχητές του Ρούπελ), είχα την τιμή, μετά από επιθυμία της οικογένειάς του, να πω λίγα λόγια για τον αείμνηστο Διοικητή μου: «Ήρθαμε σήμερα εδώ για να καταθέσουμε τα αμάραντα άνθη της αιώνιας ευγνωμοσύνης μας στον αείμνηστο Αντιστράτηγο Γεώργιο Κατσάνη, ο οποίος έδωσε με αυταπάρνηση τη μάχη και δεν ηττήθηκε! Προδόθηκε! Και αυτός και όσοι τον ακολουθήσαμε! Ο Γεώργιος Κατσάνης ήταν ένας έντιμος αξιωματικός, ένας ανιδιοτελής πατριώτης, τέκνο της μίας και μοναδικής Μακεδονίας. Ο Γεώργιος Κατσάνης ήταν αδύνατο να πιστέψει πως η μάνα Ελλάδα θα μας άφηνε μόνους και αβοήθητους στα δόντια του αιμοβόρου Αττίλα.... Ο Γεώργιος Κατσάνης ήταν ένα σκληρός αξιωματικός και ταυτοχρόνως ένας ευαίσθητος, όσο λίγοι, άνθρωποι. Ο ιδρώτας εν καιρώ ειρήνης κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής εκπαίδευσης, μας έλεγε, θα αποτελέσει οικονομία αίματος στη μάχη. “Ούρλιαζε” κατά τη διάρκεια των ασκήσεων για να εκτελούμε σωστά το Σχέδιο. Δεν τον είδα ποτέ θυμωμένο. Ήταν πάντα χαμογελαστός. Και δεν τιμωρούσε τους στρατιώτες του! Ήταν αδύνατο για τον οποιονδήποτε λοκατζή να παραβεί τις εντολές του. Ήταν τέτοιος ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη που ενέπνεε, που και τότε, και σήμερα, και πάντα, τον αποκαλούσαμε, τον αποκαλούμε και θα τον αποκαλούμε δεύτερο πατέρα μας... Και τη σύζυγό του Εριφύλη, με την οποία ποτέ δεν χώρισαν οι δρόμοι μας, δεύτερη μητέρα μας...
Ο Γεώργιος Κατσάνης ήταν μια μορφή ανεπανάληπτη. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που σε σκεπάζει Αντιστράτηγε Γεώργιε Κατσάνη. Τιμή μου που υπηρέτησα κάτω από τις διαταγές σου! Αθάνατος!