Δεν είναι σίγουρο ότι το είπε αλλά είναι μια ρήση με την οποία συμφωνώ απολύτως. Η ποινικοποίηση της πολιτικής είναι ό,τι πιο χυδαίο και παρακμιακό φαινόμενο της πολιτικής ζωής που δείχνει μικρότητα, εμπάθεια και αναξιοπρέπεια. Θυμίζω ιδιαίτερα στους παλιότερους ότι από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα (1974) έως το 1986 ήταν μια περίοδος με έντονη πολιτική αντιπαράθεση αλλά χωρίς ίχνος σκανδαλολογίας και ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής. Στο διάστημα αυτό κυριάρχησαν πολιτικές προσωπικότητες, όπως ο Κων. Καραμανλής, ο Γεώργιος Ράλλης, ο Ευάγγελος Αβέρωφ και ο Ανδρέας Παπανδρέου, πολιτικοί με ήθος, αξιοπρέπεια και ανωτερότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι η σκανδαλολογία στην πολιτική ξεκίνησε το 1986, και κρατάει μέχρι και σήμερα, λίγο μετά, την ανάδειξη του Κων. Μητσοτάκη στην αρχηγία της ΝΔ. Το 1992 ο Α. Παπανδρέου αθωώθηκε από το ειδικό δικαστήριο και επανήλθε θριαμβευτής και δικαιωμένος από τον ελληνικό λαό τον Νοέμβριο του 1993. Λίγο μετά ο Α. Παπανδρέου είχε τη δυνατότητα να παραπέμψει τον Κων. Μητσοτάκη στο ειδικό δικαστήριο για την υπόθεση της ΑΤΕΤ – Ηρακλής, αλλά σε μια επίδειξη ανωτερότητας και μεγαθυμίας τον απάλλαξε από κάθε κατηγορία με απόφαση της Βουλής. Ήταν μια κίνηση σαν να του έλεγε: Δεν είμαστε ίδιοι. Έκτοτε η σκανδαλολογία και η ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής συνεχίζεται αμείωτη μέχρι σήμερα.
Στις μέρες μας παρακολουθούμε ένα θέατρο σκιών με την προανακριτική της NOVARTIS και εγκαλούμενο τον Δ. Παπαγγελόπουλο για ηθική αυτουργία σε παράβαση καθήκοντος, σύσταση συμμορίας κ.λπ. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπρύσιος υποστηρικτής του καταγγέλλει για μεθόδευση με σκοπό τη συγκάλυψη του «πραγματικού σκανδάλου» της NOVARTIS. Και διερωτώμαι: τεσσεράμισι χρόνια που κυβέρνησε τη χώρα τι ακριβώς έκανε για την αποκάλυψη του «πραγματικού σκανδάλου»; Απλώς κρέμασε στα μανταλάκια δέκα πολιτικούς αντιπάλους (δύο πρώην πρωθυπουργούς, έναν πρώην αρχηγό κόμματος, κορυφαίους πρώην υπουργούς και τον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας) στήνοντας αυτό το θλιβερό και αποτρόπαιο θέαμα με τις δέκα κάλπες που ευτέλισε πραγματικά τη Βουλή και κάθε έννοια δήθεν δημοκρατικής διαδικασίας. Μια διαδικασία που κατέληξε σε φιάσκο, αφού η ίδια η δικαιοσύνη στη συνέχεια έθεσε τις υποθέσεις αυτές στο αρχείο. Ας μου επιτραπεί όμως να εκφράσω μια διαφορετική εκδοχή για την υπόθεση αυτή. Αυτή η ιστορία δεν ήταν και ούτε μπορούσε να είναι μια στημένη κατασκευή ενός δυστυχούς και αμετροεπούς πρώην εισαγγελέα.
Η υπόθεση αυτή αποτέλεσε την κορύφωση μιας πολιτικής στρατηγικής που συνοψίζεται στο σύνθημα «ξεμπερδεύουμε με το παλιό διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα» και μέσα από αυτό αναδεικνύεται η νέα άφθαρτη πολιτική δύναμη που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ που θα κυβερνήσει για πολλά χρόνια διαμορφώνοντας ένα τελείως νέο πολιτικό σκηνικό που δεν θα έχει καμία απολύτως σχέση με το παρελθόν. Οι εμπνευστές αυτής της στρατηγικής προφανώς ήταν επηρεασμένοι από ανάλογο εγχείρημα που εξελίχθηκε πριν πολλά χρόνια στην Ιταλία με την κωδική ονομασία «καθαρά χέρια» και είχε ενορχηστρωτή έναν εισαγγελέα ονόματα Ντι Πέτρο. Η ιστορία αυτή πράγματι είχε σαν αποτέλεσμα τον εκφυλισμό και τη διάλυση των παλιών πολιτικών κομμάτων (ιδίως του Χριστιανοδημοκρατικού και του Σοσιαλιστικού κόμματος) ωστόσο ο ίδιος ο Ντι Πέτρο που θέλησε να ασχοληθεί με την πολιτική εξελίχθηκε σε ένα «κύμβαλον αλαλάζον», οι δε νέοι πολιτικοί ηγέτες που ξεπήδησαν ήσαν απλά καραγκιόζηδες με πιο χαρακτηριστικές τις περιπτώσεις των Μπερλουσκόνι, Μπέπε Γκρίλομέχρι τους σημερινούς Ντι Μάιο και Σαλβίνι. Η στρατηγική αυτή που αποτέλεσε κεντρική στρατηγική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε παταγωδώς και απέμεινε ο δυστυχής Παπαγγελόπουλος να στηρίζει τη σπίλωση των πολιτικών τους αντιπάλων με τη χρήση, αμφιβόλου αξιοπιστίας, κουκουλοφόρων μαρτύρων...
Σήμερα μετά την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών η ΝΔ έχει στήσει μια προανακριτική επιτροπή με την οποία κατηγορεί τον Παπαγγελόπουλο για ηθική αυτουργία σε παράβαση καθήκοντος χωρίς όμως να υπάρχουν, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, φυσικοί αυτουργοί. Η υπόθεση αυτή είναι βέβαιο ότι μπορεί να οδηγήσει τον Παπαγγελόπουλο στο Ειδικό Δικαστήριο αλλά δεν πρόκειται να καταλήξει πουθενά. Είναι εκπληκτικό το γεγονός ότι όλη η πολιτική ρητορεία της ΝΔ για την τεράστια ζημιά που υπέστη ο τόπος από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και ιδιαίτερα η οικονομική βλάβη των 200 δισ. του Βαρουφάκειου πρώτου εξαμήνου του 2015 έχει ξεχαστεί.
Έχει ξεχαστεί επίσης το μεγαλύτερο, κατά την άποψή μου, σκάνδαλο της προηγουμένης περιόδου που είναι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών του 2015 (επί συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ) όπου έγινε η μεγαλύτερη ληστεία του Ελληνικού Δημοσίου και εκχώρηση των ελληνικών δημοσίων και ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων σε ξένα κερδοσκοπικά κεφάλαια αντί πινακίου φακής. Το ελληνικό δημόσιο έχασε τη συμμετοχή του στις τράπεζες και πάνω από 20 δισ. ευρώ από τις προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις με τις οποίες είχε αποκτήσει τον έλεγχο.
Δεν ισχυρίζομαι ότι τα παραπάνω υποκρύπτουν πολιτική και οικονομική διαφθορά. Σίγουρα όμως δείχνουν πολιτική και οικονομική ανικανότητα, η οποία αξιολογείται από τον ελληνικό λαό με πολιτικά και οικονομικά κριτήρια. Το οποίο όμως έχει ήδη συμβεί με την ετυμηγορία της 7ης Ιουλίου 2019.
Είναι καιρός πλέον, κατά την άποψή μου, η χώρα να αλλάξει σελίδα. Να ξεφύγει από τη μιζέρια, την υπανάπτυξη και την παρακμή. Ύστερα από αλλεπάλληλες πολιτικές και οικονομικές κρίσεις είναι ανάγκη η χώρα να αφήσει πίσω της τη σκανδαλολογία που συντηρεί τον κοινωνικό διχασμό και απαξιώνει τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα νέο πολιτικό σκηνικό όπου η πολιτική αντιπαράθεση θα γίνεται με επιχειρήματα και ιδέες, με σεβασμό του πολιτικού αντιπάλου χωρίς χτυπήματα κάτω από τη μέση. Να καταργηθούν κάθε είδους Ειδικά Δικαστήρια, προανακριτικές επιτροπές κ.λπ. και οι όποιες ενδεχόμενες περιπτώσεις διαφθοράς να επιλύονται στον φυσικό τους χώρο, την ανεξάρτητη και ανεπηρέαστη Δικαιοσύνη. Ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης που είναι αναμφισβήτητα σήμερα πολιτικά κυρίαρχος έχει μια μοναδική ευκαιρία να πάρει πρωτοβουλίες και να καθιερώσει θεσμούς, με τους οποίους θα αναβαθμιστεί η πολιτική ζωή του τόπου και θα δώσει τη δυνατότητα στις αστείρευτες δυνάμεις της κοινωνίας να σπρώξουν τη χώρα σε υψηλότερα επίπεδα. Είμαι βέβαιος ότι και οι άλλες πολιτικές δυνάμεις και ιδιαίτερα το Κίνημα Αλλαγής μπορεί να συμβάλει καθοριστικά σε μια τέτοια προσπάθεια εφόσον, φυσικά, και πρέπει να του ζητηθεί. Η χώρα έχει ανάγκη από πολιτική και κοινωνική συναίνεση στα μεγάλα θέματα και ιδιαίτερα στα εθνικά ζητήματα.
Μπορούν να το τολμήσουν; Εάν ναι, θα μείνουν στην ιστορία της χώρας ως μεγάλοι μεταρρυθμιστές. Τα παραδείγματα του Κων. Καραμανλή και του Ανδρέα Παπανδρέου υπάρχουν. Ας τους μιμηθούν.