Οι δύο σύνοδοι που ματαιώθηκαν ή αναβλήθηκαν επ’ αόριστον, είναι εκείνη της G7, μιας κάπως ξεπερασμένης οικογένειας του παλιού βιομηχανικού κόσμου που παρέμενε πάντως ένα εργαλείο συντονισμού των δυτικών κυβερνήσεων, και η συνάντηση του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ με τους 27 ηγέτες της ΕΕ. Αν προσθέσουμε και την απόφαση του προέδρου Τραμπ να αποσύρει τις Ηνωμένες Πολιτείες από την ΠΟΥ, έχουμε την εικόνα ενός κόσμου όπου είναι όλο και πιο δύσκολο για τους πρωταγωνιστές του όχι μόνο να δράσουν από κοινού, αλλά ακόμη και να συνομιλήσουν.
Η G7 είναι ένας θεσμός που έχει χάσει την παλιά του δύναμη. Τα μέλη του αντιπροσωπεύουν μόλις το 40% της παγκόσμιας οικονομίας, έναντι 70% όταν ιδρύθηκε, και η προσπάθεια προσθήκης της Ρωσίας απέτυχε, καθώς η χώρα αποπέμφθηκε μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Η G20, στην οποία μετέχουν και οι αναδυόμενες οικονομίες, είναι πιο αντιπροσωπευτική: 85% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Έστω και άδειο κοχύλι, όμως, η G7 αποτελούσε ένα χρήσιμο εργαλείο... τουλάχιστον μέχρι τον Τραμπ!
Για να μην εξευτελιστεί από τον Αμερικανό πρόεδρο και ακόμη χειρότερα, για να μην του χρησιμεύσει ως εκλογικό όπλο λίγους μήνες πριν από τις αμερικανικές εκλογές, η Αγκελα Μέρκελ προτίμησε να απόσχει από τη σύνοδο της G7 που ήθελε να συγκαλέσει ο Τραμπ τον Ιούνιο στην Ουάσινγκτον.
Η ίδια Αγκελα Μέρκελ ανέβαλε τη συνάντηση του Σι με τους 27 που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί τον Σεπτέμβριο στη Λειψία. Επισήμως, εξαιτίας του κορονοϊού. Στην πραγματικότητα, οι σχέσεις με την Κίνα βρίσκονται σε πορεία ριζικής αναθεώρησης και η συνάντηση αυτή κρίθηκε πρόωρη. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε επισημάνει πέρυσι σε ένα έγγραφό της ότι η Κίνα είναι ταυτοχρόνως εταίρος και συστημικός ανταγωνιστής της Ευρώπης. Η σύνθετη αυτή ισορροπία πρέπει ασφαλώς να αποσαφηνιστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια πριν από μια σινοευρωπαϊκή σύνοδο.
Το ότι η Ευρώπη έχει δύσκολες σχέσεις τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και με την Κίνα λέει πολλά γι’ αυτή τη σύνθετη και επικίνδυνη περίοδο. Το πολυμερές σύμπλεγμα σχέσεων του 20ού αιώνα ήταν καθησυχαστικό για την Ευρώπη, η οποία είχε εξασφαλισμένη την αμερικανική προστασία ενώ οικοδομούσε τον δικό της οικονομικό «πόλο». Ο κόσμος αυτός όμως αποσυντίθεται, δεχόμενος πλήγματα από έναν εθνικιστή Αμερικανό πρόεδρο και μια ηγεμονική κινεζική δύναμη. Η σημερινή οργάνωση του κόσμου δεν μπορεί ούτε να σταματήσει τους πολέμους ούτε να συντονίσει τις χώρες κατά των κοινών απειλών (κλίμα, πανδημίες, ανισότητες).
Οι ελπίδες στρέφονται έτσι για άλλη μια φορά στην Ευρώπη, η οποία έχει όλα τα μέσα να γίνει ένας υποδειγματικός χώρος σε έναν κόσμο χωρίς πυξίδα, δείχνει όμως να μην το έχει συνειδητοποιήσει.
Από τον Pierre Haski,
αρθρογράφο του περιοδικού L’ Obs
(Πηγή: L’ Obs)