Δεν είχαμε τον χρόνο να απολαύσουμε κάποια απλά πράγματα γιατί μας κυνηγούσε ο χρόνος της καθημερινότητας.
«Τρέχαμε και δεν φθάναμε» που λέει ο λαός, να μην μας λείψει τίποτα, να είναι όλα στην ώρα τους και τέλεια.
Τι ανόητοι που είμαστε, λες και θα ζήσουμε κι άλλη ζωή. Μία είναι για τον καθένα δυστυχώς, περνάει και φεύγει. Τρέχει σαν το ποτάμι, σαν τη βροχή, που δεν γυρίζουν πίσω.
Κάποια μέρα σκασμένη όπως ήμουν απ’ την... κλεισούρα και την απαγορευμένη επικοινωνία ακόμα και με τους πιο κοντινούς μου ανθρώπους, ανέβηκα στην ταράτσα του σπιτιού μου, που είναι στην άκρη της πόλης, να απολαύσω τον ζεστό ήλιο και να πάρω λίγο αέρα.
Ταξίδεψε η ματιά μου ώσπου έφθανε και πρόσεξα πράγματα που ποτέ δεν είχα τον καιρό να το κάνω.
Το κοντινό δασάκι με τα πανύψηλα πεύκα, τα γύρω βουνά με τις κορυφές τους χιονισμένες, τον καταγάλανο ουρανό, τα λίγα συννεφάκια που έπαιζαν... κρυφτούλι με τον ήλιο. Ολη αυτήν τη δημιουργία του Θεού, που μας τη χάρισε απλόχερα.
Ένα πουλάκι ήρθε και στάθηκε στα κάγκελα τιτιβίζοντας, καλώντας ίσως το ταίρι του. Ένα ελαφρό αεράκι σηκώθηκε και έκανε τα φύλλα των δέντρων της αυλής μου να θροΐζουν και να δημιουργούν μια ουράνια μουσική. Έριξα μια ματιά στον δρόμο, ήταν έρημος. Παρότι ήταν ώρα αιχμής, που οι άνθρωποι πριν από την... καραντίνα πήγαιναν στις δουλείες τους, τα παιδιά στο σχολείο. Τώρα ησυχία, άκουγες μια «καλημέρα» απ’ τα μπαλκόνια και πάλι μέσα.
Μια κατάσταση άλλη, πρωτόγνωρη, αλλά αν τη δεις απ’ την καλή της την πλευρά, είναι μια κατάσταση περισυλλογής και αυτοελέγχου συνάνθρωποι.
Πέρασαν οι Άγιες μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, παρακολουθώντας απ’ την τηλεόραση τις Ιερές Ακολουθίες, συγκεντρωμένοι στα Ιερά τροπάρια, πέρασε η Ανάσταση ανάβοντας τη λαμπάδα -κάποιοι είχαμε την τύχη να έχουμε το Άγιο Φως από ανθρώπους που βρέθηκαν στην Αθήνα- και βγαίνοντας στο μπαλκόνι να ψάλουμε το «Χριστός Ανέστη» και να ευχηθούμε στους περίοικους τα «χρόνια πολλά».
Βέβαια μας έλειψε η εκκλησία, οι καλοσυνάτοι, αξιαγάπητοι και ευσεβέστατοι ιερείς μας, καθώς και ιεροψάλτες.
-Αγιοι Σαράντα, αυτή είναι οι ενορία μου- ας ελπίσουμε πως του χρόνου θα είναι καλύτερα τα πράγματα και θα απολαύσουμε τις ιερές ακολουθίες διά ζώσης. Ας μην χάνουμε την ελπίδα μας στον Θεό.
«Όταν σου λείπει κάτι, τότε το εκτιμάς», όπως είναι και ο τίτλος αυτού του άρθρου.
Όταν είχαμε την ελευθερία μας να πάμε στην εκκλησία, πολλές φορές δεν θέλαμε να σηκωθούμε από το κρεβάτι, τώρα που δεν την έχουμε αυτήν την ελευθερία, μάς λείπει.
Ίσως είναι καιρός να αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα και να εκτιμήσουμε άλλα τόσα.
Εφέτος είδαμε την περιφορά του επιταφίου απ’ τον Μητροπολίτη μας και έναν ακόμα ιερέα, να γίνεται μέσα στον ναό, απ’ την τηλεόραση φυσικά. Μελαγχολική εικόνα, αλλά τόσο κατανυκτική.
Φυσικά και ήταν ωραίο να συγκεντρώνεται όλος αυτός ο κόσμος και να ακολουθεί τον επιτάφιο. Αλλά η συμπεριφορά όλων μας δεν ήταν αυτή που θα έπρεπε.
Δεν ακούγαμε ούτε τους ιερείς ούτε τους ψάλτες. Δεν μας άφηνε το... κουβεντολόι.
Βρέθηκα πριν χρόνια σε μια πόλη της Βοιωτίας, στη Θήβα. Είχε εκεί μετάθεση ο σύζυγος (στρατιωτικός). Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής στην περιφορά ήταν κάτι αλλιώτικο. Ηρεμία, κατάνυξη και όλοι οι πιστοί σιωπηλοί και δακρυσμένοι.
Δεν ακουγόταν τίποτα, παρά μόνο οι ψαλμωδίες. Δεν θα την ξεχάσω εκείνη την περιφορά.
Εύχομαι ως το τέλος της ζωής μου, να τη ζήσω κι εδώ. Ας συνετιστούμε και ας συγκεντρωθούμε σ’ αυτό το Πάθος του Κυρίου μας, το Αγιο και Ιερό.