των αναρίθμητων πια νοσούντων, αλλα και την υγεία των εν δυνάμει νοσούντων, επηρεάζοντας παράλληλα την καθημερινότητα με τρόπο που προκαλεί σύγχυση, αγανάκτηση και γενικευμένη δυσπιστία στο σύνολο των πολιτών.
Σε ό,τι αφορά λοιπόν αυτή τη σύγχυση που εμπότισε μανιωδώς τη σκέψη και τις δράσεις μας στη διάρκεια του παρατεταμένου εγκλεισμού, δεν μπορούμε παρά να μην αναφερθούμε στην αναγκαστική και ομολογουμένως ασύμβατη με ένα σύγχρονο δημοκρατικό πολίτευμα, επιταγή συμμόρφωσης του ‘’ελεύθερου πολίτη’’ σε ένα πλαίσιο κανονιστικών διατάξεων που προωθούν και εγκαθιδρύουν τελικά ένα καθεστώς ανελευθερίας. Ανακύπτει έτσι μία ανάγκη πειθάρχησης στο γράμμα του νόμου, ο οποίος κατ’ εξαίρεσιν διέπει και συντονίζει την παρούσα κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Πρόκειται ωστόσο για νόμο αρκούντως ‘’δυσκοίλιο’’ και ξεχασμένο και ορθώς συμβαίνει αυτό, καθότι σε δημοκρατικό πολίτευμα διαβιούμε και οποιαδήποτε νομική διάταξη αφορούσα την παύση και αναίρεση των ατομικών ελευθεριών οφείλει να είναι κομμάτι της πολιτικής ιστορίας και όχι του σύγχρονου πολιτικού διαλόγου.
Το ερώτημα που προκύπτει στην παρούσα ωστόσο κατάσταση, την οποία ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν ονοματίζει ‘’κατάσταση εξαίρεσης’’, επικεντρώνεται στην ανάγκη περιστολής των ατομικών ελευθεριών χάριν του σκοπού να περιοριστεί η εξάπλωση της νόσου και να προστατευτεί η δημόσια υγεία. Αυτή λοιπόν η μοναδική και δικαιολογημένη θα λέγαμε έκπτωση των δικαιωμάτων του πολίτη, αφενός αντίκειται ολοφάνερα στο δημοκρατικό αφήγημα και τον συνταγματικό στυλοβάτη αυτού, αφετέρου προβάλλει επιτακτική η ανάγκη της μη πρόωρης άρσης για λόγους προστασίας του κοινού καλού φυσικά. Είναι λοιπόν αυτή η εγγενής αντιφατικότητα μεταξύ παραδοσιακού θα λέγαμε νομικού πυρήνα και νομικών προταγμάτων ύστατης λύσης, αφορούντων πάντα την κατάσταση εξαίρεσης, η οποία σηματοδοτεί τη λογική σύγχυση του πολιτικού μας αισθητηρίου.
Η επακόλουθη έκφανση της ενόρμησης όλων μας απέναντι στη νέα πραγματικότητα είναι όπως και παραπάνω διατυπώθηκε, η αγανάκτηση. Πρόκειται βέβαια για ένα σύνηθες αντανακλαστικό απέναντι σε δύσκολες και μη καλοδεχούμενες αλλαγές που διαταράσσουν την ομαλότητα της καθημερινότητάς μας. Αγανάκτηση λοιπόν για το απότομο πάγωμα της ρουτίνας που συντηρούσε την καθημερινή μας αυτενέργεια και αγανάκτηση, καθώς όλοι μας, εκόντες άκοντες, ερχόμαστε εις επίγνωσιν του γεγονότος πως η γραμμή που χωρίζει την ελευθερία από την άνευ όρων επίταξη αυτής είναι αρκετά λεπτή και ευκόλως εννοούμενη, όταν χαράσσεται στα μέτρα της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας. Εκεί λοιπόν εντοπίζεται η ανάγκη της διαφάνειας και της νομιμότητας που θα έπρεπε να διέπει άρρηκτα το κυβερνητικό αφήγημα, αλλά έγκειται και ο κίνδυνος της εγκληματικής αυθαιρεσίας με πρόφαση την κατάσταση έκτακτης ανάγκης και αφορμή την επιβεβλημένη περιστολή της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας.
Το τρίτο σκέλος της συγκινησιακής καινότητας των ημερών αφορά στη δυσπιστία του πολίτη. Δυσπιστία έναντι των Αρχών και των μέτρων που αυτές λαμβάνουν επιφορτισμένες με την ευθύνη της πολιτικής προστασίας και το χρέος τήρησης της λαϊκής εντολής. Είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης βέβαια, το να δυσπιστεί και να προβάλλει σθεναρές αντιστάσεις σε κάθε τι καινούριο και άγνωστο. Πρόκειται για ένα είδος άρνησης και μία μορφή αντίδρασης που εχθρεύεται τη διαφοροποίηση της κεκτημένης πραγματικότητας. Εν καιρώ πανδημίας ωστόσο, αυτή η άρνηση λαμβάνει εγκληματικές διαστάσεις και αντίκειται στην κοινή λογική.
Δεν επιχειρώ φυσικά να εξετάσω το αν και κατά πόσο τα λαμβανόμενα μέτρα είναι αποτελεσματικά ως προς την αντιμετώπιση της απειλής, ούτε να αποσαφηνίσω τη σχέση που έχουν ή δεν έχουν με το συνταγματικό πλαίσιο. Η παντελής ανεπάρκειά μου περί ιατρικών και νομικών ζητημάτων θα καθιστούσε κάτι τέτοιο γελοίο άλλωστε. Επιθυμώ απλώς να καταδείξω την ευκολία με την οποία μία πανδημία είναι δυνατόν να ανατρέψει βαρύνουσες αρχές περί Δημοκρατίας και δικαιωμάτων, αλλά και να πυροδοτήσει μία τάση αναθεωρητισμού της οπτικής μας, προκειμένου να αντιληφθούμε την αναντικατάστατη αξία, αλλά και το δυστυχώς ευμετάβολο πλαίσιο της ελευθερίας του πολίτη. Ένα πλαίσιο που οφείλουμε σήμερα να διαφυλάξουμε μένοντας μακριά από πολιτικές και κομματικές διενέξεις και πράττοντας με αλληλεγγύη και σύμπνοια. Το παν παραμένει η διαφύλαξη της ανθρώπινης ζωής και η προστασία της Δημοκρατίας, ώστε η πρώτη να αποκτά νόημα στον πυρήνα της ύπαρξής της.