(Σημείωση: στα δημόσια σχόλιά μας εννοείται ότι τους αποκαλούμε «ρομά», διότι είμεθα και πολύ politically correct τύποι. Στα μεταξύ μας, επανερχόμαστε στα φυσιολογικά: «γύφτοι», «παλιόγυφτοι» «κωλόγυφτοι», τα γνωστά που χρησιμοποιεί η κοινωνία μας που ως γνωστόν είναι μια «κοινωνία αλληλεγγύης και σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Τελεία).
Και τι να γράψω βρε παιδιά για τους γύφτους; Τα πράγματα είναι μάλλον απλά:
- είτε τους γλείφεις για να φανείς κι εσύ ευαίσθητος και προοδευτικός, είτε τους τα ρίχνεις χοντρά, οπότε είσαι φασίστας κι ακροδεξιός, ανάλγητος νεοφιλελές, ό,τι θες είσαι. Και μονάχα άμα είσαι ο καθηγητής Τσιόδρας μπορείς να λες ό,τι θες και να σε υπολήπτονται κι από πάνω. Ε, εμείς δεν είμαστε. Δυστυχώς.
Εγώ για τους γύφτους (σόρρυ, αλλά δεν αντέχω αυτήν την υποκρισία που τους βάφτισε «Ρομά» για να ξεπλύνει δήθεν την κακή εικόνα τους), εγώ λοιπόν θα πω ό,τι έλεγαν οι παλαιότεροι:
-«Κάτι τρέχει στα γύφτικα...»
Που θα πει πως, άμα μιλάμε για τσιγγάνους, όλα είναι πιθανά.
Δηλαδή τι να σε εκπλήξει που εμφανίστηκαν εκεί κρούσματα κορονοϊού; Με τέτοιες συνθήκες ζωής, τέτοια αποτελέσματα θα είχες. Μυαλό θέλει; Κι αν δεν επέμενε ο πυρετός του διάσημου πια 32χρονου τσιγγάνου, ώστε να αναγκαστούν να τον πάνε σε νοσοκομείο, όλοι οι υπόλοιποι θα την περνούσαν στο... ποδάρι. Ψήνοντας και τρωγοπίνοντας, χορεύοντας και γλεντώντας, «ντίμπι - ντίμπι–ντάι» γιατί «έκουμε και γκάμο αντέρφι ντεν τα ασκολούμαστε με το κορωναίος, πώς το λέτε σεις οι μπαλαμοί;». Άλλωστε, το φώναζαν και στον Χαρδαλιά:
-Τι μας κλείνετε μέσα; Ντεν έχει κορωναίο η Νέα Σμύρνη, όλα ψέματα είναι...
Το πρόβλημα με τους «ευάλωτους» που λέει και ο κύριος καθηγητής δεν λύνεται διά μαγείας.
Ο συγκεκριμένος τρόπος ζωής που προκαλεί τα συγκεκριμένα προβλήματα μένει αναλλοίωτος ανά τους αιώνες. Δεν κατάφερε να τον αλλάξει ούτε καν η βία του Χίτλερ που τους έστελνε κατά χιλιάδες στα κρεματόρια...
Παρόλα αυτά, τις τελευταίες δεκαετίες, όλο και διαφαίνονται αλλαγές. Οι τσιγγάνοι δεν είναι πια κείνοι οι φουκαράδες, με τη μαυρίλα και τη βρώμα στο πετσί, οι κουρελήδες που γύριζαν στις γειτονιές, πότε σαν «καλαθάδες», καρεκλάδες ή «ομπρελάδες», πότε σαν παλιατζήδες.
Ούτε βλέπεις πια στον δρόμο τα μπουλούκια με τις τσιγγάνες που φορούσαν κείνες τις φαρδιές πλουμιστές φούστες και τα τσεμπέρια, που είχαν ελιά στο μάγουλο και απαραιτήτως χρυσό δόντι για ωραίο χαμόγελο. Κατηφόριζαν όλες μαζί στις γειτονιές της Λάρισας και προκαλούσαν πονοκέφαλο στους μικροκαταστηματάρχες, αφού, όλοι το ήξεραν πως οι «μαστόρισσες», οι «κουμπάρες» έμπαιναν στο μαγαζί για να κλέψουν. Και πράγματι, και τι δεν έκρυβαν κείνες οι φαρδιές φούστες από κλοπιμαία.
Όλη αυτή η κοινωνική ανορθογραφία δεν υπάρχει πια. Τουλάχιστον, όχι σ’ αυτόν τον βαθμό. Οι σημερινές μαμάδες δεν απειλούν πια τα παιδιά τους πως «θα τα δώσουν στον γύφτο, έτσι και δεν φάνε την κρεμούλα τους» ή αν επιμένουν «να μην κοιμούνται τα μεσημέρια».
Προχωράει ο κόσμος και προοδεύει. Σε μυαλά και νοοτροπία. Οι σημερινοί τσιγγάνοι δεν φοράνε τα δικά τους παραδοσιακά ρούχα, αλλά τα ίδια κινέζικα που φοράνε πια όλοι οι υπόλοιποι. Δεν οδηγάνε σαραβαλιασμένα «Ντατσούν», αλλά αυτοκίνητα κανονικά, κάποτε και καλύτερα από πολλά των υπόλοιπων συμπολιτών τους. Δεν υπάρχουν πια τσαντίρια, αποκτούν μόνιμη στέγη και στα σπίτια τους –λένε κάποιοι που τα έχουν επισκεφτεί- ο ηλεκτρικός και ηλεκτρονικός εξοπλισμός είναι από τους καλύτερους.
Παρόλα αυτά, οι τσιγγάνοι εξακολουθούν να εισπράττουν ρατσισμό και να είναι μια διακριτή ομάδα που κινείται στο δικό της περιθώριο. Κάποτε τον ρατσισμό τον προκαλούν και οι ίδιοι. Είναι άραγε ρατσιστής αυτός που καταφέρεται εναντίον τους επειδή μπήκαν στον σπίτι του και τον κατάκλεψαν;
Οι τσιγγάνοι εξακολουθούν σήμερα να ακολουθούν τον δικό τους τρόπο ζωής και να μην έχουν καμιά αίσθηση ότι ως πολίτες ενός συγκεκριμένου κράτους έχουν και υποχρεώσεις. Είναι ψέματα ότι σε κάποιο βαθμό εκμεταλλεύονται την ιδιαιτερότητά τους; Το να είσαι «ρομά» δεν είναι πια φυλετική κατηγορία, έχει γίνει σχεδόν... επάγγελμα. Θεωρούν ακόμη ότι ως «ρομά» μπορούν να πάνε όπου θέλουν, να πουλάνε ό,τι θέλουν χωρίς άδεια, να χτίζουν όπου θέλουν, να μην πληρώνουν φόρο, να μην περνάνε ΚΤΕΟ, εν ολίγοις να μην αποδέχονται τις υποχρεώσεις που έχουν ως ισότιμοι πολίτες ενός Κράτους από το οποίο πάντως σπεύδουν πρώτοι να εισπράξουν επιδόματα, ακόμη και αν δεν δικαιούνται, και να χρησιμοποιήσουν όλες τις παροχές του Κράτους αυτού για το οποίο δεν πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν.
Είναι για τον λόγο αυτό που οι υπόλοιποι Έλληνες δεν τους έχουν αποδεχθεί ως ισότιμους, και κανείς δεν διανοείται να συνάψει γάμο ας πούμε, να συγγενέψει μαζί τους. Έχουμε αποδεχτεί σε πολύ μεγάλο βαθμό τους βαλκάνιους οικονομικούς μετανάστες, κι ας ήταν νιόφερτοι. Συγγενεύουμε μαζί τους, τους παίρνουμε στη δουλειά, τους νοικιάζουμε κανονικά τα σπίτια μας, αλλά όλα αυτά δεν τα κάνουμε με τους γύφτους κι ας έχουμε μαζί τους συγκατοίκηση αιώνων.
Αλλά οι γύφτοι, οι τσιγγάνοι, οι «αθίγγανοι» οι «ρομά», όπως θες πες τους, αυτής της νοοτροπίας είναι. Το θέμα είναι τι κάνεις πια εσύ σαν κράτος που ξέρεις «τι παίζει» με την πάρτη τους.
Απ’ ό,τι φαίνεται όχι και σπουδαία πράγματα. Δες τις δηλώσεις που έκαναν οι αρμόδιοι που επισκέφτηκαν τη Νέα Σμύρνη. Εκκλήσεις. Απλά εκκλήσεις προς συμπολίτες (και δυνητικούς ψηφοφόρους). Αλλά με εκκλήσεις... αβγά δεν βάφονται.
Το πρόβλημα με τους «ρομά» νομίζω ότι θα μπει σε μια τροχιά βελτίωσης αν το Κράτος μας πάψει πια να τους αντιμετωπίζει σαν κάτι το ιδιαίτερο και ευάλωτο, αλλά να τους θεωρήσει – όπως και είναι - κανονικούς πολίτες με δικαιώματα και υποχρεώσεις.
Και υποχρέωση πρώτη; Η εννεαετής υποχρεωτική εκπαίδευση για την οποία εν πολλοίς κάνουμε τα στραβά μάτια, αφού όλοι σιωπούν αιδημόνως για τη σοβαρή μαθητική διαρροή των μικρών «ρομά».
Τα υπόλοιπα, θα τα αναλάβει απλώς ο χρόνος. Ή... η ανάγκη. Όπως με την τωρινή πανδημία...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalesssis@yahoo.gr