Πρόκειται, ασφαλώς, για τον κ. Τσίπρα, ο οποίος στην αρχή, τουλάχιστον, της εμφάνισής του, θεωρούνταν πολύ χαρισματικός και ότι, δύσκολα θα βρισκόταν κάποιος απ’ την άλλη πλευρά, για να τον αντιμετωπίσει και, πολύ περισσότερο, να τον νικήσει.
Συνετέλεσαν σ’ αυτό, σίγουρα, η καταγγελτική στάση του απέναντι στα μνημόνια και ο λαϊκισμός του, το ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς, μια που δεν άσκησε άλλη φορά εξουσία, αλλά και η συνεργασία του μ’ ένα ακροδεξιό κόμμα, θολώνοντας, έτσι τα πολιτικά νερά. Ακόμη, η εκλογή του κ. Παυλόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας, αλλά και η αρχική στάση της Εκκλησίας στο πρόσωπό του έπαιξαν κι αυτές τον ενισχυτικό τους ρόλο. Αν, μάλιστα, προσθέσει κανείς και τη θετική μεταστροφή των ηγετών της Ευρώπης μετά την κωλοτούμπα του δημοψηφίσματος, αφού τους έκανε, πλέον, όλα τα χατίρια, αντιλαμβάνεται, εύκολα, γιατί θεωρούνταν αχτύπητος.
Παρ' όλα αυτά ηττήθηκε και, μάλιστα, με αυτοδυναμία των αντιπάλων του και, σήμερα, απ’ τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης μάχεται, προκειμένου να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ανάκαμψης του κόμματός του και επιστροφής στα έδρανα της εξουσίας, αλλά με μεθόδους του παρελθόντος και καθεστωτική αντίληψη. Μόνο που, αυτή τη φορά, τα πυρά του κατά του Μητσοτάκη είναι άσφαιρα και δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα. Οι λόγοι πολλοί. Ιδού μερικοί.
Ο κ. Τσίπρας, κατ’ αρχήν, όπως και αρκετοί άλλοι, υποτίμησαν τον κ. Μητσοτάκη θεωρώντας τον εύκολο αντίπαλο, ενώ προσπάθησε, προεκλογικά, να τον εξουδετερώσει επιστρατεύοντας του κόσμου τα τερτίπια και παρουσιάζοντάς τον μέσα από παραμορφωτικό καθρέφτη ως μπαμπούλα. Δυστυχώς, γι’ αυτόν, ο Κυριάκος ή Κούλης, περιφρονητικά, τον διέψευσε, πανηγυρικά, ευθύς ως ανέλαβε τα καθήκοντά του, οπότε η σφοδρή κριτική εναντίον του και η κινδυνολογία δεν πιάνουν, πλέον, τόπο παρά τα προβλήματα, που προέκυψαν, εν τω μεταξύ.
Πέραν τούτου, ακολουθώντας το δόγμα ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, αποφεύγει, πεισματικά, να κάνει ουσιαστική αυτοκριτική και να διορθώσει τα λάθη του, εκμεταλλευόμενος το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών, που ήταν, μεν, καλύτερο για το κόμμα του απ’ τα προηγούμενα, ήταν, όμως, αυτό που έδωσε την αυτοδυναμία και την ευκαιρία στη Ν.Δ. να εφαρμόζει το πρόγραμμά της χωρίς δεκανίκια. Κάνει, ακόμα, το λάθος να θεωρεί δικό του επίτευγμα κάθε τι καλό, που πετυχαίνει η σημερινή κυβέρνηση, ενώ προσπαθεί να μειώνει ή και να μηδενίζει κάθε επιτυχία της. Και όλα αυτά, προκειμένου να επανέλθει στην εξουσία, μια ώρα αρχύτερα, λησμονώντας ότι "το δις εξαμαρτείν, ουκ ανδρός σοφού" και ότι "όποιος βιάζεται, σκοντάφτει".
Άλλωστε, πώς να πείσει, τόσο σύντομα, την πλειοψηφία του λαού να τον εμπιστευθεί και πάλι, τη στιγμή, που, κατά τη διάρκεια της τόσο νωπής, ακόμα, κυβερνητικής του θητείας έκανε τα εντελώς αντίθετα απ’ αυτά, που είχε υποσχεθεί στο ξεκίνημά του; Είναι δυνατόν, τόσο εύκολα, να ξεχασθούν η ασυνέπεια λόγων και έργων, η βαριά φορολογία, η συνειδητή διάλυση της μεσαίας τάξης, καθ’ ομολογία στελεχών του, και, κυρίως, το ότι με το τρίτο μνημόνιο, γλύφοντας εκεί που, κάποτε, έφτυνε, κατέστησε και τον εαυτό του μνημονιακό, τη στιγμή, μάλιστα, που η χώρα άρχισε να βρίσκει την περπατησιά της;
Και επειδή ο κ. Τσίπρας κατηγορεί τον κ. Μητσοτάκη και για απόκλιση και ρητορική ακροδεξιά, αλήθεια, πιστεύει, πως οι πολίτες τρώνε κουτόχορτο και ξέχασαν, τόσο γρήγορα, με ποιον συνεργάσθηκε επί χρόνια, προκειμένου να επιχειρήσει να κάνει τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας; Δεν λεγόταν ακροδεξιός Καμμένος και ΑΝΕΛ οι συνοδοιπόροι του; Γιατί, λοιπόν, ξύνεται στην γκλίτσα του τσοπάνη και πάει γυρεύοντας, μην αντιλαμβανόμενος ότι, έτσι, δεν πείθει;
Θα συμφωνήσω, ωστόσο, μαζί του, ότι με τις κυβερνητικές επιλογές του διευκολύνει, αφάνταστα, το έργο της σημερινής κυβέρνησης και ότι το κόμμα του αποτελεί τον δεύτερο πόλο εξουσίας, οπότε καλά κάνει, που προσπαθεί να βρει το στίγμα του και να αποτελεί εναλλακτική λύση, οψέ ποτέ, χρειασθεί, μια που η άσκηση εξουσίας φθείρει και το δημοκρατικό παιχνίδι παίζεται με περισσότερους του ενός παίχτες. Η επιστροφή του, όμως, στην εξουσία, αυτή τη φορά, για να γίνει, δεν χρειάζεται βιασύνη και φθαρμένο υλικό, ούτε ταύτιση με την ανομία και τους μπαχαλάκηδες, αλλά να συνοδεύεται από συγκεκριμένο πρόγραμμα και με τη δέσμευση ότι θα εφαρμοσθεί στο ακέραιο.
Διαφορετικά, θα ματαιοπονεί για πολύ ακόμη.
Από τον Κώστα Γιαννούλα