Να εννοήσει το μήνυμα της γέννησης του Θεανθρώπου. Την ταπεινή σκηνοθεσία του σπηλαίου. Στη σύγχρονη εποχή μας, αν δεν υπήρχε η ευτυχία, το «φαγοπότι» δεν θα είχε σημασία, η γιορτή για πολλούς, και αυτή είναι η τραγική όψη αυτής της εποχής! Γιατί η Φάτνη δεν είναι για τους απλοϊκούς, αλλά για τους απλούς. Δεν είναι για τους καυχησιάρηδες και τους λογοκόπους είναι για τους αθόρυβους. Δεν είναι για όσους ζουν με την επιδερμίδα τους, αλλά για όσους έχουν χτίσει μια εσωτερική ζωή. Είναι η Φάτνη μια διδαχή αντίκρι στην παραφροσύνη της δύναμης του χρήματος, που δεν έχει Θεό - πέρα από την ύλη - που σκοτώνει. Είναι η Φάτνη μια καταδίκη του ανθρώπου που λησμόνησε το υπέρτατο χρέος του, το χρέος της ανθρωπιάς, της συγγνώμης, της επιείκειας και της μεταμέλειας. Πόσοι τάχα, θα σκεφτούμε πώς αυτό το Βρέφος που γεννιέται μέσα στο σπήλαιο, είναι το μοναδικό λυτρωτικό φάρμακο που λυτρώνει τον άνθρωπο από το άγχος και τις φοβίες που τον μαστίζουν; Αυτό το Βρέφος ανήκει σ’ όλους τους αδύνατους της γης. Σ’ όλους τους «κοπιώντες και πεφορτισμένους». Και αυτοί αποτελούν τη μεγάλη στρατιά που οδεύει σε όλο το πρόσωπο της γης, συλλογισμένη, σιωπηλή, μαραμένη, πεινασμένη από αγάπη και ψωμί. Γι’ αυτό η νύχτα της Φάτνης είναι μια μικρή παρένθεση παραδείσου, αν θέλουμε να αναπολήσουμε εκείνη τη γραφική σκηνοθεσία της σπηλιάς, σε εκείνα τα απλά, τα ακατάλυτα πράγματα: Στην ταπεινοσύνη, τη λιτότητα, στην απλότητα, που όσο η ζωή περιπλέκεται και μας περιπλέκει στον απάνθρωπο ρυθμό της, τόσο συμβαίνει να τα λαχταράμε. Γιατί αυτή η αλλόκοτη εποχή - η δική μας - είναι μια εποχή γεμάτη κόπωση, θλίψη, απογοήτευση, σφαγή και πόλεμο, λες και οι άνθρωποι βάλθηκαν να κατασπαράξει ο ένας τον άλλο. Να, λοιπόν, η ελπίδα που γεννιέται και όλους μας αναγεννά! Είναι το χαρούμενο μήνυμα της Γέννησης Εκείνου που αντηχεί μέσα σε όλες τις ψυχές των πονεμένων ανθρώπων. Τώρα που φαίνεται ότι όλες οι πόρτες είναι κλειστές, όλοι οι δρόμοι της ζωής μας σπαρμένοι με μίσος, με βάναυσες φιλοδοξίες, με φιλοπρωτιές, με αντιζηλίες και ματαιοδοξίες, δεν απομένει παρά μόνο η Φάτνη των Χριστουγέννων που μας καλεί να δώσουμε φιλικά το χέρι στον συνάνθρωπό μας και έτσι να νιώσουμε ότι είμαστε άνθρωποι και όχι άγρια θηρία. Μέσα σ’ εκείνη τη Φάτνη θα ανατείλει στις ψυχές μας. «Το φως το της γνώσεως» γιατί, ύστερα από τόσο παιδεμό ο άνθρωπος και τόση στοιβαγμένη σοφία και τόσες γνώσεις και επιστήμες και τεχνολογίες, δεν έμαθε ακόμη τι σημαίνει «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία» και τι συμβολίζει η ταπεινή Φάτνη της Βηθλεέμ. Το «ξένον και παράδοξον μυστήριον» που επισυνέβη τότε στη Βηθλεέμ δεν μπόρεσε να συλλάβει η τότε, αλλά και η τώρα επιστήμη και είτε το αγνόησαν οι άνθρωποι είτε το χλεύασαν. Έτσι, το θαύμα έγινε υπόθεση των απλοϊκών βοσκών που χόρτασαν τα μάτια τους από την αγγελική παρουσία και γέμισε η καρδιά τους από αγάπη για το Θείο Βρέφος. Οι άλλοι, οι σοφοί και δυνατοί του κόσμου τούτου, τότε και τώρα, έμειναν έξω από το θαύμα, έμειναν έξω για να σχολιάζουν, να αμφισβητούν, να αρνούνται, να λοιδορούν, να διώκουν. Είναι όλοι εκείνοι που έχουν στα χέρια τους τις τύχες της ανθρωπότητας και με τη βία επιβάλλουν τη θέλησή τους. Είναι εκείνοι που αυτοαποκαλούνται «προοδευτικοί» και χάνονται μέσα στα σκοτάδια της αμάθειάς τους. Είναι οι «δήθεν επιστήμονες», οι «τεχνοκράτες», οι οποίοι εκμεταλλεύονται τους λαούς τους. Όλοι αυτοί δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να καταλάβουν ότι η πραγματική σοφία και γνώση για πράγματα απλά δεν βρίσκονται στον εγκέφαλο, αλλά στην καρδιά και ότι η πίστη είναι το ασφαλέστερο μέσο γνώσης, ενώ η κοσμική γνώση και σοφία είναι το ασφαλέστερο μέσο πλάνης σε θέματα υπερβατικά, όπως είναι η Γέννηση του Χριστού. Ας κλείσουμε, λοιπόν, ταπεινά και απλά τα αυτιά και τα μάτια μας σ’ αυτές τις σειρήνες της καταναλωτικής υστερίας και της ψεύτικης τυπολατρίας αυτών των ημερών, και να προσεγγίσουμε αυτά τα Χριστούγεννα ακολουθώντας την πρόσκληση - πρόταση του εκκλησιαστικού ποιητή: «Δεύτε ίδωμεν, πιστοί, που εγεννήθη ο Χριστός, ακολουθήσωμεν λοιπόν ένθα οδεύει ο αστήρ...» και να είμαστε βέβαιοι ότι η ελπίδα της Φάτνης θα γαληνέψει λίγο τις ψυχές μας και το όφελός μας θα είναι και μεγάλο και διαρκές, Καλά Χριστούγεννα.
Από τον Γεώργιο Ν. Ξενόφο