Έτσι, οι άγιες ημέρες του Δωδεκαημέρου, προσφέρουν ανείπωτη χαρά στους Έλληνες και ο Ρωμανός ο Μελωδός γεμίζει με αγαλλίαση τις καρδιές μας, οδηγώντας μας στην ουράνια κατοικία του Θεού, με τους μελωδικούς στίχους για το μήνυμα της Γέννησης του Χριστού. «Αι αγγελικαί προμηθεύεσθε δυνάμεις. Οι εν Βηθλεέμ ετοιμάσατε την φάτνην…».
Ο ερχομός του Κυρίου για τη λύτρωση του κόσμου προαναγγέλθηκε νωρίς από τους προφήτες της Π Διαθήκης. Η προσδοκία του Χριστού δεν ήταν μόνο αποκλειστικότητα των Ιουδαίων, αλλά και η προχριστιανική ανθρωπότητα περίμενε την έλευση του Λυτρωτή. Η κοινή προσδοκία για τον ερχομό του λυτρωτή, ανάγεται στην αρχή της ανθρώπινης ιστορίας, όταν μπήκε στη ζωή η κακοδαιμονία και ο Θεός έδωσε υπόσχεση ότι θα την άρει, ο Γιος μιας Γυναίκας (Γεν.γ΄14). και τη γέννησή του θα την αναγγείλει ένα λαμπρό αστέρι...
Στις παραδόσεις των αρχαίων ελλήνων είναι έντονη η προσδοκία της έλευσης του θείου λυτρωτή. Η πρώτη μεσσιανική προφητεία αναφέρεται από τον Αισχύλο στην τραγωδία «Προμηθέας Δεσμώτης, στιχ. 772,834,848», όπου, προφητεύεται πως ο λυτρωτής του θα είναι γιος του θεού και της παρθένου. Ο Σωκράτης στην απολογία του, επισημαίνει στους δικαστές του ότι «θα κοιμάστε στην υπόλοιπη ζωή σας, μέχρι ο Θεός να στείλει κάποιον άλλον να σας φροντίσει (Πλατ Απολ. Σωκρ.31). Στην Πολιτεία του Πλάτωνα, σκιαγραφείται ο λυτρωτής με μνεία και για τον σταυρικό του θάνατο. Τα Χριστούγεννα, η γιορτή της Χριστιανοσύνης, Γενέθλια της θρησκείας μας, γιορτάζονταν μαζί με τα Φώτα, στις 6 Ιανουαρίου, σαν πρώτη μέρα μεσσιανικής παρουσίας του Χριστού και σαν Πρωτοχρονιά για τους χριστιανούς. Οι Δυτικοί (Πάπας Α΄), χώρισαν την παρουσία του Χριστού τον 4ον αιώνα σε Γέννηση, 25 Δεκεμβρίου και Βάπτιση, 6 Ιανουαρίου.
Ο εορτασμός των Χριστουγέννων, με τα ποικίλα έθιμα παίρνει πανηγυρικό χαρακτήρα, αρχίζοντας με τα Κάλαντα, τα οποία έρχονται από το Βυζάντιο, όπου τα παιδιά την παραμονή της γιορτής γύριζαν με τους αυλούς στην Κωνσταντινούπολη και έψαλαν τα εγκωμιαστικά κάλαντα. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τα έλεγαν κυρίως άνδρες, γιατί τα μικρά παιδιά φοβούνταν τους Τούρκους να μην τα πιάσουν και τα στείλουν στο χαρέμι. Τα Κάλαντα επιβιώνουν και σήμερα και είναι γιορτή των παιδιών. Στην περιοχή Ελασσόνας, του Ολύμπου και της Κοζάνης οι τσοπάνηδες με τις χονδρές κάπες τους τυλιγμένοι, με τις γκλίτσες και τους τορβάδες, έπαιζαν τα λεγόμενα «Κόλιντα » και μάζευαν κουλούρες, γλυκά, ξηρούς καρπούς. Σε πολλά μέρη κόβεται η Χριστουγεννιάτικη κουλούρα, όπου ο πατέρας τη ραντίζει με λάδι και κρασί. Στη Μάνη έψηναν τα λαλάγια, ενώ στη Θεσσαλία τα λένε λαλαγγίτες. Στην Κρήτη τη νύχτα έβαζαν ζύμη και βεγγέριζαν, δηλαδή κουβέντιαζαν, ώσπου να φουσκώσει. Στη Μακεδονία το βράδυ της παραμονής βάζουν το Χριστόψωμο πάνω στο τραπέζι και δίπλα ένα ποτήρι με κρασί, από το οποίο μεταλάμβαναν τα μέλη. Το έθιμο αυτό το συνάντησα και στον Έβρο, με τη διαφορά ότι ο πατέρας θυμιάζει τη στάνη, το κοτέτσι και τα χωράφια και μετά δίνει να πιουν τα μέλη το κρασί. Ένα περίεργο έθιμο που συνάντησα πάλι στον Έβρου και ήταν το «Τσιτσί», το οποίο συνδέεται με τον ερχομό των καλικαντζάρων, οι οποίοι παρομοιάζονται με μεγάλες γάτες, οι οποίες προκαλούν ζημιές. Τα παιδιά κρατώντας μια βέργα, με τσατάλ, δηλαδή, διχάλα, γυρίζουν στα σπίτια και τραγουδούν το: Τσιτσί, Κολουντρί-χαπέ ντερεσέ ινγκούδιν, δηλαδή, Τσιτσί Κολουντρί, ανοίξτε την πόρτα γιατί ξημέρωσε.. Στο Πήλιο, καίει στο τζάκι συνέχεια το Χριστόξυλο, ενώ στη Μακεδονία καθαρίζουν καλά το τζάκι για να μην υπάρχει πάτημα καλικαντζάρων. Σε ορισμένα Θεσσαλικά χωριά, υπήρχε το έθιμο «Το τάϊσμα της βρύσης». Οι κοπέλες πήγαιναν στη βρύση του χωριού και την τάιζαν με λιχουδιές, ενώ μέσα στη στάμνα έριχναν πουρναρόφυλλα και με το νερό που έπαιρναν, ράντιζαν τις γωνιές του σπιτιού.
Βέβαια, οι άνθρωποι των αγροτικών και κτηνοτροφικών περιοχών έτρεφαν γουρούνι, το οποίο έσφαζαν τα Χριστούγεννα και κάλυπταν τις ανάγκες της χρονιάς από το κρέας του και τη λίγδα. Η γουρνοχαρά αυτή, ένα ιδιαίτερο Θεσσαλικό έθιμο έχει τη ρίζα του στην αρχαία Ελλάδα, όπου τότε είχε θυσιαστικό και εξιλαστήριο χαρακτήρα Τα έθιμα φθίνουν, αλλά, όμως, φθίνει μέσα μας και το άστρο της Βηθλεέμ, που έπρεπε να καίει ανέσπερο και ειδικά τούτες τις μέρες της οικονομικής κρίσης. Έτσι, το μεγάλο μήνυμα της Αγάπης, Ειρήνης και Αλληλεγγύης, να μην ξεχαστεί τις Χρονιάρες αυτές ημέρες και το αστέρι να φωτίζει τις καρδoύλες μας.
Από τον Απόστολο Ποντίκα, δάσκαλο, θεολόγο και φιλόλογο