Και καθώς τα γερόντια μιας παρέας ταβλαδόρων συνταξιούχων χωρικών, περιεργάζονταν τον ξένο, ένας εξ αυτών αφού τον πλησίασε, τον ρωτάει:
Με του συμπάθιο λιβέντιμ, από τα θκάμας τα μέρη είσι;
Όχι παππού, ξένος είμαι, περαστικός...
Και τι δλειά κάντς ορε καλόπιδο;
Ποιητής είμαι, ποιητής, αποκρίθηκε ο Ρίτσος...
Ποιητής είσι; Για πε ένα ποίημα τότις...
ΘΥΜΗΘΗΚΑ το γλαφυρό περιστατικό (ίσως τοις πάσι και ως ανέκδοτο γνωστό) όταν άκουσα τις προάλλες, δια στόματος υπουργού της κυβέρνησης στα γνωστά πρωινάδικα, εκεί γίνονται όλες οι εξαγγελίες πλέον - από τον Γιώργο Αυτιά περνούν - τρομάρα μας, το «εθνικό σχέδιο, για τον επαναπατρισμό των Ελλήνων επιστημόνων». Τον επαναπατρισμό των νέων εκείνων, που μάτωσαν οι γονείς τους για να τους σπουδάσουν, αλλά η πολιτεία, όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις, τους συμπεριφέρθηκαν όπως συμπεριφέρθηκε ο αγράμματος γεράκος του καφενείου στον εθνικό μας ποιητή Γιάννη Ρίτσο.
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ μας ανικανότητα με μια συμπεριφορά απαξίωσης απέναντί τους, έδιωξε τα έξυπνα και χρήσιμα μυαλά από τη χώρα και τα εξανάγκασε να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό, προσφέροντας μέσα από άριστες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες τις γνώσεις τους, προς όφελος των ξένων οικονομιών. Η ελληνική οικονομική κρίση ιδίως, αποκάλυψε αμέσως αυτήν την ανόητη συμπεριφορά των κυβερνήσεων απέναντι στο επιστημονικό δυναμικό, με κυρίαρχη αναφορά στην έκταση της ανεργίας και στους μισθούς ντροπής στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα.
ΠΩΣ λοιπόν να μην μεταναστεύσει ο γιατρός όταν ακόμη και ως λέκτορας στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο, έφτανε να παίρνει αντιμισθία ίση ή και μικρότερη από τον νυχτοφύλακα με υπηρεσία κάποιων ετών. Πού θα απασχολούνταν ο πολιτικός μηχανικός και ο αρχιτέκτονας όταν για μια δεκαετία περίπου είχε να σκαφτεί οικοδομή, στην Ελλάδα της υψηλής φορολογίας, φρένο σε όποια δραστηριότητα θα ... τολμούσε να δώσει εργασία σε καμία σαρανταριά επαγγέλματα;
Η ΕΛΛΕΙΨΗ κινήτρων, αξιοπρεπούς ανταμοιβής, εργασιακής σιγουριάς και επαγγελματικής ασφάλειας, είναι αυτή που δεν πρόκειται να φέρει πίσω τους Έλληνες επιστήμονες. Οι υπηρεσία τους στο εξωτερικό ανταμείβεται πολλαπλάσια, η δε επιστημονική τους γνώση αξιοποιείται εις το έπακρον. Αυτά θα έπρεπε να αποτελούσαν τα κίνητρα για τον επαναπατρισμό του επιστημονικού μας δυναμικού που μετανάστευσε, όμως αυτό δύσκολα μπορεί να συμβεί διότι η απόσταση σ´ αυτά από τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, είναι πολύ μεγάλη.
ΕΙΝΑΙ βέβαιο ότι με μισθούς πείνας και ένα εργασιακό περιβάλλον ποτισμένο μέχρι το κόκαλο από αναξιοκρατία και απίστευτο κομματισμό, σε συνδυασμό και με την αβεβαιότητα του επαγγελματικού μέλλοντος, οι μετανάστες μας επιστήμονες, δεν πρόκειται να επιστρέψουν. Οπότε δεν μένει παρά να φερθούμε πιο έξυπνα και με αξιοπρέπεια σε κείνους που έμειναν στη χώρα, αλλά και στους νέους που παράγουν κάθε χρόνο τα πανεπιστήμια.
Από τον Χρήστο Τσαντήλα