Το πάρκινγκ στην πολυκατοικία που μένω έχει έξοδο κάθετη στον κεντρικό δρόμο. Όπως είναι φυσικό ο κάθε οδηγός για να βγει χρειάζεται ορατότητα και προς τις δύο πλευρές του δρόμου, ώστε να μην προκληθεί ατύχημα. Είναι καιρός τώρα, που βγαίνοντας από το πάρκινγκ στα αριστερά μου είναι παρκαρισμένο ένα αρκετά μεγάλου όγκου αυτοκίνητο. Όχι μόνο φράσσει περισσότερα από τα τρία τέταρτα του πεζοδρομίου, ώστε να καθιστά προβληματική τη διέλευση των πεζών σε μεγάλο μήκος, αλλά εμποδίζει εντελώς την ορατότητα στη λωρίδα καθόδου του δρόμου. Ευτυχώς που σκοτεινιάζει νωρίς και φαίνονται από μακριά τα φώτα από τα διερχόμενα αυτοκίνητα γιατί το ατύχημα υπό άλλες συνθήκες θα ήταν αναπόφευκτο.
Αυτή τη φορά λοιπόν, ήμουν τυχερός και συνάντησα τον οδηγό του συγκεκριμένου αυτοκινήτου, την ώρα που ετοιμαζόταν να επιβιβαστεί για να φύγει. Τον προσπέρασα αρχικά, μα μετά κοντοστάθηκα και γύρισα να του μιλήσω. Ο διάλογος ήταν περίπου αυτός:
- Καλησπέρα, μπορώ να σας απασχολήσω λίγο;
- Παρακαλώ.
- Ξέρετε, με τον τρόπο που παρκάρετε το αυτοκίνητό σας, όχι μόνο κλείνετε το πεζοδρόμιο αλλά εμποδίζετε την ορατότητα στην αριστερή πλευρά του δρόμου. Αν κάποιος δεν δει ένα διερχόμενο όχημα, μπορεί να προκληθεί σοβαρό ατύχημα.
Ο οδηγός γυρίζει πίσω του και κοιτά προς τον δρόμο.
- Έχετε δίκιο, μου κάνει. Η περιοχή όμως είναι πολύ δύσκολη για πάρκινγκ, και για τις δύο ώρες που έρχομαι κάθε βράδυ στο καφενείο δεν μπορώ να βρω κάπου να το αφήσω.
- Υπάρχει κίνδυνος να γίνει ατύχημα, του λέω.
- Το καταλαβαίνω, μου λέει. Αν είναι δυνατό για λίγη κατανόηση, γιατί έχουμε βρει όλοι τον μπελά μας στο καφενείο. Ελπίζω να μην είστε και από εκείνους που καλούν την τροχαία, γιατί πραγματικά μέρα παρά μέρα σχεδόν έχουμε πρόβλημα.
- Μην ανησυχείτε του λέω. Δεν είμαι από εκείνους που καλούν την τροχαία.
- Ευχαριστώ, καλό βράδυ.
- Καλό βράδυ.
Έσφιξα αμήχανα το χέρι του παιδιού στο χέρι μου και συνέχισα προς το σπίτι. Ο συνομιλητής μπήκε στο αυτοκίνητο, και έφυγε. Δεν ξέρω τι αποκόμισε ο οδηγός από τον διάλογο. Ό,τι και εγώ φαντάζομαι.
Μια γειτόνισσα που κοιτούσε από το μπαλκόνι της, αν άκουγε τη συνομιλία, θα έβλεπε έναν αμήχανο πολίτη, να προσπαθεί να υπερασπίσει τα δικαιώματά του και έναν άλλο πολίτη, ο οποίος παραβιάζει το νόμο ζητώντας κατανόηση προκειμένου να εξυπηρετηθεί. Θράσος, θα έλεγε κάποιος για τον δεύτερο! Στραβόξυλο και παράξενος, κάποιος άλλος θα χαρακτήριζε τον πρώτο.
Έπεσα να κοιμηθώ με μια απορία και σηκώθηκα σε λίγα λεπτά για να την εκφράσω. Θα γινόταν αυτό σε άλλη χώρα; Δεν ξέρω! Θα γίνουμε ποτέ άλλη χώρα; Ούτε και αυτό το ξέρω...
Διαμαντής Κωτούλας